Τον τίτλο «Βαβέλ» έχει η νέα δισκογραφική δουλειά και η παράσταση του παραγωγικότερου τριδύμου της ελληνικής δισκογραφίας σήμερα. Της Νατάσσας Μποφίλιου, του Θέμη Καραμουρατίδη και του Γεράσιμου Ευαγγελάτου. Μια παρέα νέων παιδιών που μεγάλωσαν μαζί και συνεχίζουν να δημιουργούν έχοντας αναπτύξει ισχυρά αντισώματα σε παντός είδους επιθέσεις ή κολακείες. Μια σχέση ζωής που αποτυπώνεται εντόνως στο τραγούδι και μια καλλιτεχνική συνθήκη που ταυτίζεται με την ίδια τους την ύπαρξη. Κάποιοι ίσως αυτό το ονομάζουν «τύχη» ή «κάρμα». Δεν είναι όμως τίποτε άλλο από αυτό που ορίζει ο Λιβανέζος ποιητής Χαλίλ Γκιμπράν για τη φίλία: «είναι οι ανάγκες σας εκπληρωμένες». Και αυτές τις ανάγκες εκπληρώνουν ο ένας στον άλλο, με όχημα το τραγούδι, εδώ και δέκα χρόνια διατηρώντας παράλληλα και τις προσωπικές τους αγωνίες και σκέψεις όπως αυτές που περιγράφει η Νατάσσα Μποφίλιου με μια κατεκτημένη ωριμότητα αλλά και ένα αναλλοίωτο εφηβικό πάθος.

 

Καινούριος δίσκος, καινούρια παράσταση και ένας  μεγάλος χώρος… Μίλησέ μου και για τα τρία νέα δεδομένα.

Θα το έθετα αλλιώς. Έχουμε έναν καινούριο δίσκο και μια καινούρια παράσταση,  η οποία έπρεπε να στηθεί σε έναν χώρο με δυνατότητες ώστε να μπορέσουμε να πραγματοποιήσουμε τεχνικά αυτό που έχουμε φανταστεί και ο κόσμος να μπορεί να παρακολουθήσει όλη αυτή τη συνθήκη που ετοιμάζουμε. Ο δίσκος «Βαβέλ» αναφέρεται σε ένα περιβάλλον αστικού τύπου, σε οποιαδήποτε, δηλαδή, πόλη. Εμείς είχαμε στο μυαλό μας την Αθήνα ως τη μεγαλούπολη που έχει συγκεντρώσει όλες τις ενέργειες, όλους τους τρόπους και τους πολιτισμούς. Ο ήρωας των τραγουδιών είναι ένας άνθρωπος που περιφέρεται σήμερα μέσα σε αυτήν την πόλη για αυτό και είναι ο πρώτος μας δίσκος ο οποίος δεν έχει καμία αναφορά στο παρελθόν, έχει πιο έντονα το σημείο της στιγμής.

 

Πώς το έχετε φανταστεί σκηνικά;

Προσπαθήσαμε να μεταφέρουμε το σκηνικό της πόλης, με τις γωνιές της, μέσα στο «Βοτανικό». Σε αυτό μας βοηθάνε ο αγαπημένος φίλος και εξαιρετικός καλλιτέχνης, Άγγελος Τριανταφύλλου ο οποίος σκηνοθετεί την παράσταση, η Έλλη Παπαγεωργακοπούλου στη σκηνογραφία και  ο Χρήστος Γκίνης στο σχεδιασμό των video που θα συνοδεύουν τα τραγούδια.

 

Ηχητικά πώς θα είναι η νέα δουλειά;

Επειδή ακριβώς θέλουμε να αναδείξουμε όλα τα διαφορετικά στοιχεία που περιέχουμε, ο δίσκος δεν έχει μια συγκεκριμένη ταυτότητα. Ανατολή, δύση, λαϊκά στοιχεία, Balkan, λυρισμός, ποιητικότητα. Έτσι είναι και ο στίχος του Γεράσιμου ο οποίος είναι διαφορετικός σε σχέση με ό,τι έχει γράψει μέχρι σήμερα. Στην ουσία είναι μια περιπλάνηση, με πολλά χρώματα και διαφορετικά ύφη,  αλλά όλα ενώνονται μέσα στην πραγματικότητα αυτού που είπα, της πολλαπλής εικόνας της πόλης.  Ο δίσκος δεν έχει ηχογραφηθεί ακόμα γιατί, όπως και στις «Μέρες του φωτός», θέλαμε πρώτα να παίξουμε ζωντανά τα τραγούδια και έπειτα να τα ηχογραφήσουμε. Θέλουμε, δηλαδή, να γίνουνε πρώτα σώμα μας και μετά να μπούμε στο στούντιο. Και αυτό θα γίνει μόνο όταν ανταλλαχθούν οι ενέργειές μας με τον κόσμο που θα τα ακούσει.

 

Όπως εγώ σε ακούω, διατηρείς το ίδιο ακριβώς πάθος με όταν ξεκίνησες…

Τον εαυτό μου τον πιέζω πάρα πολύ και το έχω πληρώσει αυτό. Όμως ξέρω ότι πληρώνω αυτό το τίμημα για κάτι που είναι πολύ πιο ακριβό. Αυτή η πίεση με αναγκάζει να με βάζω στον τοίχο και να αναρωτιέμαι γιατί κάνω κάποια πράγματα, τι έχω χάσει, τι ψάχνω, τι θέλω.

Δεν στο κρύβω, όταν σταμάτησα για έναν χρόνο ήμουν σε μια πολύ περίεργη φάση. Είχα αρχίσει λίγο να ξεχνάω ποια είναι η θέση μου και τι είναι αυτό που κάνω.

Η έκρηξη της επιτυχίας και της αναγνωρισιμότητας με έκανε όμως ακόμα πιο αυστηρή με τον εαυτό μου. Δεν ήθελα σε καμία περίπτωση να σταματήσω πρώτα από όλα να είμαι ερασιτέχνης, να θέλω σαν παλαβή να ανέβω στη σκηνή. Στις τρεις τελευταίες συναυλίες που έκανα πριν σταματήσω, έφθασα να μην έχω ούτε το κουράγιο να ανέβω να τραγουδήσω, αισθανόμουν ότι δεν ήθελα. Τότε είπα στον εαυτό μου «τέλος». Τους πρώτους δύο μήνες απουσίας, βέβαια ήθελα να ανατιναχθώ, αφού είχα μάθει να δουλεύω συνεχώς. Μετά όμως τα βρήκα με τον εαυτό μου.

 

Ποιες δυσκολίες σου έφερε αυτή η επιτυχία;

Θα σου μιλήσω τελείως ειλικρινά και πιστεύω να μην παρεξηγηθούν αυτά που λέω. Όταν καταφέρνεις να είσαι σε μια θέση, στην οποία βρέθηκες μετά από πολύ μεγάλο κόπο, σκληρή δουλειά και θυσίες, κάποια στιγμή αρχίζεις να πρέπει να αποδείξεις ότι όλο αυτό το πράγμα άξιζε τον κόπο, σε πιάνει το άγχος να το διατηρήσεις και βλέπεις τα πάντα γύρω σου με φοβερή ανησυχία. Εγώ όμως αυτό δεν το θέλω. Δεν κάνω μουσική για να είμαι επιτυχημένη. Δεν πάω στις συναυλίες για να δω πόσα εισιτήρια θα κάνουμε. Έπιασα, λοιπόν, κάποιες φορές τον εαυτό μου να το ρωτάω… Τα εισιτήρια βεβαίως και είναι ευλογία και τιμή μου, είναι μεγάλο μας  το «ευχαριστώ»  προς τον κόσμο που μας προσφέρει τη δυνατότητα να κάνουμε πιο προσεγμένες παραστάσεις. Όταν είπα ότι θα σταματήσω για έναν χρόνο,  μου έλεγαν ορισμένοι: «ο κόσμος θα σε ξεχάσει» και απαντούσα ότι αν είναι να με ξεχάσει επειδή θα απουσιάζω από τη σκηνή για έναν μόνο χρόνο, τότε δεν έχει κανένα νόημα να συνεχίσω... Κοίταξε να δεις, η σκηνή ενώ σου προσφέρει τεράστια εμπειρία, δεν σου προσφέρει ωριμότητα. Σε φθείρει. Και εγώ θέλω να είμαι καλλιτέχνης. Δεν βάζω άλλους στόχους στον εαυτό μου και δεν το λέω αλαζονικά. Θέλω μόνο να ωριμάζω καλλιτεχνικά.

 

Για να ωριμάζεις ως καλλιτέχνης πρέπει να ωριμάζεις και ως άνθρωπος βέβαια...

Ακριβώς. Και εγώ δεν είχα χρόνο για τον εαυτό μου, την οικογένειά μου, τις σχέσεις μου, τους φίλους μου, χρόνο να διαβάσω ένα βιβλίο.

 

Δεν σου επέβαλε, φαντάζομαι,  όμως κανείς να χάσεις αυτές τις στιγμές…

Όχι βέβαια. Δεν αλλάζω τίποτα από όσα έχω κάνει. Όμως θεωρώ σοφία αυτή την επιφοίτηση να σταματήσω για λίγο, η οποία  μου ήρθε δεν ξέρω από πού…

 

Από την ίδια σου την υγεία μάλλον, το σώμα μιλάει…

Ναι, μάλλον, από την υγεία μου, αφού μου εμφανίστηκε τότε και ένα αρκετά σοβαρό πρόβλημα υγείας. Θυμάμαι πάντα ένα «αστείο», αλλά χαρακτηριστικό, στιγμιότυπο. Ταξιδεύαμε από μια πόλη σε άλλη, έχοντας ήδη κάνει πάνω από 100 συναυλίες τη σεζόν και κλαίγαμε μέσα στο αυτοκίνητο από την κούραση. Μας λέει τότε η Κατερίνα Σταματάκη, η συνεργάτριά μας: «Σταματήστε, είστε νέοι, τώρα χτίζετε» και της απαντάει ο Θέμης «Χτίζουμε, αλλά πότε θα πάμε να μείνουμε…;». Τώρα, λοιπόν, που μιλάμε, ανυπομονώ να εμφανιστώ. Αυτή είναι η ουσία ενός καλλιτέχνη. Να έχει να δίνει. Γιατί όταν φθάνεις σε ένα ύψος πρέπει να βλέπεις τα πράγματα ανάποδα. Όταν χτίζεις, κάθε άνθρωπος που έρχεται, είναι κέρδος. Είναι ένας ακόμη άνθρωπος που έχεις καταφέρει να τον κερδίσεις. Όταν έχεις φτιάξει όμως μια μαγιά ανθρώπων, η πραγματική και μοναδική σου ασχολία είναι πώς αυτόν τον άνθρωπο θα τον διατηρήσεις προσφέροντάς του καλλιτεχνικότητα, ειλικρίνεια και ενέργεια.

 

Πόσο ελευθερία σου προσφέρει το γεγονός ότι είσαι, πλέον, μια «συστημική» τραγουδίστρια;

Εγώ δεν προσαρμόστηκα στο σύστημα, το σύστημα μας ανακάλυψε αφότου είχαμε το έργο και το κοινό μας. Και αυτό έγινε με όλα τα παιδιά της γενιάς μου που ξεχώρισαν. Παρ’ όλα αυτά σαφώς και είμαι σε εταιρείες, σαφώς και παίζω σε αυτό το σύστημα και τον κόσμο.

 

Η παρουσία σου σε μαζικής κατανάλωσης τηλεοπτικό πρόγραμμα όπως το «Joy TV» ή οι συνεντεύξεις-φωτογραφήσεις  σου σε «γυναικεία» περιοδικά, όπως στο «Elle» και στο «Μadame Figaro» ποια ανάγκη εξυπηρετούν;

Θα σου απαντήσω. Εκτός από τραγουδίστρια είμαι και γυναίκα. Μου αρέσουν όλα τα «γυναικεία», ας τα ονομάσουμε έτσι, πράγματα. Μου αρέσουν τα μαλλιά, τα νύχια, τα ψηλά παπούτσια, η μαγειρική, η μόδα κ.τ.λ.  Συνεπώς η παρουσία μου στην εκπομπή «Joy TV» είχε να κάνει ότι τότε την παρακολουθούσα.  Ή οι συνεντεύξεις και οι φωτογραφίσεις μου για το «Elle» και το «Madame Figaro» οφείλονταν ότι τα διάβαζα, ήταν στο πλαίσιο της γυναικείας πλευράς που σου ανέφερα. Θα ήταν, λοιπόν, υποκρισία μου να μην πάω. Δεν θα με δεις ποτέ όμως κατ΄ επιλογή μου σε κουτσομπολίστικα περιοδικά ή σε μέσα που ευτελίζουν και καλλιεργούν ηλίθιους ανθρώπους. Στην τηλεόραση έχω πάει μόνο  σε εκπομπές όπως του Σπύρου Παπαδόπουλου ή της Λένας Αρώνη, ενώ μου έχουν γίνει πολλές προτάσεις. Το ότι δεν πάω όπου με καλούν δεν το κάνω γιατί είμαι σνομπ, αλλά αισθάνομαι ότι δεν κολλάω. Θα πρέπει όμως να πω ότι όσες φορές με έχουν προσεγγίσει, το έχουν κάνει με φοβερό σεβασμό και ευγένεια και πραγματικά έρχομαι σε δύσκολη θέση όταν το αρνούμαι, για τους λόγους που σου ανέφερα.

 

Απασχολείς όμως τον μιντιακό κόσμο έστω και ερήμην σου. Φωτογραφίες παπαράτσι, άρθρα για την εμφάνισή σου, για τα κιλά σου κ.ά. Πώς το εισπράττεις αυτό; Γιατί σε επιλέγουν; Σε προβληματίζει αυτό;

Αν δεις όλες τις φωτογραφίες που με τραβάνε π.χ. από πρεμιέρες προγραμμάτων που με έχουν καλέσει φίλοι μου, είμαι σαν ηλίθια. Νιώθω τόσο μεγάλη ντροπή.

 

 

Όλα αυτά όμως δεν το τροφοδοτεί η φωτογράφισή μου, ας πούμε, στο «Madame Figaro», το τροφοδοτεί η δυναμική που έχουμε.

 

Και τον Χαρούλη τον φωτογραφίσανε στην Μύκονο όπου είχε πάει να κάνει Πάσχα,  ο οποίος δίνει σπάνια συνεντεύξεις και δεν φωτογραφίζεται. Δεν φταίω εγώ όταν από όλες τις δηλώσεις μου έξω από το θέατρο Διάνα, όταν είχα πάει να παρακολουθήσω την παράσταση «9:05», απομόνωσαν και έπαιξαν στην τηλεόραση μόνο αυτά τα ελάχιστα που είπα προς το τέλος, όταν με ρώτησαν σχετικά με τα κιλά μου…

 

Ωστόσο θα σε ρωτήσω και εγώ για το νέο σου look… ποια είναι η σημειολογία του;

Επέστρεψα στο φυσικό μου look, γιατί αυτό είχα ανάγκη. Εφέτος στην παράσταση, θα ήθελα να φορέσω ό,τι πιο απλό μπορώ. Αισθάνομαι ότι θέλω να βγω στη σκηνή σαν κορίτσι. Θα πρέπει όμως να σου πω ότι όλα αυτά τα διαφορετικά στυλ που είχα αυτά τα χρόνια ήταν πολλές φορές στο πλαίσιο των προγραμμάτων που κάναμε. Οι επιλογές μου ήταν από άποψη. Ομολογώ όμως  ότι η συνειδητή μου επιλογή να μη βλέπει ο άλλος την εικόνα αυτού που τραγουδάει να είναι πάντα ανάλογη του τι τραγουδάει, βοήθησε πολύ στην αναγνωρισιμότητά μου. Ήθελα να δημιουργώ στον θεατή την αίσθηση του μη αναμενόμενου.  Σε αυτή τη φάση που βρίσκομαι, λοιπόν, επειδή μου έχει φύγει ο πολύς θυμός, η πολλή ένταση, έχω ωριμάσει περισσότερο και ξέρω να ελέγχω τον εαυτό μου, έχω την ανάγκη να αποκαλυφθούν τα πιο γλυκά μου στοιχεία.

 

Σου έχει ασκηθεί επίσης κριτική για τον υπερβολικό τρόπο  στη σκηνική και ερμηνευτική σου παρουσία.

Το ξέρω και δεν το αρνούμαι ότι είμαι υπερβολική. Αλλά αυτή είμαι. Και αυτό σε άλλους αρέσει και σε άλλους όχι. Κοίταξε, μπορείς να με κατηγορήσεις για  ό,τι θες, αλλά ό,τι μου προσάψεις, έχει να κάνει με αυτό που είμαι. Αν δεν σου αρέσει, δεν σου αρέσω εγώ και όχι αυτό που προσποιούμαι ότι κάνω.

 

Το γεγονός, για παράδειγμα, ότι από την προηγούμενη συνεργασία σου, τη συμμετοχή σου στο δίσκο «Πρώτες λέξεις» με τη μουσική του Θέμη Καραμουρατίδη και τους στίχους του Οδυσσέα Ιώαννου, αυτό που ακούστηκε μάλλον περισσότερο όσον αφορά τη δική σου παρουσία, ήταν το πιο «ερωτικό» κομμάτι-πρόζα,  «Το όνομά μου»,  σε βάζει σε σκέψεις για το τι θέλει το ευρύ κοινό από εσένα; Τι θα γίνει, δηλαδή, αν απομακρυνθείς πολύ από το στυλ τού «Σ’ έχω βρει και σε χάνω»;

Θα σου απαντήσω μέσα από την καινούρια μας δουλειά. Η «Βαβέλ» δεν έχει τις κλασικές ερωτικές μπαλάντες… Για πρώτη φορά στη ζωή μου είμαι τόσο ευτυχισμένη, τόσο σίγουρη και τόσο «αδιάφορη» για το τι θα πουν για το νέο μας δίσκο. Για μένα είναι ό,τι πιο σημαντικό έχω κάνει μέχρι σήμερα.

 

Τα τραγούδια σας «καταλαμβάνουν» πολύ ραδιοφωνικό χρόνο αναμφισβήτητα. Πώς αισθάνεσαι όταν πριν δέκα χρόνια αναζητούσες μια «θέση» μέσα στα ραδιόφωνα και αυτά έπαιζαν συνεχώς συγκεκριμένους άλλους καλλιτέχνες;

Χώρο έχουμε σε λίγα μόνο ραδιόφωνα. Τραγούδια μας ούτε για δείγμα δεν υπάρχουν στα περισσότερα ραδιόφωνα. Το απόλυτο cross over σε όλο το φάσμα του κοινού, μόνο κάποια λίγα τραγούδια από καλλιτέχνες της γενιάς μου το έχουν καταφέρει. Θα σου απαντήσω όμως για το πώς αισθάνομαι, αν νιώθω «ενοχές».

 

Ποτέ δεν έψαχνα να βρω «τρόπο» για να χωρέσω στο ραδιόφωνο. Ένιωθα πάντα την επιθυμία να υπάρξω. Και επειδή αυτή την ικανοποίηση την έπαιρνα δουλεύοντας πάρα πολύ σκληρά, κανείς δεν μπορεί να μου πει ότι ήμουν τυχερή ή με προώθησε το σύστημα που λέγαμε.

Πήγαινα στο «Πάντειος live»  στο ξεκίνημά μου και έλεγα δεκατέσσερα καινούρια τραγούδια στον κόσμο και ήμουν εντελώς άγνωστη. Έχω γυρίσει όλη την Ελλάδα και έχω παίξει σε μαγαζιά των είκοσι ατόμων. Αυτός, λοιπόν, ο ραδιοφωνικός χρόνος κερδήθηκε μέσα από φοβερή επιμονή και τσαμπουκά.  Κάθε φορά πάντως που ακούω τραγούδι μου στο ραδιόφωνο με πιάνει το ίδιο συναίσθημα συγκίνησης και δεν καταλαβαίνω τι έχει αλλάξει αυτά τα χρόνια. Νιώθω την ίδια έκπληξη με όταν πρωτάρχισαν να παίζονται τραγούδια μας. Πάντως, σίγουρα πιστεύω ότι θα έπρεπε τα ραδιόφωνα να δίνουν περισσότερο χρόνο σε καλλιτέχνες που τώρα ξεκινούν. Αλλά πιστεύω όμως ακράδαντα ότι κανείς δεν χρωστάει σε κανέναν τη θέση του. Σε αυτήν όμως τη σκατένια εποχή που ζούμε, το λιγότερο που μετράει είναι το πόσο ραδιοφωνικό αέρα καταλαμβάνουν τα τραγούδια μας ή αυτά των  νεότερων καλλιτεχνών.

 

Έχεις προκαλέσει «θόρυβο» και μέσω των κοινωνικοπολιτικών σου δηλώσεων. Πώς σχολιάζεις το φαινόμενο να γίνεται κυρίως «φασαρία» από δηλώσεις καλλιτεχνών σχετικά με την επικαιρότητα και όχι μέσω του έργου τους;

Όταν θα τελειώναμε τη συνέντευξη,  σκεφτόμουν να σου πω «ευχαριστώ» που δεν απαιτείς από εμένα να κάνω με το φτωχό μου το μυαλό πολιτική ανάλυση και να «πάρω στο λαιμό μου» ανθρώπους. Εγώ μπορώ να λέω αυτό που πιστεύω και νιώθω, όμως δεν είναι θέσφατο. Παρόλο, δηλαδή, που έχω  σπουδάσει Πολιτικές Επιστήμες, αισθάνομαι πολύ λίγη σε σχέση με τους ανθρώπους που πραγματικά μπορούν να μιλήσουν για πολιτικά θέματα.  Οι όποιες απόψεις εκφράζω κατά καιρούς προσπαθώ να μην επιδεικνύουν γνώση, αλλά μόνο να εκφράζουν το συναίσθημά μου. Για αυτό και προτιμώ να μιλώ για την ανθρώπινη ελευθερία, ως γενικότερο όρο.  Λένε, από την άλλη, ότι δεν παίρνουν θέση οι καλλιτέχνες για επίκαιρα θέματα. Ο ρόλος μας είναι να χρησιμοποιούμε την τέχνη μας και όχι το λόγο μας. Όταν κάναμε, όμως, συναυλία για τους πρόσφυγες πρόσφατα στο Fuzz, ήρθαν μόνο 80 άτομα…

 

Αν εγώ, ως Νατάσσα,  θέλω να κάνω κάτι για τους πρόσφυγες, είναι ντροπή να βγω να σου το πω δημόσια.

 

Παρ΄όλη την προηγούμενη ερώτηση-τοποθέτησή μου, θα σου ζητήσω για τον επίλογο ένα σύντομο σχόλιό σου  για το πολιτικό «σήμερα».

Δεν αμφισβητώ ούτε αμφιβάλλω ότι οι άνθρωποι που βρίσκονται σήμερα στην κυβέρνηση ξεκίνησαν με διαφορετικές προθέσεις γιατί προέρχονται από μιαν άλλη ιδεολογική μάνα. Όμως αποδείχτηκε για ακόμα μια φορά ότι για να εφαρμόσεις μια ιδεολογία πρέπει να πληρώσεις ένα τίμημα που είναι πολύ ακριβό, το οποίο και δεν το κατάφεραν για αυτό και απέτυχαν παταγωδώς.  Είναι βαθιά λυπηρό για την Αριστερά να ακούγεται ειρωνικά το σύνθημα: «Πρώτη φορά Αριστερά». Έλεγα στους φίλους μου πριν τις εκλογές ότι εκτός όμως από την ηγεσία, ούτε η κοινωνία ήταν έτοιμη να έχει αριστερή κυβέρνηση.  Αυτή, λοιπόν, τη στιγμή, πολιτικά αισθάνομαι πιο λυπημένη και πιο μόνη από ποτέ. Δεν μπορώ να βρω πουθενά την πίστη μου.