Με αυτή την πολυανμενόμενη συναυλία που δικαιολογημένα είχε τον τίτλο του τραγουδιού «It’s  My Life», που το έχει κατοχυρώσει εδώ και δεκαετίες σαν δικό του αν και δεν είναι, ο εβδομηνταοκτάχρονος (ναι!) Eric Burdon, τραγουδιστής των Animals και αντικειμενικά ένας από τους πέντε κορυφαίους rock ερμηνευτές όλων των εποχών, έκλεισε οριστικά τον κύκλο των εμφανίσεων του στην Ευρώπη σε ένα σχεδόν sold out Ηρώδειο.

 

Το ότι όμως αυτή δεν θα ήταν μια συνηθισμένη συναυλία αποχαιρετισμού με πολλά γνωστά τραγούδια του παρελθόντος και ακόμα περισσότερη συγκίνηση φάνηκε από την πρώτη στιγμή, όταν βγήκε στη σκηνή η μπάντα που δεν ήταν «σκέτο» το τυπικό rock κουαρτέτο (κιθάρα, keyboards, μπάσο και ντραμς), που ανέκαθεν και στις ουκ ολίγες εκδοχές τους ήταν οι Animals, αλλά...ενισχυμένο με δύο πνευστά, σαξόφωνο και τρομπόνι.

 

Με το κλασικό – και ερμηνευμένο από πάρα πολλούς/ές - spiritual «(Sometimes I feel Like A) Motherless Child» να παίζεται μεν ως blues αλλά ταυτόχρονα και με έναν «ρευστό», σχεδόν soul τρόπο, που προσωπικά μου θύμισε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο τους Blues Brothers στην καλύτερη εποχή τους, συνδυαζόταν με μια soul/funk ρυθμική βάση και κάποια jazz στοιχεία σε ένα ακατανίκητο groove, μια αίσθηση που όχι μόνο δεν μεταβλήθηκε αλλά και ισχυροποιήθηκε στην διάρκεια της βραδιάς. Με την εμφάνιση και του ίδιου του Eric Burdon μετά από ένα – δυο λεπτά έγινε ολοφάνερο πως, με εξαίρεση ότι (αν και ποτέ δεν ήταν από αυτούς που την «οργώνουν») η κινητικότητα του στη σκηνή ήταν μικρή -παρά την ηλικία του- είναι σωματικά ακμαιότατος και φωνητικά σε καλύτερη ίσως φόρμα από ποτέ!

 

Το «Mama Told Me Not To Come» του αείμνηστου και τόσο μεγάλου Randy Newman, ακολούθησε στο ίδιο ύφος και με τα πνευστά να «βγαίνουν μπροστά» πολύ περισσότερο από πριν και από εκεί και πέρα, τα πράγματα πήραν φωτιά. Με τους έξι μουσικούς που τον συνόδευαν (κιθαρίστας και μπασίστας επίσης και φωνητικά) να είναι περισσότερο και από εξαίρετοι και τον ίδιο σε σχεδόν διαβολεμένα κέφια, έπαιξαν τα περισσότερα από τα γνωστά του τραγούδια, «When I Was Young», «Woman Of  The Rings», «Darkness, Darkness», «The Night» και το blues του Sonny Boy Williamson «Bring It On Home». 

 

Αφού υποκρίθηκε ότι δεν το θυμόταν λόγω προχωρημένης ηλικίας (!) το all time classic «The House Of The Rising Sun» - που αν και πάρα πολλοί το θεωρούν τραγούδι των Animals, στην πραγματικότητα είναι ένα παραδοσιακό της αμερικανικής folk –μας το παρουσίασε μένοντας πιστός μεν στην αυθεντική εκτέλεση αλλά και συνάμα με «πειραγμένο» τρόπο, με τον κιμπορντίστα να εκτελεί το εμβληματικό σόλο του Hammond organ, χωρίς να υστερεί ούτε στο ελάχιστο από τον Alan Price τόσες δεκαετίες πριν, αλλά και με "εισβολές" των πνευστών κόντρα στη μελωδία του. Ανάμεσα στα τραγούδια ο Eric Burdon μας αποκάλυψε και το πόσο χαρισματικός αφηγητής είναι, λέγοντας από μια ιστορία για καθένα από αυτά με άφθονο και γνήσιο χιούμορ και συχνά απολαυστικό αυτοσαρκασμό ενώ, από μια στιγμή και μετά, έπινε και μια γουλιά από το κρασί το οποίο του σερβιρίστηκε σε ένα ποτήρι πάνω σε ένα ηχείο. Cheers Eric!

 

Το φινάλε ήρθε απροσδόκητα σύντομα αλλά ο μόνος λόγος για αυτό ήταν ότι το ακολούθησε ένα από τα μεγαλύτερα σε διάρκεια encores που έχω παρακολουθήσει ποτέ. Άρχισε με μια θαυμάσια διασκευή του «Paint It Black» των Rolling Stones με το βιολί ενός φίλου του μουσικού από την Καλιφόρνια - ο οποίος μάλλον συγκυριακά βρέθηκε στην Αθήνα εκείνη την ημέρα - να υποκαθιστά με λίαν ενδιαφέροντα και όμορφο τρόπο το σιτάρ της αυθεντικής εκτέλεσης και συνεχίστηκε με τα περισσότερα από όσα δεν είχαν ακουστεί πριν με πρώτο και καλύτερο το προσωπικά πιο αγαπημένο μου, το «We Gotta Get Out Of This Place» (απουσίασαν μόνον, ίσως εύλογα, τα τραγούδια της ψυχεδελικής τριλογίας των δίσκων του με τους New Animals στο τέλος της δεκαετίας του ’60 όπως τα «Monterey» και «Sky Pilot»).

 

Κατεβαίνοντας σχεδόν τρέχοντας την Διονυσίου Αρεοπαγίτου για να προλάβω την δεύτερη συναυλία της βραδιάς κατάφερα ευτυχώς να ακούσω, χάρη στην τρομερά δυναμική εκτέλεσή του και έστω από απόσταση, και το them song της συναυλίας, το «It’s My Life», από έναν άνθρωπο και ερμηνευτή που στη ζωή και την διαδρομή του έπραξε αυτό ακριβώς που λένε οι στίχοι, δηλαδή μόνον ό,τι επιθυμούσε.

 

Έφυγα έτσι περισσότερο και από πλήρης από την τελευταία ευρωπαϊκή εμφάνιση του Eric Burdon για την οποία δεν είναι καθόλου συμπτωματικό το ότι επέλεξε την χώρα μας καθώς την αγαπά πραγματικά αλλά και έχει πολύ στενούς δεσμούς μαζί της (η τρίτη σύζυγος του είναι Ελληνίδα). Πλήρης αλλά και χαρούμενος γιατί ήμουν ανάμεσα στους τόσους και τόσες που τον αποχαιρετήσαμε λέγοντάς του με το δικό μας τρόπο «see you later man» αφού, αν και κατοικεί εδώ και πολλά χρόνια στην Καλιφόρνια, είναι σίγουρο ότι θα επισκεφθεί και πάλι την Ελλάδα αλλά ποτέ ξανά για να τραγουδήσει.

 

Thank you Eric, that was a hell of a night, that was a hell of a life!