Πλησίαζε καλοκαίρι. Έτος 1986. Μου τηλεφώνησε o Σπύρος Γκούμας να μου προτείνει δουλειά. Στη Σίφνο υπήρχαν δύο μαγαζιά με ζωντανή μουσική. Το «Αλώνι» στην Απολλωνία, το «Σμαράγδι» στον Πλατύ Γιαλό. Νεορεμπετάδικα και τα δυο. Πήγαμε στο «Σμαράγδι». Την ώρα που έστηνα τα όργανα μου λέει το γκαρσόνι. «Εκεί καθόταν ο Μάλαμας». Δεν κατάλαβα. Δεν έδωσα σημασία. Αρχίσαμε πρόβες.
Για διαμονή έψαξα κάτι που να μου αρέσει. Το βρήκα. Πάνω από τον Πλατύ Γυαλό είναι ένα βουνό με ένα ανενεργό μοναστήρι. Η Παναγία του βουνού. Το κρατούσε ένας παππούς. Μου νοίκιασε ένα κελί έξω από το μοναστήρι. Εξαιρετική θέα! Μοναδική ησυχία.
Το γνωστό γκαρσόνι με ενημερώνει. «Α, εκεί έμενε κι ο Μάλαμας». Κάτι αρχίζω και καταλαβαίνω. Αυτός ο Μάλαμας έπαιζε εκεί την προηγούμενη χρονιά και έμενε στο ίδιο κελί. “Μήπως παίζεις «Το θολωμένο μου μυαλό»;”, ρωτάει το γνωστό γκαρσόνι. Το έλεγε ο Μάλαμας ρωτάω εγώ; «Ναι φίλε το έλεγε πολύ ωραία».
Οι μέρες και οι νύχτες περνούν διασκεδαστικά. Σε ένα κοινό ρεπό οι μουσικοί από το «Σμαράγδι» και το «Αλώνι» καλεστήκαμε σε έναν ντόπιο γάμο. Γίνεται μια παρεξήγηση και η παρεξήγηση γίνεται τσαμπουκάς. Στοχοποιείται συνάδελφος από το «Αλώνι», ο πιανίστας Βασίλης Καφούρος με την κοπέλα του. Τους φιλοξενώ στο κελί μέχρι να ξημερώσει και να δούμε τι μέλλει γενέσθαι.
Γνωριστήκαμε εκείνο το βράδυ. Δεν μας πιάνει ύπνος και λέμε διάφορα. Βγάζω την κιθάρα και παίζουμε τραγούδια. Τότε είχε ξεχωρίσει το κομμάτι «Ακτή» από το δίσκο «Κοντραμπάντο». Εκτός από μουσικός ήμουν και παραγωγός με διαπιστευτήρια. Παίζω και κάτι δικά μου.
«Πρέπει να ακούσεις τα τραγούδια του Μάλαμα», μου λέει, έχετε συγγένεια. Μου μιλάει για τον Σωκράτη με τα καλύτερα λόγια, είναι φιλαράκια και πάντα καταλήγει, «πρέπει να ακούσεις τα τραγούδια του». Έχει μια κασέτα του, αλλά είναι στην Θεσσαλονίκη. Τελειώνει το καλοκαίρι και πριν μπει ο χειμώνας για τα καλά, χτυπάει το τηλέφωνο και είναι ο Καφούρος. «Τη βρήκα την κασέτα, που να στην στείλω»;
Σωκράτης Μάλαμας, Νίκος Παπάζογλου, στο πιάνο ο Βασίλης Καφούρος.
Φωτογραφία από τη Λευκωσία στο μαγαζί "ΕΠΕΑ ΠΤΕΡΟΕΝΤΑ".
Κοντραμπάσο Γιάννης Κολοβός, μπουζούκι Σταύρος Ζιώγας ή Μπακούρος.
Ακούω ένα demo επιμελέστατα γραμμένο σε τετρακάναλο. Τραγούδια 12. Εισαγωγές, γέφυρες, θέματα. Μπαλάντες εκμυστηρευτικές, εσωτερικής έντασης, τραγούδια σχέσεων με ροκ καταβολές. Έχει δικό του ύφος. Είναι το τηλέφωνό του επάνω στην κασέτα. Δεν απαντά ποτέ. Ο Καφούρος μου δίνει τα ωράρια. Τον βρίσκω.
Να γνωριστούμε του λέω. Ανεβαίνω Θεσσαλονίκη. Μέσα στα άλλα τρεχάματα πάω το βράδυ στο «Κονάκι» –Ιουλιανού με Κασσάνδρου να τον δω. Η βραδιά είναι αποκαλυπτική. Τραγουδάει με την Άννα Ζήση και τον Βασίλη Γκάντζο. Παίζει πιάνο ο Καφούρος με μια μικρή μπάντα. Το πρόγραμμα είναι διασκεδαστικό και φυσάει. Ο Μάλαμας στα κέφια του. Αριστοφανικός, αθυρόστομος, πειραχτήρης με την Άννα Ζήση, ιδανική παρτενέρ. Έχει διασκευάσει το «Θέλεις να πεθάνω;» σπαρταριστικά.
Καμία σχέση με τις μπαλάντες και το ενδοσκοπικό ύφος της κασέτας που άκουσα. Σα να λέμε δρ. Τζέκυλ και κος Χάιντ. Του λέω ότι μ΄αρέσουν τα τραγούδια του και θα προτείνω το υλικό για να κάνουμε δίσκο. Γενικά, δεν πολυμιλάει. Αλλά μου ζητάει να μου στείλει μια καλύτερη βερσιόν του υλικού. Πράγματι σε 15 μέρες λαμβάνω μια νέα κασέτα, αλλά με το ίδιο ακριβώς περιεχόμενο. Δεν άλλαξε τίποτα.
Σωκράτης Μάλαμας - Άγγελος Σφακιανάκης
Τον προτείνω στον Κυριάκο Μαραβέλια, διευθυντή στη Lyra, ο οποίος μου λέει κάτι μου θυμίζει το όνομα. Έχει δίκιο. Εκ των (πολύ) υστέρων, τρεις μήνες μετά βρίσκω την ίδια κασέτα στην αποθηκούλα με τα άχρηστα της Lyra, με τη σημείωση «Από Νένα Βενετσάνου». Εκείνη τη φορά λοιπόν εν θερμώ εκταμιεύω το «ναι».
Τα χρήματα που δίνει είναι οριακά, αν βρίσκαμε φιλικό στούντιο και φίλους μουσικούς. Στην Αθήνα δεν τον ξέρουν. Μιλάω με κάποια στούντιο αλλά όλο και κάτι αλλάζει, κάτι στραβώνει.. Μιλάω με τον Κώστα Στρατηγόπουλο που είχε το Mini Farm στην Αγία Παρασκευή και μου έκανε φιλικές τιμές. Όταν έρχεται στην Αθήνα ο Σωκράτης και πάμε στο στούντιο, το καθεστώς έχει αλλάξει και έχει κάνει lockout ένας κιθαρίστας. Μιλάμε μήπως η παραγωγή μας ενταχθεί στις ώρες του.
Του βάζω την κασέτα να ψυχανεμιστεί. Ο τύπος έχει πάρει κάτι εργολαβίες με διαφημιστικές και δεν ακούει παρά το «Money» των Pink Floyd. Του φαίνονται αστεία τα χρήματά μας, μιας και για 30 δευτερόλεπτα σποτ έπαιρνε το μισό μας budget. Βγάζω την κασέτα που είχε παίξει μέχρι το ρεφρέν.
Παίρνω τη "Στέλλα" και φύγαμε. Ο Μάλαμας δεν μιλάει. Εγώ είμαι απογοητευμένος και αισθάνομαι ενοχές που τον κατέβασα τσάμπα. Γυρνάμε στην Lyra με τη μηχανή μου για να συναντηθεί με τον Μαραβέλια. Μπαίνουμε, και στο σαλονάκι είναι ο Νίκος Παπάζογλου. Έκπληξη, χαρές και αγκαλιές. Μετά το ξάφνιασμα έρχεται το ερώτημα στον Σωκράτη. Τι κάνεις εσύ εδώ; Ο Μάλαμας λέει, να ο Άγγελος... Και εξηγώ την όλη περιπέτεια. Ρε μπαγάσα μου λέει ο Νίκος γιατί να μην το κάνουμε επάνω στο Αγροτικό; Ωραία ιδέα λέω, αλλά κάτσε να ενημερώσω τον Κυριάκο. Εκείνα τα χρόνια η γραμμή ήταν, ότι θέλει ο Παπάζογλου! Ο Μαραβέλιας μου δίνει το οκ, αλλά για τα φράγκα να μην κάνω κουβέντα, θα μιλούσε εκείνος.
Το γιορτάζουμε με ένα ποτό στο κουζινάκι. Τον παραδίδω στα καλύτερα χέρια. Σε δυο μέρες με παίρνει ο Καφούρος να μάθει τι έγινε. Όλα κατ’ ευχήν Βασίλη.
Το υλικό αρέσει στον Νίκο και ξεκινάνε στο “Αγροτικόν”.
Προτείνω στον Παπάζη να το βαφτήσει «Ιστορίες καθημερινής τρέλλας». Ο Νίκος δεν θέλει την άμεση αναφορά στον Μπουκόφσκι. Τίτλος «Μαυρόασπρες ιστορίες». Μου τονίζει πόσο καλός κιθαρίστας είναι ο Σωκράτης. Τον παίρνει στην μπάντα μαζί με τον Καφούρο. Το καλοκαίρι στην κατάμεστη συναυλία στον Λυκαβηττό τον καμαρώνω να λέει τις «Λάσπες».
Κυλούν τα χρόνια και η συνεργασία μας, που δεν έγινε τότε, την κάνουμε δέκα χρόνια αργότερα. 1998. Είναι η εποχή που στις συναυλίες του φωνάζουν «κάνε μας χάλια Μάλαμα». Παίρνω τον Καφούρο. Του λέω, Βασίλη δεν θα το πιστέψεις, σαν μυθιστόρημα. Μετά 10 έτη.
Ο Βασίλης μόλις είχε γυρίσει από την Ινδία από το Community του Rajneesh Είναι Sannyasin και λέγεται Zaheer. Ο Μάλαμας στην Αθήνα καλεί τον Κώστα Θεοδώρου –Dine Doneff κοντραμπάσο, τον Τάκη Κανέλλο τύμπανα και τον Παντελή Μπενετάτο πιάνο για τις βάσεις. Η ομάδα του είναι Jazzy.
Εγώ του έχω στρώσει το Polysound με τον Γιώργο Καρυώτη στην MCI κονσόλα με τον σχετικό αυτοματισμό. Στόχος μου είναι να αξιοποιήσω την παρουσία και τις χαμηλές συχνότητες της φωνής του. Δεν με αφήνει. Δεν θέλει. Προτιμά να είναι σαν τραγουδιστής μπάντας. Γράφουμε τον Καβάφη και ανακαλύπτω ότι μετά το τραγούδι υπάρχει και ένα ορχηστρικό μέρος αλλά δεν θέλει να το γράψει. Επιμένω. Επιμένει και η παρέα των μουσικών. Τελικά το γράφουμε.
(Ο Σιώτας τον πείραζε λέγοντας, τα τραγούδια Σωκράτη, σου αρέσουν περισσότερο από τη μουσική)
Το πλάνο έλεγε ότι θα έρθει ο Αγγελάκας, η Χαρούλα και η Κανά να πουν από ένα τραγούδι. Χαλάνε και τα τρία. Μας έχουν κάνει βουντού. Κλονίζονται γύρω του πυλώνες. Η ψυχραιμία του είναι αξιοθαύμαστη. Ξαναγράφουμε. Αλλάζουμε τόνους. Τα λέει όλα ο Σωκράτης.
Έρχεται ο Μπάμπης Παπαδόπουλος με τον εξοπλισμό του, τα πεταλάκια του, τα φυσερά του και παίζει στο «Κοντραπούντο». Ο Μανώλης Πάππος, ο Βαβάτσικας, ο Σιώτας η Καλημέρη, η Λαμπρίδη όλο και κάτι προσθέτουν από την ψυχή τους. Μου γνωρίζει τον Κώστα Τσούγκρα με το ακορντεόν, του γνωρίζω τον Γιάννη Ζευγώλη με το βιολί και τον Βαγγέλη Καρίπη με τα κρουστά του. Αγόρασα μια video camera και καταγράφω σε mini dv τα πάντα. Με προγκάρει, κατάσκοπο με λέει.
Έχουμε κολλήσει στον τίτλο. Του προτείνω το «13.000 μέρες» που είναι οι τότε μέρες ζωής του. Αρνείται. Σιγά σιγά το αποδέχεται. Δια χειρός Χρήστου Θηβαίου γράφονται τα credits. Καλώ τον Χρήστο Πότσιο και τριγυρνάμε στην Αθήνα και τον φωτογραφίζει στην Ομόνοια και στα πέριξ. Ναι, θέλω να φανεί ότι ο Μάλαμας ήρθε στην Αθήνα.
Τελειώνουμε τις μίξεις και τον καλώ στο σπίτι μου και τρώγωντας και πίνοντας του προβάλω το βιντεοσκοπημένο υλικό. Θυμόμαστε, σχολιάζουμε, γελάμε. Η ζωή μας σε replay. Γινόμαστε γκολ! -Γιατί κάνουμε video clip όταν έχουμε αυτό το κόλπο; Αναρωτιέται. Το υλικό το παίρνει η αδελφή του η Κυριακή Μάλαμα και σκηνοθετεί ένα αλλιώτικο αφιέρωμα για το Mega.
Με την κυκλοφορία με παίρνουν λαϊκοί τραγουδιστές και θέλουν να πουν το “Δρόμο άλλαξε ο αέρας”
Ο δρόμος είναι ανοιχτός...
Παίρνω τον Καφούρο. Βασίλη ήταν μακρύ το ταξίδι από την Σίφνο μέχρι εδώ.
Έχεις να προτείνεις τίποτα άλλο;
Και τώρα να απολογηθώ. Σας πήρα μαζί μου σε όλη αυτή την αναδρομή γιατί είμαστε 10 χρόνια χωρίς τον Νίκο Παπάζογλου και 10 μέρες χωρίς τον Βασίλη Καφούρο-Zaheer.