Τέλη της δεκαετίας του ’60 στη δισκογραφία ξεκίνησε ένα ρεύμα δεύτερης ανάγνωσης δημοτικών τραγουδιών. Μιά αναζήτηση ταυτότητας. Πρώτος διδάξας ο πολυπράγμων Νίκος Χουλιαράς. Με την στιβαρή φωνή του και με την συνοδεία της κιθάρας του, έκανε μια αστική προσέγγιση σε ηπειρώτικα τραγούδια. Ερμηνείες δωματίου. Την μύηση έλαβε η Μαρίζα Κώχ και προχώρησε με πιο εξωστρεφή διάθεση και διανθισμένες επιλογές. Ακολούθησαν με το "Ώτοστοπ", ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας και το πρωτοεμφανιζόμενο συγκρότημα Ανάκαρα. Τα Ανάκαρα επιρρεασμένοι από τη ροκ και τη φολκ εναρμονίζουν και διασκευάζουν παραδοσιακά τραγούδια από την γενέτειρά τους, την Βέροια. Τον Νίκο Ζιώγαλα τον έμαθα επειδή μου άρεσαν τα Ανάκαρα.

 

Ήταν το τρίτο και το νεώτερο μέλος. Μαθητής Γυμνασίου. Τα άλλα δύο μέλη ήταν τα αδέρφια Κώστας και Νάγια Γεωργίου. Από τα πρώτα τραγούδια που έπαιξα στην κιθάρα ήταν το «Πού πας αφέντη μέρμηγκα» στη δική τους εκτέλεση. Στην πορεία ανακάλυψα πως κι εκείνου του άρεσε η «Οπισθοδρομική Κομπανία», από τότε που είμασταν ανώνυμοι και τριγυρνούσαμε στις ταβέρνες, μέχρι που βαφτηστήκαμε και στήναμε τα στέκια μας. Τον θυμάμαι χαμογελαστό στο «Άλσος». Αμοιβαία ήταν τα αισθήματα. Έτσι μετά από πολύχρονη πορεία εκτίμησης και συμπάθειας, τα κατάφερα και ήρθε ο Νίκος Ζιώγαλας στην Λύρα το '93 για να συνεργαστούμε. Έφυγε από τη Virgin και γύρισε στην Λύρα την εταιρία που έκανε το ντεμπούτο του.

 

Κώστας και Νάγια Γεωργίου. Στη μέση ο μικρός Νίκος Ζιώγαλας


Ξεκινήσαμε να στήνουμε τον δίσκο « Γυρνάει ο καιρός».
Θα γράφαμε στο “Red House” του Κώστα Στρατηγόπουλου.


Ο Κώστας ήταν φίλος του Ζιώγαλα και είχε ένα πρόσθετο ενδιαφέρον για την δουλειά. Είχε ανανεώσει πρόσφατα τον εξοπλισμό του και από το 16άρι Fostex πήρε την νέα τεχνολογία τότε, τα ADAT. Ήταν ένα βήμα πριν την καθαρή ψηφιακή καταγραφή. Αναλογικό format αλλά ψηφιακή εγγραφή. Ψηφιακή 8κάναλη κασέτα. Με τέσσερεις τέτοιες μονάδες συμπλήρωνες τα 24 κανάλια και χρησιμοποιούσες τα υπόλοιπα για backup στις μίξεις σου. Ήταν το automation «του φτωχού»!


Την ενορχήστρωση την ανέλαβε ο Οδυσσέας Τσάκαλος ιδρυτικό μέλος των ΦΑΤΜΕ, τραγουδοποιός, εφυέστατος ντράμερ και φίλος του Νίκου. Γενικά ο Ζιώγαλας είχε πολλούς φίλους και ήθελε να υπάρχει αυτό το «ζεστό αγάπης κύμα" και στο στούντιο.


Ο Τσάκαλος δούλεψε με τον Χρυσόστομο Μουράτογλου στον προγραμματισμό και έστησαν τον μισό δίσκο με τον Γιάννη Γρηγορίου μπάσο και τον Κλέωνα Αντωνίου ηλεκτρική κιθάρα. Τα υπόλοιπα τραγούδια τα αντιμετωπίσαμε κατά περίπτωση. Τα τραγούδια που είχε γράψει είχαν διαφορετικό στυλ από τις μπαλάντες με τον ροκ ήχο που είχε καθιερωθεί. Ήθελε να δοκιμάσει έναν ήχο ελληνικό. Έστειλα μήνυμα και οι φίλοι μουσικοί όλοι ανταποκρίθηκαν θετικά.


Ο νέος φίλος του Ζιώγαλα ήταν ο νεαρός Μανώλης Φάμελλος. Τους σύστησε ο Πάνος Τόλιος γύρω στο 91 και έγιναν φίλοι first sight που λένε. Όταν ανέβαινε ο Νίκος στην Θεσσαλονίκη να παίξει στον «ΜΥΛΟ» έπαιζε με τους Ποδηλάτες του Φάμελλου. Έτσι ο Φάμελλος ήρθε στο στούντιο με τους Ποδηλάτες - Σιώτας, Σολούκος, Μπάγιερ, Παπάζογλου- να παίξουν δύο τραγούδια. Τη "Βασιλική" και το "Μην μου μιλάτε σήμερα". Στο στούντιο ο Κέλτικος ήχος τους πήρε το βαλκανικό χρώμα που χρειαζόμασταν. Κάλεσα τον σπεσιαλίστα στα κρουστά Πέτρο Κούρτη που συν τοις άλλοις έπαιξε και ένα νταούλι. Αυτός ο Θρακιώτικος ρυθμός, τα 6/8 είχε να ακουστεί, από την Μαύρη Θάλασσα του Σαββόπουλου.

Το «Μην μου μιλάτε σήμερα» ήτανε παραδοσιακό καλαματιανό και πιό εύκολο στην διασκευή και την εκτέλεση του. Πέρασε κι ο Νίκος Πορτοκάλογλου και έπαιξε μιά 12χορδη και έκανε φωνητικά. Ήρθε κι ο Μάνος Αχαλινωτόπουλος με το κλαρίνο και τις φλογέρες του.


Ο Φάμελλος έδωσε στο Νίκο και ένα τραγούδι που μας άρεσε. «Της καρδιάς τα πέταλα», ένα δροσερό σερβικάκι. Φώναξα τον Σπύρο Γκούμα και τον Γιάννη Ζευγόλη και το τραγούδι πήρε ένα κομπανιακό χαρακτήρα. Έπεσε μια διαφωνία από φίλο του Νίκου ότι δεν του πάει κι ότι θα του κάνει κακό αν το πει. Προς στιγμήν παγώσαμε . Έφυγε το αγαπησιάρικο κλίμα από το στούντιο. Έπρεπε να γίνω κακός και να βάλω τα πράγματα στην θέση τους. Εξήγησα πως έχω την ευθύνη του δίσκου και ότι το πιστεύω το τραγούδι. Τελικά το γράψαμε. Το καλό κλίμα ξαναγύρισε. Το τραγούδι βέβαια αγαπήθηκε ιδιαίτερα από τα ράδια κι ο φίλος εκ των υστέρων έλεγε «Τι πήγα να σου κάνω ρε Νίκο!». Ήρθε ο Μαγκλάρας με το βιολί του, ο Σιμάτος με την κιθάρα του, ο Ρέλλος με το σαξόφωνο, ο Καζούλης που έκανε φωνητικά και η παρέα όλο και μεγάλωνε.


Αστήρευτος, ο Ζιώγαλας έφερε ακόμα ένα τραγούδι, το τελευταίο! Το «Χρόνια σου πολλά» και είπαμε να το βάλουμε σαν υστερόγραφο. Κάλεσα τον «Οπισθοδρομικό» Γιάννη Εμμανουηλίδη και την Αρετή Μπέλλου και το γράψαμε παρεΪστικα και γιορτινά με μπουζούκι κιθάρα και μπαγλαμά εγώ.


Ο δίσκος «Γυρνάει ο καιρός» αγαπήθηκε και έκανε αίσθηση, αλλά η Βασιλική στην Αθήνα δεν παίχτηκε καθόλου.


Ο Νίκος Σεφανίδης από την Θεσσαλονίκη, μας έστελνε χαρμόσυνα μηνύματα -Εδώ, την Βασιλική την χορεύουνε στα μπαρ! Η Αθήνα άκουγε Lucio Battisti και Dire Straits στα ελληνικά.
Στα live η Βασιλική κέρδιζε όλο και περισσότερους θαυμαστές. Άρχισαν να το τραγουδούν και άλλοι.


Πέρασε στις σκηνές και στα μαγαζιά πρώτα βόρεια και μετά κατηφόρησε . Αυτή η τολμηρή ξανθειά που για τον έρωτά της, έπινε λυτρωτικά το φαρμάκι σα λεμονάδα, ξεσήκωνε με τον Θρακιώτικο οίστρο της τα κορμιά και τους έδινε την δικιά της ζωή. Σε λίγα χρόνια δεν υπήρχε πρόγραμμα που να μην περιλαμβάνει την Βασιλική.


Ο Ζιώγαλας είναι επιμελής και σημειώνει τους παλιούς του λογαριασμούς. Με την Βασιλική κατόρθωσε και άνοιξε ξανά το παλιό μονοπάτι που άνοιξαν τα Ανάκαρα. Περπάτησε σε χώμα και είδε ουρανό. Έπλεξε πάλι το δημοτικό με την νεανικότητα. Ζωντάνεψε τα πρώτα του βήματα και κέρδισε το στοίχημα για την παρέα της Βέροιας.

 


 * Ο Αγγελος Σφακιανάκης είναι παραγωγός και ιδιοκτήτης του Μικρού Ήρωα