Δεν ξέρω εγώ, ύστερα από πόσα χρόνια η στήλη ξανάρχεται στο προσκήνιο – είκοσι, σίγουρα. Υπό άλλες συνθήκες και, πλέον, ηλεκτρονικά όπου και παρεμβάσεις θα υποστεί αλλά και ανάλογες – γρήγορες – απαντήσεις μπορεί να δώσει. Όχι μόνο για τη μουσική αλλά κυρίως για αυτή θα μιλήσει, χωρίς να εξαιρεί ταινίες και βιβλία. Βέβαια, πολύς χρόνος έχει κυλίσει από τότε και αρκετά έχουμε υποστεί – σε επίπεδο ζωής καθώς και σε αυτό της σημερινής τέχνης – όμως παρ ‘όλα αυτά, η γλυκιά εμμονή στη νέα δημιουργία, η επιμονή στους καινοτόμους, στους ριζοσπάστες καλλιτέχνες και μουσικούς καλά κρατεί. Παρά την ανάγκη των ακροατών / θεατών για γνώριμα και οικεία – τις αλλεπάλληλες ρετροσπεκτίβες και επαναλήψεις, την ρετρομανία που κατακλύζει την τέχνη και μάλιστα την Ποπ, παρά την θαλπωρή που αποπνέουν οι good old times, το καινούριο πάντα γοητεύει Και ενίοτε προλογίζει τη κατάσταση των πραγμάτων που θα έρθουν.

 

mapoutse-coverΔεν θα αναφερθώ στην συναυλία που o Roger Waters γκρεμίζει για πολλοστή φορά τον Τοίχο του ούτε στην ειδική για την Ελλάδα unplugged συναυλία των Scorpions – αυτά είναι πολύ χαρακτηριστικά δείγματα – στα σιγουράκια για τον ντόπιο πληθυσμό στα οποία ποντάρουν οι εκάστοτε διοργανωτές. Θα επανέλθω σε αυτά με κάποιο κείμενο.

 

Εκείνα που με έχουν συναρπάσει τελευταία είναι ένα βιβλίο και ένα φιλμ : Το Mαπούτσε [Εκδ. ‘Αγρα] – μυθιστόρημα του Γάλλου Caryl Ferey - περιγράφει μέσα σε 471 σελίδες και υπό τη φόρμα του neo- polar (ήγουν, πολιτικού αστυνομικού) την πορεία ενός ζευγαριού – ενός, ντετέκτιβ ας πούμε και μιας ιθαγενούς Μαπούτσε – ενώ «σκηνοθετεί» αριστοτεχνικά τους μηχανισμούς της Αργεντινής Χούντας του Βιντέλα μέσα από σειρά αιματοβαμμένων φόνων.
Στερεή κοινωνική γραφή, πολύ σασπένς, νευρώδεις διάλογοι – μπόλικη βία και ερωτισμός – καλή μετάφραση. Της σχολής Paco Ignacio Taibo II αλλά με σπλάτερ κουλτούρα.

 

Mερικές ημέρες το καλοκαίρι έφυγαν τρέχοντας στις σελίδες του. Αντίστοιχα, στο ντοκιμαντέρ, Ψάχνοντας Τον Sugarman – σκηνοθετημένο από το Σουηδό Μαλίκ Μπεντζελούλ – δυο Νοτιαφρικανοί αφοσιωμένοι εραστές της μουσικής ερευνούν τι απέγινε ο Rodriguez, Αμερικάνος τραγουδοποιός που κυκλοφόρησε δυό άλμπουμ αρχές του ’70 και… εξαφανίστηκε! Εδικά το πρώτο του – το “Cold Fact” ( 1970) είναι όντως εξαιρετικό: δημιουργικό μίγμα ντιλανικής ποίησης, φολκ ψυχεδέλειας και ροκ μπαλάντας. Μεξικάνικης καταγωγής- μαυροντυμένος με κοψιά μεταξύ Rudy Martinez (Question Mark & the Mysterians ) και Jose Feliciano, ο τροβαδούρος από το Ντιτρόϊτ έγινε θρύλος στους λευκούς της Νότιας Αφρικής του απάρτχάϊντ - κυρίως ένεκα των στίχων κοινωνικής διαμαρτυρίας που περιείχε.

 

Και ενώ εκεί πωλούσε εκατοντάδες χιλιάδες δίσκους στην πατρίδα του επιβίωνε δουλεύοντας ως καθαριστής παλιών κατοικιών ! Τελικά, οι δυο φανς τον ξετρυπώνουν και τον φέρνουν για συναυλίες στη χώρα τους. Και είναι μόλις φέτος που ο υπόλοιπος κόσμος ανακαλύπτει την αξία του Rodriguez χάρη σε τούτο το πολύ καλό φιλμ που κέρδισε πριν λίγους μήνες το Όσκαρ καλύτερου ντοκιμαντέρ. Είναι εκεί ένθα αποτυπώνεται η ερωτική σχέση που διατηρεί κάθε αληθινός λάτρης της Ποπ και του Ροκ με τη μουσική.