Ο Πορτογάλος Φερνάντο Πεσόα δεν ήταν μόνον ένας από τους κορυφαίους Ευρωπαίους ποιητές της νεότερης εποχής αλλά και ένας από τους σημαντικότερους ανανεωτές του γραπτού λόγου και πρωτοπόρους της ίδιας της πράξης της γραφής όπως φαίνεται στα πολλά βιβλία που πρόλαβε να εκδώσει πριν ο αλκοολισμός τερματίσει την ζωή του μόλις στα σαράντα επτά χρόνια του το 1935.
Οι πάρα πολλοί «ετερώνυμοι» του (και οι ακόμα περισσότεροι που ανακαλύπτονται στο πραγματικά τεράστιο ανέκδοτο αρχείο που άφησε πίσω του και το οποίο ακόμα ερευνάται) και στις δυο γλώσσες στις οποίες έγραφε καθώς κατείχε άπταιστα και την αγγλική, απολύτως ολοκληρωμένες δηλαδή και εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους περσόνες που επινοούσε και τους «ανέθετε» την συγγραφή των βιβλίων του, είναι πιθανότατα μοναδικό φαινόμενο στην παγκόσμια φιλολογία. Το πιο ογκώδες, πολυσήμαντο και αναμφίβολα αυτοβιογραφικό έργο του είναι το «Το Βιβλίο Της Ανησυχίας» και ο ετερώνυμος του σε αυτό, ο Μπερνάρντο Σοάρες, δικαιολογημένα θεωρείται ο πιο κοντινός στον αληθινό εαυτό του.
Ο διεθνώς διακεκριμένος Ολλανδός Michel Van Der Aa είναι αντίστοιχα ένας από τους σημαντικότερους δημιουργούς μουσικής της εποχής μας. Ο χαρακτηρισμός συνθέτης είναι μάλλον περιοριστικός για αυτόν καθώς, έχοντας σπουδάσει και σκηνοθεσία εκτός από μουσική, ξεκίνησε σκηνοθετώντας τις όπερες – ή καλύτερα έργα μουσικού θεάτρου - στις οποίες έγραφε την μουσική και από μια στιγμή και μετά τα έργα του δεν είναι μουσικά αλλά πολυμεσικά συνδυάζοντας βίντεο, θέατρο, συχνά και χορό, πεζό και έμμετρο λόγο με την μουσική η οποία δεν παράγεται μόνον από τα «παραδοσιακά», ακουστικά ή και ηλεκτρικά, αλλά και από ηλεκτρονικά όργανα, ακόμα και από υπολογιστές. Έστω όμως και αν τον θεωρήσουμε συνθέτη ο Michel Van Der Aa ανήκει σε μια νέα, πολύ διαφορετική και εντελώς προσαρμοσμένη στις συνθήκες αλλά και στις απαιτήσεις του εικοστού πρώτου αιώνα εκδοχή αυτής της ιδιότητας. Οχι απλά ταλαντούχος αλλά στ’ αλήθεια χαρισματικός από το ’11 είναι ο βασικός συνθέτης της σπουδαιότερης ολλανδικής ορχήστρας, της Βασιλικής Ορχήστρας Comcertgebouw του Άμστερνταμ, ενώ τα projects του συζητούνται εκ προοιμίου και όχι μόνο στη χώρα του.
Ενα από τα πλέον πολυσυζητημένα ήταν το «The Book Of Disquiet» του ’08, όταν δηλαδή δέχθηκε την πρόκληση να δώσει την δική του μουσική εκδοχή για το προαναφερθέν ογκώδες «Το Βιβλίο Της Ανησυχίας» του Πεσόα. Για το συγκεκριμένο έργο, ανάμεσα στα υπόλοιπα, ο Der Aa γύρισε και μια κανονική ταινία μικρού μήκους που αποτελεί ισοδύναμο τμήμα του με την μουσική και την πρόζα (αποσπάσματα από το βιβλίο του Πεσόα, το μοναδικό του από όσο τουλάχιστον γνωρίζω το οποίο περιλαμβάνει και πεζά μέρη εκτός από τα ποιητικά) που αποδίδει ένας ηθοποιός. Στην ταινία αυτή, ανάμεσα σε μερικούς Πορτογάλους ηθοποιούς, εμφανίζεται και η εξαίρετη τραγουδίστρια του fado Ana Moura η οποία ερμηνεύει θαυμάσια ένα δείγμα του σημαντικότερου ιδιώματος της πορτογαλικής μουσικής που αναφέρεται στο κείμενο του Πεσόα αλλά προφανώς άρχισε να υπάρχει μόνον όταν έγραψε την μουσική του ο Der Aa.
Το Ergon Ensemble πέραν πάσης αμφιβολίας είναι (με μόνο το ARTéfacts Ensemble, για να είμαστε ειλικρινείς, να το πλησιάζει, αν και αυτό λειτουργεί περισσότερο ως κολεκτίβα παρά ως οργανωμένο σύνολο) το πλέον εξειδικευμένο στη σύγχρονη μουσική ελληνικό σύνολο αυτή τη στιγμή. Έχουν ξαναπαίξει έργο του Der Aa υπό την διεύθυνση και πάλι του άριστου – και επίσης Ολλανδού - μαέστρου Kasper De Roo και έτσι η απόδοση της δεκατετραμελούς για την περίσταση σύνθεσης τους (δύο κλαρινέτα, φαγκότο, φλάουτο, τρομπέτα, τρία βιολιά, δύο βιόλες, δύο βιολοντσέλα, κοντραμπάσο και κρουστά) δεν ήταν τίποτα λιγότερο από άψογη.
Ο Μιλτιάδης Φιορέντζης, από τους καλύτερους νέους ηθοποιούς μας, ερμήνευσε με ακρίβεια και ευφυία την μεταφρασμένη στα ελληνικά προσαρμογή για την παράσταση από τον Der Aa της πρόζας του Πεσόα ενώ η ταινία συμπλήρωνε ιδανικά το σύνολο, με κορύφωση φυσικά το fado της Ana Moura.
Το φινάλε λοιπόν με βρήκε ενθουσιασμένο; Οχι γιατί παρά τα πάρα πολλές αρετές της (ενορχηστρωτική ποικιλία και μια ανάλογα μεγάλη γκάμα διαθέσεων, αξιοποίηση όλων των διαφορετικών ηχοχρωμάτων των οργάνων αλλά και σωστή και με μέτρο χρήση των ηλεκτρονικών μερών) θεωρώ ότι η μουσική ήταν στο μεγαλύτερο μέρος της αποσπασματική και δίχως την απαραίτητη κατά τη γνώμη μου συνοχή και τα πιο λυρικά θέματα της με όχι τόσο ισχυρή μελωδικότητα όσο θα τα ήθελα.
Θυμάμαι όμως το καθαρό, ειλικρινές βλέμμα του συμπαθέστατου και σεμνού στο έπακρο Michel Van Der Aa όταν λίγες ημέρες πριν, σε μα φιλική συζήτηση μετά καφέ με λίγους δημοσιογράφους στο μπαρ του ισογείου της ΣΙΩ, επαναλάμβανε πολλές φορές την λέξη ουμανισμός και όλα τα παράγωγα της και τόνιζε ότι επίκεντρο σε οτιδήποτε κάνει είναι πάντα ο άνθρωπος.
Είμαι σίγουρος λοιπόν και οφείλω να του αναγνωρίσω ότι έκανε ό,τι καλύτερο ήταν δυνατό για αυτόν έχοντας να αναμετρηθεί με τον ογκόλιθο που λέγεται Φερνάντο Πεσόα και τα πάμπολλα αιτήματα,, αινίγματα μα και προβλήματα που θέτει η γραφή του στην πλέον εσωτερική, βαθυστόχαστη και φιλοσοφημένη, άρα και τρομερά απαιτητική ακόμα και για τον αναγνώστη, έκφανση της. Και αυτός είναι ένας παράγοντας που δεν μπορεί παρά να βαρύνει πάρα πολύ στην τελική αποτίμηση ενός έργου ενός ούτως ή άλλως πολύ σπουδαίου, εμπνευσμένου και εντέλει απλά ξεχωριστού δημιουργού...