Βράδυ Πέμπτης. Θέατρο Θησείον. Την περιοχή τη μαρτυράει το όνομα του Θεάτρου. Την κατάσταση ο υπότιτλος που το συνοδεύει. «Ένα θέατρο για τις τέχνες». Αυτό που είδαμε εκεί ήταν όντως Τέχνη. Ένα αποτέλεσμα γνώσης, τεχνικής, δεξιότητας και συναισθηματικής έκφρασης. Ο μουσικός και τραγουδοποιός Δημήτρης Μυστακίδης φωτίζει ένα θέμα διαχρονικό και επίκαιρο ταυτόχρονα. Αυτό της μετανάστευσης, μέσα από το φίλτρο των τραγουδιών που γράφτηκαν και κυκλοφόρησαν στην Αμερική. Καθηγητής και βιρτουόζος της κιθάρας παρουσίασε, από τη σκοπιά του ρεμπέτικου τραγουδιού, το νέο του δίσκο με τίτλο «Amerika».

 

 

Λίγα λόγια για το δίσκο

Με αφορμή την ιδιαίτερη τεχνική της «τσιμπητής» κιθάρας και τα ιδιότροπα παιξίματα του Κατσαρού, του Δούσα και του Κωστή, ο Δημήτρης Μυστακίδης διασκευάζει και επανεκτελεί με τον δικό του προσωπικό τρόπο, ρεμπέτικα τραγούδια που κυκλοφόρησαν και παίχτηκαν ζωντανά μόνο στην Αμερική από τους Έλληνες μετανάστες στις αρχές του προηγούμενου αιώνα.

Η τεχνική της «τσιμπητής» κιθάρας ξεκίνησε και αναπτύχθηκε στην Αμερική στις αρχές του 20ού αιώνα από τους Έλληνες μετανάστες μουσικούς Γιώργο Κατσαρό και Κώστα Δούσα (ή Γκούσια), αλλά και στην Ελλάδα από τον Κώστα Μπέζο (Α. Κωστή). Η ιδιοφυΐα και η προσαρμοστικότητα των λαϊκών αυτών μουσικών οδηγεί την τέχνη τους σε δρόμους ανεξερεύνητους: επηρεασμένοι από την fingerpicking τεχνική των Αφροαμερικάνων μουσικών των blues, υιοθετούν τα ιδιαίτερα, ανοικτά κουρδίσματα που βρίσκουν στην Αμερική, δημιουργώντας έναν πρωτότυπο τρόπο εκτέλεσης. Οι μελωδίες της πατρίδας, αλλά και οι δικές τους συνθέσεις, αποκτούν νέο ήχο μέσα στις γειτονιές του νέου κόσμου.

 

Σχετικά με την παρουσίαση

Καθισμένος σε μία καρέκλα και γύρω του τρεις κιθάρες και ένας υπολογιστής. Αυτό ήταν το βασικό σκηνικό που συμπληρωνόταν από μεγάλα ξύλινα μπαούλα δεξιά κι αριστερά, αλλά και έναν προτζέκτορα για τις προβολές που έγιναν κατά τη διάρκεια της παρουσίασης.

 

Μας έβαλε στο κλίμα από την αρχή. Τραγούδησε τον πόνο και την αγωνία των ανθρώπων που άφηναν την πατρίδα τους για μία καλύτερη τύχη. Τα βίντεο που προβλήθηκαν και τα ηχητικά που ακούστηκαν, όλα γύρω από το ίδιο θέμα, ήταν συγκινητικά με στοιχεία που σηκώνουν ατελείωτες ώρες κουβέντας. Ακούστηκαν αναγνώσεις γραμμάτων από και προς τους μετανάστες, αλλά και κάποια στοιχεία σχετικά με την εγκληματικότητα των Ελλήνων εκεί, που δημιούργησαν μία αίσθηση η οποία καταρρίφθηκε από τα λίγα και ουσιαστικά που είπε ο ίδιος στο κλείσιμο της παρουασίασης.

 

Ο Μυστακίδης καθόλου πρόχειρος παρουσίασε τα κομμάτια του δίσκου χωρίς πολλά λόγια σε μία ρεμπέτικα μυσταγωγική εκτέλεση. Η απλότητα και η ευθύτητα, βασικά χαρακτηριστικά του ρεμπέτικου κόσμου είναι χαρακτηριστικά και του ίδιου. Τόσο στη σκηνή, όσο και στην αισθητική απεύθυνση. Με θέμα τους χιλιάδες Έλληνες μετανάστες που έφυγαν για την Αμερική πριν 100 χρόνια, συνειρμικά είπε αυτά που ήθελε να πει για τη σημερινή μετανάστευση τόσο των Ελλήνων προς άλλες χώρες όσο και το αντίστροφο.  Ο τρόπος που τα είπε ήταν τόσο ουσιαστικός όσο και το παίξιμό του.

 

Αυτό ακριβώς κάνει ακόμα πιο σημαντική την προσωπική του κατάθεση σε ένα θέμα που βασανίζεται από άκρατο λαϊκισμό και λειτουργεί ως πεδίον δόξης λαμπρό για σιχαμερές ιδέες και νεοναζιστική πολιτικολογία.

 

Ο ίδιος αφιερώνει το νέο του δίσκο σε όσους άφησαν πίσω τις πατρίδες τους αναζητώντας μια καλύτερη τύχη, αλλά δεν τα κατάφεραν. Και σημειώνει:

 

«Το ίδιο έργο με άλλους πρωταγωνιστές.

Είδα:

μια ανήμπορη χώρα να διώχνει τα παιδιά της

τη μεγαλειώδη προσπάθεια επιβίωσης και προσαρμογής

τη δύναμη του ονείρου

την ελπίδα

την αλληλεγγύη

τον φόβο και τον ρατσισμό των βολεμένων.»

 

Κυκλοφορεί από τη Fishbowl. Θα τον βρείτε σε επιλεγμένα δισκοπωλεία. Πληροφορίες στο Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε..