Κουίζ : Ποια ερώτηση δεν πρέπει να απαντήσετε όταν είστε καθοδόν για τη Μάρθα Φριντζήλα και το Koubara Project 3 (παίζεται και την επόμενη Κυριακή στο Ανοδος Live Stage). Απλό. Όλα τα άλλα, εκτός από το «τι θα δούμε απόψε». Στρίψτε το καλύτερα σε κάτι τύπου «άσε να παρκάρω πρώτα και θα σου πω» και αφήστε το μειδίαμα σας να πλανάται σαν απειλή στον αέρα.
Η ειλικρίνεια εδώ, έτσι κι αλλιώς, δεν μετράει. Γιατί, ακόμα και να θελήσει κανείς να εξηγήσει σε κάποιον που δεν ξέρει, «τι εστί Φριντζήλα» , θα υποπέσει στο αμάρτημα της απλής περιγραφής και αποκλείεται να φτάσει στο δια ταύτα. Και ποιό είναι αυτό; Μα το ότι η συγκεκριμένη τραγουδίστρια,( ηθοποιός, σκηνοθέτης κλπ -η σειρά μπορεί κάλλιστα να αλλάξει) δεν γίνεται να μπει κάτω από τις γνωστές κατηγορίες ( γιατί είναι κατηγορία από μόνη της).
Κubara Project λοιπόν και Μάρθα Φριντζήλα, μια μεγάλη παρέα μουσικών και μια πληθωρική «αρχηγός» ανάμεσα τους, μια παρουσία δυνατή πάνω στη σκηνή, που ενώ δεν εμπίπτει στα τρέχοντα πρότυπα «τηλεοπτικής» ομορφιάς, «το ’χει» το αστέρι της. Πολύ δύναμη εκεί πάνω, πολύ (μα πολύ !) εξυπνάδα, χιούμορ, αυτοσαρκασμός κι όλα αυτά με μια ωραία τρέλα στο μάτι. Όλη η παρέα το ’χει αυτό. Η παρέα με Π κεφαλαίο. Αισθάνεσαι την συνεννόηση τους κάτω από τις «γραμμές», το χιούμορ τους, τους μυστικούς κώδικές τους- αν είσαι συντονισμένος δε στη συχνότητα τους, μπορεί και να τους πλησιάσεις καλύτερα… Πάντως αδιάφορος δεν θα μείνεις. Η θα σου αρέσουν τρελά, η θα μείνεις εκτός , με την απορία…
Γιατί , (μπορεί να πεις) είναι δυνατόν να συνδυαστoύν στο ίδιο πρόγραμμα τραγούδια όπως Parole Parole, Ave Maria, με Θανάση Παπακωνσταντίνου, Θεοδωράκη («Χιονίζει μέσα στη Νύχτα»), Χατζιδάκι, Λάγιο, ρώσικα, εβραϊκά, λάτιν, βαλκανικά, Ινδοπρεπή…
Το ορκίζομαι γίνεται. Ήμουν εκεί. Το διπλανό τραπέζι βέβαια (μια παρέα γυναικών άνω των 60 κι ένας κύριος της ίδιας ηλικίας) παρέμεινε άλαλο σαν παγωμένο σε όλη την διάρκεια του προγράμματος -ίσως γιατί περίμενε να ρομαντζάρει και να θυμηθεί (ή να έρθει στα όπα του) κι αυτό που συνέβαινε πάνω εκεί, ουδεμία σχέση είχε με την νυχτερινή μέθεξη σε στιλ «το κομμένο ντεπόν» . Αυτό ξεχάστε το. Αλάτι για παλιές (η νέες) πληγές έχει μπόλικο στην Πειραιώς, αλλά όχι σ αυτόν τον αριθμό..
Εδώ έχει μικρά μονόπρακτα (ας το πούμε έτσι) και διαρκείς ανατροπές. Τα τραγούδια «αναποδογυρίζονται» γίνονται μικροί ρόλοι, και με αφετηρία το κλαμπ Τροπικάνα της Αβάνας πηγαινοέρχονται μέσα στον χρόνο, με την τεθλασμένη και απρόβλεπτη (για τον θεατή) διάθεση που έχει ένα μυαλό όταν ακολουθεί ελεύθερους συνειρμούς . Η έναρξη γίνεται με ένα γρίφο: O“μυστηριώδης καλεσμένος» (Αλέξανδρος Ηλιάκης), μας βάζει στο παιχνίδι με ένα ηρωικό ρώσικο πολεμικό κομμάτι (νομίζεις ότι θα ακούσεις την φωνή του Στάλιν μετά) κι ενώ όλα δείχνουν ότι αυτή είναι μια εισαγωγή που θα έχει… επαναστατικού τύπου συνέχεια, ακολουθεί η ντίβα Μάρθα από το μπαρ Tropicana της Κούβας και μαζί με τον αγαπημένο της (Αλέξανδρο), μας λέει τα τραγούδια που πρώτη εκείνη έκανε επιτυχίες, με αφετηρία το αισθαντικό Paroles Paroles Paroles (1972) που το λένε μαζί. Μετά ένα ακόμη «δικό της». «Και τώρα ένα τραγούδι που γράφτηκε για μένα το 1898 και μετά το πήρε ακόμη και ο Έλβις Πρίσλεϋ». Ρομαντικό ακορντεόν και ύφος ανάλογο για να φτάσει στην πλατεία ένα ωραιότατο "Ο Sole Mio" που σιγά σιγά κυλάει μέσα στο «Ιtsnowοrnever» - και η περιπλάνηση μέσα στα χρόνια πάει κάπως έτσι χωρίς όρια σε μουσικά είδη, γλώσσες, εποχές.
Η άνεση της πρωταγωνίστριας δε να αλλάζει ρόλους , να αυτοσαρκάζεται, να γελάει την μια στιγμή και την αμέσως επόμενη να σε δονεί με στίχους του Ναζίμ Χικμετ («χιονίζει μέσα στη νύχτα» του Θεοδωράκη) είναι αυτό ακριβώς που ξεχωρίζει τις παραστάσεις της με τουςKubara–η ελευθερία και η «τρέλα» μιας σφιχτοδεμένης παρέας που έχουν δουλέψει πολύ μαζί, και για αυτό μπορούν να «παίξουν» και να ρισκάρουν.
Είναι ρίσκο ας πούμε να πεις το «Άγια Νύχτα», με όλα τα αστέρια του θόλου της πίστας να αναβοσβήνουν με στίχους Άκη Πάνου ( «Η ζωή μου όλη είναι ένα τσιγάρο»); Σιγά το δύσκολο. Αν τα πράγματα έχουν μελετηθεί καλά κι έχουν «ζυμωθεί» μέσα από ένα κοινό χιούμορ μπορείς να πεις τα πάντα και μάλιστα να κάνεις το πολιτικό σου σχόλιο, χωρίς να λαϊκίσεις λεπτό. Το διαισθάνεσαι αυτό σε όλη την διάρκεια της παράστασης. Ότι ο... Ιονέσκο δηλαδή που βγαίνει προς τα έξω, δεν είναι καθόλου τυχαίος, και ότι ακόμα και οι «ελεύθεροι συνειρμοί» που δένουν τα εβραϊκά, ρώσικα, κουβανέζικα, βαλκανικά κλπ κλπ τραγούδια έχουν μια βαθύτερη αφετηρία.
Εντάξει , όλα αυτά είναι για να τα σκεφτεί κάνεις στη συνέχεια. Εκείνη την στιγμή, απλά εισπράττεις ζουμερούς ήχους (τέλεια η ορχήστρα) ωραίες φωνές-τραγουδούν όλοι- και απρόβλεπτα μουσικά «ζευγαρώματα» από μια παρέα ανθρώπων που ξέρει να ιντριγκάρει εκτός από το συναίσθημα και την νοημοσύνη του κοινού. Σπάνιο; Σπάνιο…
Από το δεύτερο μέρος κρατάμε κομμάτια όπως το «Θα με δικάσει» (Λάγιου/ Μπουρμπούλη), «Τσε Γκεβάρα» αλλά και το εξωστρεφές «Εγώ δεν πάω Μέγαρο» που μάλιστα έκλεισε και το πρόγραμμα.
(Και η απορία παραμένει: Παρόλο που ο «μυστηριώδης καλεσμένος», Αλέξανδρος Ηλιάκης, τα είπε ροδάνι και με ωραιότατη φωνή –σε εβραϊκά, γερμανικά και ρώσικα- και μας χόρεψε και καζατσοκ, παρέμεινε μυστηριώδης, μέχρι το τέλος, σαν ομιλούσα κεφαλή που έκανε το νούμερο της και έφευγε - ένας θεός ξέρει πού)