Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της δυσκολίας μίας ερμηνείας πάνω σε έργα του Sergei Rachmaninoff θα πρέπει να γίνει ειδική μνεία στη μεγάλη και επίπονη προετοιμασία, που απαιτεί από τον σολίστ, μία τέτοια απόπειρα. Υπό αυτή την έννοια, το κοντσέρτο του Βασίλη Τσαμπρόπουλου, εξολοκλήρου πάνω σε συνθέσεις του μεγάλου Ρώσου πιανίστα, συνθέτη και διευθυντή ορχήστρας, ξεκίνησε πολλούς μήνες πριν από την 7η Νοεμβρίου, οπότε και ανέβηκε στην κεντρική του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών.

 


Ο Έλληνας (επίσης σπουδαίος) μουσικός και συνθέτης χάρισε στο κοινό (αλλά και στον ίδιο…) μία εξαιρετική performance, μία ερμηνεία υπερβατικού επιπέδου, μιας και αναπόφευκτα, εφόσον ένας μουσικός καταφέρει να εισέλθει στους «διαδρόμους» του Rachmaninoff, το πράττει όταν αγγίξει το σημείο της ταύτισης. Διότι, όπως εξήγησε ο Βασίλης Τσαμπρόπουλος προ ολίγων μηνών, στο Musicpaper, μιλώντας ακριβώς εν μέσω προετοιμασίας, δεν αρκεί μία «αθλητικού τύπου» προσέγγιση και συμπλήρωνε πολύ εύστοχα πως… «Όλες οι δυσκολίες στα έργα του εξυπηρετούσαν τη μουσική, είναι λάθος να εμμένει κανείς στο τεχνικό κομμάτι και μόνον. Ο Rachmaninoff ήταν μία σλάβικη ψυχή, μην το ξεχνάμε αυτό, ένιωθε έντονα και στη μουσική του και τη σύνθεση αποτύπωνε έντονα τόσο τα προτερήματα, όσο και τις αδυναμίες της ψυχής του. Ο Rachmaninoff πάλευε εσωτερικά για να βρει την καλή του πλευρά και τελικά άφηνε στη γωνία τον ψυχαναγκασμό των κλασικών συνθετών. Η πρόθεσή του τοποθετείται πριν από όλα»…

 

Πράγματι, ο Rachmaninoff υπήρξε πολύ ιδιαίτερος χαρακτήρας. Αισθανόταν αβέβαιος για τον εαυτό του, έγραφε σχετικά λίγο και χρησιμοποιούσε μόνο παραδοσιακές μορφές. Η αρμονία του είναι λεπταίσθητη και διακριτικά τολμηρή, ενώ η πρωτοπορία του αποδεικνύεται (όπως και του Mahler) από το ότι αναγνωρίζουμε το ύφος του σε έργα μεταγενέστερων συνθετών. Μάλιστα, η έλξη που ασκούσε ο Rachmaninoff στους απλούς ακροατές, είχε σαν αποτέλεσμα μερικοί κριτικοί να τον αντιμετωπίσουν με σκεπτικισμό ή και να τον καταδικάσουν (Chr. Headington, «Η Ιστορία της Δυτικής Μουσικής» - Β’ τόμος, μτφ. Μ. Δραγούμης, εκδ. Gutenberg).

 

Ειρήσθω εν παρόδω, στον κόσμο της κλασικής μουσικής, το ρεπερτόριο του Ρώσου συνθέτη θεωρείται ένα από τα πιο δύσκολα για να ερμηνεύσει ένας σύγχρονος μουσικός. Στην πραγματικότητα, δεν θεωρείται καν δεδομένο πως μία χώρα θα έχει γηγενή, ικανό ερμηνευτή του Rachmaninoff. Ο Βασίλης Τσαμπρόπουλος, όχι μόνο είναι ένας τέτοιος, αλλά είναι και από τους κορυφαίους παγκοσμίως. Διόλου τυχαία, το 2009 τιμήθηκε ως επίτιμο μέλος του «Rachmaninoff International Society» για τις ερμηνείες του στα έργα του μεγάλου ρώσου πιανίστα και συνθέτη. Με άλλα λόγια, αποτελεί πραγματικά ένα προνόμιο για το ελληνικό κοινό, η ευκαιρία που του δίδεται κάθε τόσο για να απολαύσει τις συνθέσεις του Sergei Rachmaninoff, από τον Βασίλη Τσαμπρόπουλο.

 

Το κοντσέρτο της 7ης Νοεμβρίου όχι απλώς δικαίωσε τις προσδοκίες, αλλά χάρισε και μία ολόθερμη ανταπόκριση του κοινού (που είχε γεμίσει τις θέσεις στην πλατεία και τα θεωρεία) στον Έλληνα συνθέτη και μουσικό, ο οποίος γνώρισε την αποθέωση τόσο σε ενδιάμεσα χρονικά σημεία, όσο και στο τέλος, όταν αναγκάστηκε να επιστρέψει τρεις φορές στη σκηνή και να παίξει δύο ανκόρ πριν αποχαιρετήσει με συγκίνηση.