«Πνίγηκα τέσσερις φορές κι ακόμα ζω.
Αναρωτιέμαι, ο Θεός πόσο πολύ θέλει να με παιδέψει ακόμα;»
Όταν αυτές είναι οι πρώτες λέξεις που σου λέει ένας άνθρωπος μετά τις συστάσεις και τα τυπικά καλωσήλθατε και χαρά μου που σας γνωρίζω, ξέρεις ότι την έχεις πατήσει.
Θες να μάθεις τι γίνεται παρακάτω.
Έτσι ξεκινάει την ιστορία του ο Μίλτος Πασχαλίδης και μας βάζει γρήγορα γρήγορα στο κλίμα του βιβλίου από το οπισθόφυλλο κιόλας. Η άνεση του τραγουδοποιού στο γράψιμο είναι γνωστή όχι μόνο από τους στίχους που γράφει ο ίδιος, αλλά και από τα κείμενα που δημοσιεύει κατά καιρούς σε διάφορα έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά.
Ο ήρωας του βιβλίου είναι ένας γέρος που του αρέσει να λέει ιστορίες όπως εκείνοι οι παππούδες που συναντάμε σε χωριά και μικρές πόλεις της επαρχίας. Ο Μίλτος Πασχαλίδης άμεσος, λιτός και εικονοπλαστικός δείχνει τον χαρακτήρα ενός ανθρώπου αλλά δεν περιορίζεται μόνο σε αυτό. Σε προβληματίζει και σε βάζει σε διαδικασίες σκέψεις για τη δική σου ζωή μέσα από μια μυθιστορηματική διάθεση.
Από την άλλη συναντάμε έναν μουσικό που αποσύρεται σ’ ένα μικρό παραθαλάσσιο χωριό της Βοιωτίας πασχίζοντας να ολοκληρώσει τη συγγραφή ενός βιβλίου μετά από τρεις ημιτελείς απόπειρες. To βιβλίο ουσιαστικά είναι η καταγραφή της τυχαίας συνάντησής τους τον Ιούλιο του 2010 προφανώς με έντονο αυτοβιογραφικό χαρακτήρα. Αυτό είναι το πρώτο του βιβλίο.