Αυτό το album είναι ο πρώτος «σταθμός» ενός ταξιδιού που ξεκίνησε με συγκεκριμένη κατεύθυνση η οποία διατηρείται αλλά, όπως αποδεικνύεται αν και o οδηγός και οι συνεπιβάτες δεν το ήξεραν τότε, με άγνωστο ή έστω μη φιξαρισμένο προορισμό. Η προετοιμασία του ταξιδιού άρχισε όταν ο συνθέτης, στιχουργός, πιανίστας/κιμπορντίστας και ερμηνευτής Χρήστος Αλεξόπουλος αποφάσισε το ’12, όπως χαρακτηριστικά είχε πει τότε ο ίδιος, να «κατεβάσει το όνομα του από την μαρκίζα». Αυτό σήμαινε να θέσει τέρμα για απεριόριστο χρονικό διάστημα στην προσωπική διαδρομή του που απαριθμούσε έξι δίσκους οι οποίοι ήδη συναποτελούσαν ένα από τα καλύτερα και σημαντικότερα corpus έργου στον χώρο του με ελληνικό στίχο rock του εικοστού πρώτου αιώνα.

Αντί για αυτό σχημάτισε ένα συγκρότημα με επίκεντρο την εξαίρετη ερμηνεύτρια και μόνιμη συνεργάτιδα του για αρκετά χρόνια Μαρία Λατσίνου. Το συγκρότημα αυτό για πολύ μεγάλο διάστημα δεν είχε όνομα, το κεντρικό πρόσωπο του ήταν η Μαρία Λατσίνου και οι υπόλοιποι τέσσερις ήταν απλά γνωστοί ως «η μπάντα». Αυτό που τους ξεχώριζε, ήδη από την πρώτη εμφάνιση τους που παρακολουθούσες, ήταν ότι η σύνθεση τους δεν περιλάμβανε ηλεκτρική κιθάρα και στη θέση της υπήρχε ένα όργανο το οποίο πολύ σπάνια συναντάμε στο ελληνικό rock, το ακορντεόν.

 

 

Μετά από μακρά περίοδο στην οποία τακτοποιούσαν προσεχτικά τις μουσικές «αποσκευές» τους η αφετηρία του ταξιδιού ήταν ο δίσκος του ’15 «Μια Ανάσα Δρόμος» ο οποίος ήταν το λιγότερο μια έκπληξη ΄πρώτου μεγέθους για τα λιμνάζοντα νερά του εγχώριου μουσικού γίγνεσθαι. Το γκρουπ ήταν πλέον πενταμελές καθώς είχε προστεθεί ένα ακόμα πιο ασυνήθιστο όργανο, η κρητική λύρα με συμπαθητικές χορδές και, αν και αντλούσε το υλικό του από τραγούδια που είχαν προϋπάρξει στα albums του Χ. Αλεξόπουλου, τα παρουσίαζε με τρόπο ο οποίος δεν τα ανανέωνε αλλά κυριολεκτικά τα μεταμόρφωνε! Διαθέτοντας στοιχεία από το rock αλλά περισσότερα ακόμα ίσως από ουκ ολίγα άλλα ιδιώματα και την θαυμάσια ερμηνεία της Μαρίας Λατσίνου δεν δυσκολεύθηκε να κερδίσει το κοινό και να αφήσει πίσω του ένα εμβληματικό πλέον τραγούδι για την σημερινή Ελλάδα, το «Χαμένη Γενεά».  

 

Ακολούθησε μα σύντομη «στάση για καύσιμα» και συνολικό ανεφοδιασμό, το «Μια Ανάσα Μετά: Live @ ΙΛΙΟΝ Plus» που, αν και ηχογραφήθηκε σε μιαν εμφάνιση τους το ’16, κυκλοφόρησε πέρυσι. Ήδη όμως πακετάριζαν για την μετάβαση στον πρώτο σταθμό του ταξιδιού τους. Αληθινή μετάβαση αφού για τον σκοπό αυτό πήγαν το περυσινό καλοκαίρι σε μιαν αγροικία στην Λάρυμνα της Φθιώτιδας που την μετέτρεψαν για μιαν εβδομάδα σε στούντιο στο οποίο με ηχολήπτη τον Μανώλη Αγγελάκη ηχογράφησαν τον δεύτερο δίσκο τους. Κατά την διάρκεια της παραμονής τους εκεί «η μπάντα» (η σύνθεση της οποίας είχε πλέον οριστικοποιηθεί με, εκτός φυσικά από τον άτυπο ηγέτη της Χ. Αλεξόπουλο σε όλα τα keyboards, την ακορντεονίστρια Βάσω Μιχαηλίδου, τον «λυράρη» - το όργανο που έχει σπουδάσει είναι κλασική κιθάρα - Γιώργο Ανδρουλάκη, τον μπασίστα Γιώργο Λιάπη και τον ντράμερ Φοίβο Βαλαβάνη) απέκτησε επιτέλους και επίσημα όνομα που πλέον μπαίνει δίπλα σε αυτό της Μ. Λατσίνου, δηλαδή Mokita.

 

 

Το αποτέλεσμα αυτής της εβδομάδας εντατικής εργασίας ήταν το «Λάρυμνα» (ο τίτλος προφανώς αποτίει φόρο τιμής στον τόπο όπου ηχογραφήθηκε) το οποίο κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες. Οι διαφορές από το πρώτο album τους αρκετές. Πριν από όλα μπορεί μεν ο Χ. Αλεξόπουλος να έχει φυσικά γράψει όλα τα, νέα αυτή τη φορά, τραγούδια όμως η συμβολή των υπολοίπων στις ενορχηστρώσεις, σε μερικές περιπτώσεις ακόμα και στη σύνθεση, είναι πλέον όχι ευκαταφρόνητη. Εκτελεστικά επίσης έχουν βελτιωθεί κατά πολύ ως σύνολο γεγονός που επιτρέπει στην - ακόμα πιο ώριμη από τον πρώτο δίσκο - Μ. Λατσίνου να είναι πια περισσότερο και από άριστη, σε κάποιες στιγμές αγγίζοντας και το επίπεδο της τελειότητας. Τραγούδια όπως το πρώτο single «Σφίγγει Ο Κλοιός» και το «Παγόδα» αλλά και το επιβλητικό ομότιτλο καταληκτικό instrumental εντυπωσιάζουν όχι μόνον με τις ευφάνταστες ενορχηστρώσεις αλλά και με τις «ανήσυχες» και συχνά απρόσμενες συνθετικές κατευθύνσεις τους.

 

 

Αυτό δεν είναι διόλου συμπτωματικό καθώς ολόκληρο το «Λάρυμνα» διαπνέεται από μα πολύ συγκεκριμένη θεώρηση του Χ. Αλεξόπουλου και, κατά προέκταση, των υπολοίπων μελών. Η θεώρηση αυτή μπορεί να συνοψιστεί στην τήρηση της ίδιας και ακόμα περισσότερης από το ξεκίνημα τους απόστασης από το «έντεχνο»/λόγιο τραγούδι αλλά σιγά – σιγά και όλο μεγαλύτερης από το rock με αντίστοιχη αύξηση των jazz στοιχείων και, ακόμα περισσότερο, των προοδευτικά πιο έντονων της παραδοσιακής μουσικής. Ο προορισμός των Μαρία Λατσίνου & Mokita, το «νέο ελληνικό αστικό ηλεκτρικό τραγούδι», εξακολουθεί να παραμένει άγνωστος και ορατός σε ένα πολύ μικρό ποσοστό του αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι και ασαφής ή, πολύ περισσότερο, ανύπαρκτος. Η διαδρομή δε για να φτάσουν εκεί φαίνεται να γίνεται όλο και πιο όμορφη και ενδιαφέρουσα, τόσο που να μπορώ να υποθέσω ότι στη συνέχεια θα είναι ως και συναρπαστική!