Σε μιαν εποχή που ακόμα και ένα συγκρότημα death metal αρκεί να βάλει ένα πέρασμα από synthesizer σε ένα – δυο κομμάτια του για να θεωρεί τον εαυτό του progressive και ακούς prog (με το neo είτε να προηγείται είτε όχι) εδώ, εκεί και παραπέρα καθώς οι πάντες εκτός ίσως από τους «σκυλάδες» - αν και το έχει κάνει παλαιότερα ο....Καρβέλας! – αποκαλούνται έτσι οι Τεφλόν, πολύ σεμνά και δίχως καν να το λένε, πιθανότατα συνεχίζουν - και όχι εκπροσωπούν – το ιδίωμα καλύτερα από οποιοδήποτε άλλο συγκρότημα στη χώρα μας αυτή τη στιγμή.
Περισσότερα από τρισήμισυ χρόνια μετά από το ομότιτλο ντεμπούτο του αθηναϊκού κουιντέτου (που σχηματίστηκε πριν μία δεκαετία) το «Κομμάτια Από Τα Ερείπια» έρχεται όχι μόνο για να επιβεβαιώσει όλες τις υποσχέσεις εκείνου αλλά και να δώσει περισσότερες και μεγαλύτερες!
Είτε το συνειδητοποιούν οι ίδιοι είτε όχι για εμένα οι ρίζες των Τεφλόν πριν από οτιδήποτε άλλο βρίσκονται στην χρυσή περίοδο των Pink Floyd, πάνω – κάτω ολόκληρη την δεκαετία του ‘70 δηλαδή, αν και με έναν υποδειγματικά αφομοιωμένο τρόπο. Το ακούς καταρχήν στις εκτενείς εισαγωγές τους και στις μακροσκελείς αναπτύξεις τους, με την φωνή να μπαίνει πολύ μετά την αρχή κάθε κομματιού, μερικές φορές και καθόλου. Γιατί το μεγαλύτερο ατού των Τεφλόν είναι ο ήχος τους, με τα περισσότερα κομμάτια τους να ξεκινούν πολύ λιτά, ακουστικά (με κιθάρες και πιάνο πιο συγκεκριμένα) και σχεδόν προσεγγίζοντας μια απόλυτα προσωπική τους εκδοχή της folk πριν τα απλά θέματα τους αρχίσουν σιγά – σιγά να γίνονται πιο σύνθετα, ακόμα και εξαιρετικά πολύπλοκα σε ορισμένες περιπτώσεις και να εξελίσσονται προς περισσότερες από μία κατευθύνσεις ενώ από μέσα τους αναδύονται νέες και πρόσθετες μελωδίες οι οποίες με την σειρά τους, όπως άλλωστε και η βασική, αναπτύσσονται εντελώς απρόβλεπτα. Όλα αυτά φιλτραρισμένα μέσα από ολοφάνερα πολλά post rock ακούσματα και μιαν ανάλογη αισθητική, απόλυτα λογικό αν το σκεφτεί κανείς καθώς το ιδίωμα αυτό επί της ουσίας δεν ήταν παρά η κατά περίπου τριάντα χρόνια ετεροχρονισμένη «απάντηση» των Αμερικανών στο βρετανικό progressive rock.
Τα έξι αποφασιστικά μεγάλα σε διάρκεια κομμάτια του album είναι όντως σα να συναρμολογούν θραύσματα του μουσικού παρελθόντος τουλάχιστον πέντε δεκαετιών (καθώς σαφώς ρόλο εδώ, αν και όχι πρωταγωνιστικό, έχει και η ψυχεδέλεια) σε κάτι νέο και σε πολύ μεγάλο βαθμό πρωτότυπο. Την ίδια στιγμή όμως στην μουσική και πολύ περισσότερο στους, έστω λιγοστούς, στίχους των Τεφλόν διακρίνεις μια συνεχή και αγωνιώδη προσπάθεια να περισυλλεγούν κομμάτια από κάποια αληθινά ερείπια. Είναι αυτά της κατακερματισμένης, αν όχι διαλυμένης, ζωής των περισσοτέρων από εμάς μετά από επτά χρόνια ορατής και πολλά περισσότερα «υπόγειας» γενικευμένης και όχι μόνον οικονομικής κρίσης.
Στην Αθήνα των έξωθεν και έσωθεν ερειπίων του ’17 οι Τεφλόν έχουν την θέληση, την υπομονή και το κουράγιο με τα δομικά υλικά που έχουν στην διάθεση τους, μουσική και στίχο, να αρχίσουν να χτίζουν κάτι αληθινό, ουσιώδες και κυρίως στέρεο το οποίο κάθε άλλο παρά αποσκοπούν στα να στεγάσει μόνο τους εαυτούς τους. Επίτευγμα δηλαδή όχι μόνο καθόλου εύκολο αλλά και αληθινά αξιέπαινο, πριν από όλα για τον ουμανισμό που το διέπει.