Η παρουσία του Γιάννη Σπανού τη δεκαετία του ’60 στη Γαλλία, όπου έπαιζε στις περίφημες μπουάτ της rive gauche της αριστερής όχθης του Σηκουάνα, τον έφερε σε επαφή με διάσημους Γάλλους τραγουδιστές της εποχής αλλά και με τη γαλλική ποίηση. «Έγινα συνθέτης μελοποιώντας Γάλλους ποιητές», είχε δηλώσει σε μια συνέντευξή του στο Δίφωνο και στον Αλέξη Βάκη. Παράλληλα, την ίδια εποχή στην Ελλάδα θεμελίωνε μαζί με τον Αλέκο Πατσιφά το ελληνικό «nouvelle vague» και ξεκινούσε να μελοποιεί Έλληνες ποιητές από όπου και οι γνωστές Τρεις Ανθολογίες. Στα χρόνια που ακολούθησαν πολλά τραγούδια του έγιναν επιτυχίες έχοντας ως χαρακτηριστικό τους την πηγαία μελωδία και το «τραγουδίσιμό» της.

Εφέτος κυκλοφόρησε ο δίσκος «..Πλησιάζοντας τον Καβάφη» στον οποίο μελοποιούνται 14 ποιήματα του Αλεξανδρινου ποιητή, η  «σχέση» τους όμως απαριθμεί πολλά χρόνια, από τη δεκαετία του ΄80, όταν και έγιναν οι πρώτες απόπειρες μελοποίησης. Ηθελημένα -όπως αναφέρει και σε συνεντεύξεις του- ο συνθέτης προσπάθησε να εμφυσήσει στα ποιήματα του Καβάφη και τη δική του μελωδική γραμμή, με άλλα λόγια, να «θυμίζουν» Σπανό αλλά και να αποπειραθεί να αφουγκραστεί και να ακολουθήσει τη «μελωδία» των ποιημάτων.

 

Το αποτέλεσμα όμως του δίσκου τείνει περισσότερο προς το πρώτο σκέλος των στόχων του: είναι οι γνωστές μελωδικές νεοκυματικές και λαϊκές γραμμές του συνθέτη,  που άλλοτε «συγγενεύουν» με τα ποιήματα κι άλλοτε αισθάνεσαι οτι προσπαθούν να «εφαρμόσουν» σε αυτά,  με άλλα λόγια, στη θέση των συγκεκριμένων στίχων, σε ορισμένες περιπτώσεις,  θα μπορούσαν να είναι και κάποιοι άλλοι. Η όποια όμως, αμεσότητα, που, ομολογουμένως κερδίζεται με τη μελωδική προσέγγιση του Σπανού, χάνεται με τη βαριά και flat ερμηνεία του Μανώλη Μητσιά, που ομογενοποιεί τις λυρικές εξάρσεις και αντί να «αερίζει» όπως οι μελωδίες, βαθαίνει, επιμηκύνοντας, επιπλεόν, τις καταλήξεις των ερμηνειών του εν είδει αισθηματικολυρικής έκφρασης…

 

Το κυριότερο, λοιπόν, πρόβλημα είναι πως ο «ερωτισμός» του Καβάφη δεν αντανακλάται στη φωνή του. Και δεν μιλώ για θέματα σεξουαλικής ταυτότητας -οι ωραίες ερμηνείες δεν έχουν φύλο βλ. την ερμηνεία του Σωκράτη Μάλαμα στον «Δεκέμβρη του 1903»- αλλά για τον ερωτικό υπαινιγμό και την ηδυπαθή ποιητική τα οποία στην ερμηνεία και στο εκτόπισμα του σημερινού Μητσιά δεν μπορούν να εκφραστούν, δεν «πείθουν».  Αυτή, λοιπόν, η δυσαναλογία μουσικής- φωνής σε συνδυασμό με τις μάλλον παρηκμασμένες σε ορισμένα σημεία μελωδικές μανιέρες, γειώνουν το εγχείρημα αντί να το απογειώσουν και να μπορέσουν να προσφέρουν μια νέα μελωδική «ερμηνεία» των στίχων του Καβάφη. 

Θα διαφωνήσουμε, έτσι, και σε πολλά σημεία με το διθυραμβικό εισαγωγικό σημείωμα  του Κώστα Γεωργουσόπουλου (παρατίθεται στο τέλος της ανάρτησης) που μάλλον φανερώνει μια άγνοια ή λησμονιά του πρόσφατα μελοποιημενου και τραγουδίσιμου (δεν είναι ταυτόσημοι οι όροι) Καβάφη όταν γράφει οτι αυτά τα τραγούδια σε σχέση με το παρελθόν «δεν είναι ένα μουσικό συγκεχυμένο ακροβατικό γύμνασμα, μια διανοητική άσκηση ύφους και ένα μουσικό σόφισμα». Να (του) υπενθυμίσουμε, λοιπόν, τη «δαντελένια» λαϊκή μπαλάντα, «Γκρίζα» που ερμήνευσε η Ελευθερία Αρβανιτάκη με τη μουσική Χρήστου Νικολόπουλου, τον«Δεκέμβρη του 1903» του Σωκράτη Μάλαμα, ίσως το πιο εμπνευσμένο μουσικά τραγούδι του, ακραιφνώς τραγουδίσιμο, το παλαιότερο λυρικό  μεν ερωτικά τραγουδένιο δε «Επέστρεφε» του Θάνου Μικρούτσικου με τον Κώστα Θωμαϊδη, ορισμένα από τα πρόσφατα τραγούδια τηςηλεκτρονικής Πλάτωνος αλλά και τα παλαιότερα του Δημήτρη Παπαδημητρίου (π.χ. οι ερμηνείες του Αλκίνοου Ιωαννίδη), τα συμπαντικά «Τείχη» της Μαρίας Βουμβάκη, το εμπνευσμένο «Μακρυά» του συνθέτη Μιχάλη Τρανουδάκη με τον Παντελή Θεοχαρίδη κ.ά. Ασφαλώς και όλα αυτά τα χρόνια, από τις πρώτες συνθέσεις του Δημήτρη Μητρόπουλου μέχρι τους σημερινούς συνθέτες ή συγκροτήματα οι αποτυχημένες ή στομφώδεις μελοποιήσεις είναι πολλές. Υπολογίζεται δε οτι 80 συνθέτες (Έλληνες και ξένοι) έχουν μελοποιήσει ποιήματα του Καβάφη, οι οποίες μελοποιήσεις ξεπερνούν τις 350 (σε 20 γλώσσες) καλύπτωντας ένα ευρύτατο φάσμα από καντάτα και όπερα, μέχρι λαϊκά και ηλεκτρονική μουσική. (βλ. σχετικά εδώ).

Το πώς οι συνθέτες «άκουσαν» τους στίχους του Καβάφη εξαρτήθηκε κάθε φορά από πολλούς και ποικίλους λόγους, μουσικούς και κοινωνικούς. Το πώς «ακούγεται» ο Καβάφης εξαρτάται από τον εκάστοτε ακροατή. Η κατ’ ιδίαν ανάγνωση των ποιημάτων του, πάντως,  συνεχίζει να αποτελεί την καλύτερη, μέχρι σήμερα, «σύνθεσή» του… Για αυτό και φρόντισαν να την «μεταφέρουν» τόσο βάναυσα στην πόλη μας….

 

Ενορχήστρωση και διεύθυνση ορχήστρας: Γιώργος Παγιάτης (πιάνο, πλήκτρα και μεταλλόφωνο). Έπαιξαν επίσης οι μουσικοί: Μανώλης Καραντίνης ( μαντολίνο, λαούτο), Μανώλης Ανδρουλιδάκης (κλασσική, ακουστική κιθάρα), Άγγελος Παπαδάτος (κοντραμπάσο), Έλενα Κισελιόβα (βιολί), Χάρης Γκίτζιος (βιόλα), Δημήτρης Κοτταρίδης (τσέλο), Γρηγόρης Συντρίδης (τύμπανα-κρουστά), Ανδρέας Παππάς (κρουστά), Ρήγας Σαριτζιώτης (φλάουτο, σαξόφωνο), Τίνα Δεσύλλα (όμποε), Αλέξανδρος Αρκαδόπουλος (κλαρίνο, νέι)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΔΙΣΚΟΥ
1) Ομνύει | 2) Επέστρεφε | 3) Τα παράθυρα | 4) Μακρυά | 5) Κεριά | 6) Για να ‘ρθουν | 7) Μονοτονία | 8) Μισή ώρα | 9) Έτσι πολύ ατένισα | 10) Οι τέσσερις τοίχοι της κάμαρας μου | 11) Σεπτέμβρης του 1903 | 12) Δέησις | 13) Τα τελειωμένα | 14) Φωνές

Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος γράφει στο εισαγωγικό σημείωμα του δίσκου:
"Επί τέλους, να, που ο Καβάφης τραγουδιέται και δεν είναι ένα μουσικό συγκεχυμένο ακροβατικό γύμνασμα, μια διανοητική άσκηση ύφους και ένα μουσικό σόφισμα. Ο Γιάννης Σπανός γεννημένος μελωδός ανακάλυψε στα ερωτικά ποιήματα του Καβάφη την καταγωγική τους λυρική ρίζα: τη Σαπφώ, τον Ανακρέοντα, την «Παιδική μούσα» των τολμηρών Αλεξανδρινών επιγραμμάτων της Ελληνιστικής εποχής και τα ερωτικά δίστιχα του δημοτικού τραγουδιού.
Συνάμα ο κοσμοπολίτης Καβάφης βρήκε στον Ελληνοπαρισινό Σπανό την απαραίτητη ατμόσφαιρα του. Τα σκοτεινά μπαρ της Νέας Ορλεάνης, τα καταγώγεια του λιμανιού με την Τζαζ αλλά και τα θλιμμένα ρεμπέτικα του υπαρξιακού πένθους. Οφείλουμε λοιπόν στον Γιάννη Σπανό, μετά τις «Ανθολογίες» του με τους μεγάλους «Ελάσσονες» ποιητές που τραγουδήσαμε την αποκατάσταση του Καβάφη στο «μαζί» του Ελληνικού ποιητικού γαλαξία.
Από την άλλη ο Καβάφης για να τραγουδηθεί θέλει ιδανικές φωνές κι αγαπημένες και βρίσκω την ερμηνεία του Μανώλη Μητσιά ίσως την πλέον ώριμη της πλούσιας σε ποιοτικές επιλογές ορειβασίας του στην κορυφογραμμή της νεοελληνικής ιστορίας των λυρικών αποδόσεων. Μέγα μάθημα πώς η λέξη των ποιητών γίνεται ρυθμός και πως ο ρυθμός απογειώνεται σε μέλος και πως το μέλος σε αγωγή ψυχών."

Πρώτη δημοσίευση www.poiein.gr