Το διπλό cd με βάση μία επιλογή από Ηπειρώτικα τραγούδια και μερικά από άλλες περιοχές που συμπληρώνουν τη συλλογή “Συνωδεύοντας” είναι η υπόσχεση του Δημήτρη Υφαντή, που γίνεται πραγματικότητα και την προετοιμασία της οποίας είχε μοιραστεί με το “Παραδούναι και Λαβείν”, από τον Ιούνιο του 2018, ήδη (Περισσότερα εδώ). Η υπόσχεση αυτή μοιάζει εν πρώτης να πηγαίνει προς τον κόσμο, που πρωτογνώρισε τον Ηπειρώτη τραγουδιστή και τραγουδοποιό στα μέσα της δεκαετίας του ’90 στη διασκευή του “Καίγομαι και Σιγολιώνω”, που έμελλε να γνωρίσει τέτοια επιτυχία, ώστε να έχουν ακολουθήσει αμέτρητες ερμηνείες από άλλους καλλιτέχνες, κυρίως βασισμένες πάνω στην προσέγγιση του Δημήτρη Υφαντή και του Haig Yazdjian, που καθοδήγησαν το κλαρίνο του Πετρολούκα Χαλκιά σε μία πιο ενδοσκοπική, αλλά και ουσιαστική απόδοση του συγκεκριμένου τραγουδιού.
Αυτή η “υπόσχεση”, ωστόσο φαίνεται πως είναι τελικά (με μία πιο προσεχτική ακρόαση) κάτι πιο προσωπικό για τον Υφαντή, που κατάγεται από από το χωριό Βροντισμένη του Πωγωνίου. Ακολούθησε αρχικά έναν δρόμο εμφανώς προς το λεγόμενο “έντεχνο” τραγούδι, ωστόσο σε κάθε δισκογραφική του εργασία, είτε προσωπική, είτε με το “Τρίφωνο” φρόντιζε να προσθέτει και μια πινελιά από Ηπειρώτικη μουσική, συχνά δε, με ιδιατέρως αξιοπρόσεχτες προτάσεις ολοδικών του τραγουδιών, που τόσο η μουσική, όσο και οι στίχοι αντλούσαν την επιρροή τους από την Ήπειρο, όπως το “Γράμμα του Χειμώνα”.
Στο “Συνωδεύοντας”, ωστόσο, που κυκλοφόρησε το καλοκαίρι με χορηγούς το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Ιωαννιτών, το Δήμο Πωγωνίου και την “ΠΙΝΔΟ” Α.Π.Σ.Ι., ο Υφαντής καταθέτει μια δισκογραφική δουλειά με ρεπερτόριο αμιγώς από τη δημοτική μουσική, της Ηπειρού κατά κύριο λόγο, με κάποιες εξαιρέσεις, που όμως έχουν λογική εξήγηση. Διότι, η επιλογή των τραγουδιών έχει τη δομή μιας ιδανικής συγκυρίας για ένα Ηπειρώτικο γλέντι, όπου μέσα στον καημό και το κέφι, παρεμβάλλονται και τραγούδια από άλλες περιοχές που μπορεί να ταιριάζουν στην στιγμή.
Ο Υφαντής δεν ξεχνάει τον άγραφο νόμο πως ένα Ηπειρώτικο γλέντι ξεκινάει και ολοκληρώνεται με Μοιρολόγι, εν προκειμένω με την περίφημη “Μαριόλα” και το “Ξύπνα Περδικομάτα μου”, ενώ στηρίζει σε δύο μουσικά επίπεδα την πρότασή του. Αφενός, με αμιγώς κλασική ηπειρώτικη (ακουστική) ζυγιά, αφενός επιχειρεί και τη δική του υφολογική πρόταση με μία πιο “έντεχνη” ή -έστω- προσωπική προσέγγιση, πιο “δυτική” ενορχήστρωση πάνω σε γνωστά ηπειρώτικα μοτίβα και τραγούδια όπως το προααναφερθέν “Ξύπνα Περδικομάτα μου” και η “Καλονυχτιά”. Το αποτέλεσμα τον διακαιώνει, διότι είναι εμφανές πως πρόκειται για προσωπική οπτική, με σταθερό κριτήριο το σεβασμό προς τις παλαιότερες εκδοχές, κυρίως όμως το πράττει με αισθητική, που ξεκινάει -φυσικά- και από το προσωπικό του βίωμα, αφού ο ίδιος είναι μεγαλωμένος με αυτά τα τραγούδια, έχει μέσα του το βασικό συναίσθημα που έπλασε αυτά τα “διαμάντια”.
Ένα από τα στοιχεία που ξεχωρίζουν είναι και η καταγραφή τραγουδιών, που έμοιαζαν ξεχασμένα στο χρόνο, όπως το υπέροχο “Ο Γιάννος και η Μαριγώ (η Βαγγελιώ σε άλλη εκδοχή)” και το “Στέλλα μωρ’ Στέλλα”, δύο τραγούδια που αφηγούνται αληθινές ιστορίες και φυσικά απηχούν έναν από τους βασικότερους ρόλους του δημοτικού τραγουδιού, που είναι η εξιστόρηση της καθημερινότητας των κοινωνιών, που ζούσαν πιο κοντά στη φύση, εξού και η “εξανθρώπιση” φυσικών στοιχείων.
Παράλληλα, ο Υφαντής προτείνει και τα δικά του χαβάδια, που είναι στην πραγματικότητα το Ηπειρώτικο ισοδύναμο των μαντινάδων.
Το “Συνωδεύοντας” παρουσιάστηκε ήδη στα Γιάννενα, τον Αύγουστο, σε έναν υπέροχο χώρο του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Ιωαννιτών, δίπλα στη λίμνη Παμβώτιδα, σε μία βραδιά που ο Υφαντής εισέπραξε πολλή αγάπη κι ευγνωμοσύνη από ένα κοινό, που συνειδητά συμμετείχε άλλοτε με χορό, κι άλλοτε με απόλυτη ησυχία, όταν το πρόσταζε η μουσική υπόκρουση. Είναι κι αυτό μια μικρή (ή μεγάλη δικαίωση) για έναν καλλιτέχνη που μέχρι πριν από λίγα χρόνια είχε τη δική του, ξεχωριστή πορεία στην πρωτεύουσα, όμως αποφάσισε να επιστρέψει μόνιμα στη ιδιαίτερη πατρίδα του και να προσφέρει είτε με διδασκαλία σε τοπικό Ωδείο, είτε με καταπληκτικές ιδέες όπως το “Συνωδεύοντας”…
Παίζουν οι μουσικοί, Νίκος Τάσσης (κλαρίνο), Θανάσης Βόλλας (κιθάρα, λαούτο, μπάσο), Κώστας Καραπάνος (βιολί, φωνητικά), Πάνος Παπακώστας (κρουστά), Γεωργία Βακάλη (φωνητικά), Δημήτρης Υφαντής (τσουκομαντούρα). Στο “Ξύπνα περδικομάτα μου” έπαιξαν οι Κώστας Παρίσσης (ακουστική κιθάρα), Νίκος Τάσσης (κλαρίνο) και στο “Σ’ αφήνω την καλονυχτιά” οι Δημήτρης Υφαντής (ακουστική και ηλεκτρική κιθάρα), Νίκος Τάσσης (κλαρίνο), Παναγιώτης Βούλγαρης (πιάνο, φωνητικά), Γεωργία Βακάλη και Μυρτώ Βάσσου (φωνητικά), Θύμιος Σφαιρόπουλος (ηλεκτρικό μπάσο) και Κώστας Γκλίναβος (τύμπανα).