Σπάνια βλέπουμε πια ένα παλιό έργο να επαναηχογραφείται. Οι περισσότεροι που ασχολούνται με τα παλιά τους έργα φτάνουν μέχρι το remastering, που λένε... Στην περίπτωσης του άλμπουμ του Θάνου Μικρούτσικου «Καντάτα για τη Μακρόνησο - Σπουδή σε ποιήματα του Βλαδίμηρου Μαγιακόβσκη», έγιναν όλα από την αρχή.

 

Η νέα έκδοση του έργου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή» περιλαμβάνει τα δύο έργα που μελοποίησε ο Θάνος Μικρούτσικος το 1976 -«Σπουδή σε ποιήματα του Βλαδίμηρου Μαγιακόβσκη», σε ποιητική απόδοση Γιάννη Ρίτσου, και «Καντάτα για τη Μακρόνησο» σε ποίηση Γιάννη Ρίτσου- και είναι αφιερωμένη στα 100 χρόνια από την ίδρυση ΚΚΕ. Η νέα ηχογράφηση του ιστορικού δίσκου ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 2018, με ερμηνευτές αυτήν τη φορά τη Ρίτα Αντωνοπούλου και τον Κώστα Θωμαΐδη και συνοδεύεται από 64σέλιδο βιβλίο. 

 

Παραθέτουμε τα όσα είπαν στην παρουσίαση ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας και 0 Θάνος Μικρούτσικος.

 

 

 

 

Ο Δ. Κουτσούμπας σημείωσε:

 

«Αγαπητοί φίλοι, αγαπητέ Θάνο,

Με την ευκαιρία της σημερινής παρουσίασης της νέας ηχογράφησης του εμβληματικού σου έργου "Καντάτα για τη Μακρόνησο" και "Σπουδή σε ποιήματα του Βλαδίμηρου Μαγιακόβσκη", θα θέλαμε για άλλη μία φορά να σε ευχαριστήσουμε από καρδιάς τόσο για τις ανεπανάληπτες στιγμές συγκίνησης που μας προσέφερες με τις τρεις μεγάλες συναυλίες σου, σε Αθήνα, Πάτρα και Θεσσαλονίκη, που πραγματοποιήθηκαν τους προηγούμενους μήνες, με τεράστια επιτυχία και με τη συμμετοχή χιλιάδων θεατών, αλλά και για την απόφασή σου να την αφιερώσεις και αυτή στο ΚΚΕ για τα 100 του χρόνια.

Είναι μεγάλη η χαρά και η συγκίνησή μας να γιορτάζουμε τη συμπλήρωση μιας εκατονταετίας ασίγαστης πάλης του Κόμματός μας, για να γίνει η ανάγκη ιστορία, με την επαναστατική μουσική της "Καντάτας για τη Μακρόνησο" και της "Σπουδής σε ποιήματα του Βλ. Μαγιακόβσκη".

 

"Η Καντάτα". Το έργο, που με την πρωτοποριακή φόρμα του έκανε ολοφάνερη την τάση του Θάνου Μικρούτσικου να ανοίξει νέους δρόμους στη μουσική μας πραγματικότητα.

 

Στο σημείωμά σου, που περιλαμβάνεται στην παρούσα έκδοση, αναφέρεις ότι, διαβάζοντας τον "Πέτρινο Χρόνο" του Γιάννη Ρίτσου, το μόνο που ήθελες ήταν να βρεις το μουσικό τρόπο να εκφράσεις "τον τρόμο του στρατοπέδου, τις άγριες νύχτες, τους σκοτωμένους, τη δύση στα ξυρισμένα κεφάλια των εξόριστων, τη δίψα 12 ωρών από πέτρα και ήλιο, τη συντροφικότητα των φυλακισμένων, τη μοναξιά την αποτυπωμένη στα ηλεκτρικά φώτα του Λαυρίου, τις άγριες φωνές των φρουρών".

Και πράγματι, όταν ακούς αυτό το μείγμα της αλλόκοτης, ατονικής μουσικής, με τις απόκοσμες κραυγές και τους ψιθύρους των ηθοποιών, είναι σα να ζεις όλο τον εφιάλτη, όλο τον παραλογισμό και τη φρίκη της Μακρονήσου.

Κι αμέσως μετά, πέφτει το τονικό και υπέροχα μελωδικό τραγούδι του "Ντικ", με τον εξαίσιο στίχο του Ρίτσου.

Σα να έρχεται από ένα διαφορετικό κόσμο.

 

Που στην κτηνωδία των βασανιστών, αντιπαραθέτει την ελπίδα και την ανθρωπιά του, υπογραμμίζοντας έτσι μουσικά την τέλεια διάσταση του κόσμου αυτού με τον παλιό, εκμεταλλευτικό κόσμο της βαρβαρότητας.

Ο Μικρούτσικος συνέλαβε και απέδωσε, και μουσικά, τη διαχρονική αξία των ποιημάτων του "Πέτρινου Χρόνου" του Ρίτσου.

Το εγκώμιο στο νέο ανθρωπισμό, που μπορεί να ανθίζει και να αναπτύσσεται κάτω και από τις πιο ακραίες συνθήκες πόνου και απόγνωσης, κατανικώντας ακόμη και το θάνατο.

 

Όπως ο κομμουνιστικός ανθρωπισμός έρχεται από το μέλλον, έτσι και η φόρμα της "Καντάτας" φέρνει ως τις μέρες μας στοιχεία του μέλλοντος στη μελοποίηση.

 

Πρωτοποριακή είναι η φόρμα και στη "Σπουδή σε ποιήματα του Βλαδίμηρου Μαγιακόβσκη", του ποιητή της Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης, μεταφρασμένα από τον Γιάννη Ρίτσο.

Και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά.

 

Για τον Μικρούτσικο, το νέο περιεχόμενο που εισηγείται στην Τέχνη, είναι αυτό που του υπαγορεύει την ανανέωση στη φόρμα χωρίς επιδίωξη να εντυπωσιάσει με ψεύτικους νεωτερισμούς.

Όμως, η παρούσα έκδοση δεν είναι απλά μία επετειακή επανέκδοση του πρώτου δίσκου του 1976.

Στη νέα αυτή ηχογράφηση, που πραγματοποιήθηκε μετά το τέλος των συναυλιών του για τα 100 χρόνια του Κόμματος, ο Θάνος Μικρούτσικος ξαναδούλεψε την “Καντάτα” και τη “Σπουδή”.

 

Πρόσθεσε νέα στοιχεία στην ηχογράφηση, ενώ έκανε σε αρκετά σημεία καινούργιες ενορχηστρώσεις. Διατηρώντας όμως απόλυτα τις εναλλαγές τονικής - ατονικής μουσικής και κάνοντας πιο στέρεη την πρωτοποριακή φόρμα της αρχικής εκδοχής.

Επιβεβαίωσε και με αυτόν τον τρόπο δύο λόγια που λίγους μήνες πριν είχαμε πει για εκείνον στο Γαλάτσι. Ότι:

 

Αν και πολυγραφότατος, δεν επαναλαμβάνεται.

Αν και απόλυτα καταξιωμένος, δεν επαναπαύεται.

 

Είναι ακαταπόνητος και απαιτητικότατος από τον εαυτό του, τον οποίο σε κάθε έργο του καταφέρνει να τον ξεπερνά διαλεκτικά, έτσι που να τον εμπεριέχει, αλλά σε ένα καινούριο, παραπάνω κάθε φορά επίπεδο.

Το έξοχο αποτέλεσμα οφείλεται όμως και στους συντελεστές του CD.

Τους ερμηνευτές και τους μουσικούς, τους τεχνικούς, που με μεράκι και ενθουσιασμό, όπως και ο ίδιος ο Θάνος δήλωσε, μπήκαν στο στούντιο για την καινούργια ηχογράφηση.

Τους ευχαριστούμε όλους και όλες.

 

Ευχαριστούμε και όλους τους καλλιτέχνες που οι φωνές τους ακούγονταν και στην πρώτη ηχογράφηση και ευγενικά παραχώρησαν τα δικαιώματά τους για την παρούσα έκδοση.

Επίσης, την κόρη του μεγάλου μας ποιητή, την Έρη Ρίτσου.

 

Τις εκδόσεις "Κέδρος" και όλους όσοι συνέβαλαν για την κυκλοφορία αυτής της έκδοσης.

Η έκδοση αυτή, με τους εξαιρετικούς ερμηνευτές Ρίτα  Αντωνοπούλου και Κώστα Θωμαΐδη να αποδίδουν υπέροχα τους στίχους του Ρίτσου και του Μαγιακόβσκη και το τόσο φυσικό και αβίαστο “πάντρεμα” με τη φωνή της μοναδικής Μαρίας Δημητριάδη, στο “Χρόνο”, είναι το δώρο του Θάνου Μικρούτσικου στο Κόμμα μας.

Όχι μόνο στα μέλη και στους φίλους του.

 

Αλλά και σε όλους αυτούς τους ανθρώπους που το τελευταίο μισό σχεδόν ολόκληρης της ζωής του Κόμματός μας εμπνέονται, εμψυχώνονται, αισθάνονται, κατανοούν τον κόσμο και αγωνίζονται να τον αλλάξουν, συντροφιά με τη μουσική του Θάνου, μέσα και από τη μουσική του.

Είναι δώρο, όμως, και στις νεότερες γενιές, στα νέα παιδιά, τα μέλη και τους φίλους της ΚΝΕ, στα παιδιά των λαϊκών οικογενειών που επικροτούν το σκοπό, που από το ξεκίνημά σου όρισες για την τέχνη σου:

Να μην εξαντλείται σε θρηνωδίες για τη βάρβαρη πραγματικότητα, αλλά να αποκαλύπτει τις αιτίες της.

Να βοηθά τους ανθρώπους να επενεργήσουν σ’ αυτή την πραγματικότητα, να την ανατρέψουν, να την εξανθρωπίσουν.

Γιατί πρόκειται για έργο που εξέφρασε την ουσία όχι μόνο μιας συγκεκριμένης περιόδου, αλλά ολόκληρης της ιστορικής εποχής μας.

Και γι’ αυτό, όπως όλα τα μεγάλα καλλιτεχνικά έργα που πέτυχαν αντίστοιχους στόχους, αποτελεί Μνημείο δόξας γι’ αυτούς που το ενέπνευσαν, παλεύοντας να κάνουν πραγματικότητα τον πιο προωθημένο στόχο της ανθρωπότητας.

Η συλλεκτική αυτή έκδοση, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις "Σύγχρονη Εποχή", συνοδεύεται από βιβλίο που περιλαμβάνει κείμενα του Θάνου Μικρούτσικου για την "Καντάτα" και τη "Σπουδή", στοιχεία από τη ζωή και το έργο των δύο μεγάλων ποιητών, του Γιάννη Ρίτσου και του Βλαδίμηρου Μαγιακόβσκη, καθώς και κριτικές που έχουν γραφτεί στον ελληνικό και ξένο Τύπο για το έργο του, ενώ περιλαμβάνει και πλούσιο φωτογραφικό υλικό».

 
 
 
 
 

Η τοποθέτηση του Θάνου Μικρούτσικου:

 
 

«Φίλες και φίλοι,

Σας ευχαριστώ για την παρουσία σας. Ευχαριστώ τον Δημήτρη γι' αυτά που είπε, για τον τρόπο του.

Για να κάνουμε μια αναδρομή... Ξεκίνησα να κάνω μουσική πριν πάω στο Δημοτικό Σχολείο. Σιγά - σιγά, μέρα με τη μέρα, μήνα με το μήνα, χρόνο με το χρόνο η μουσική έγινε η βασική διάσταση στη ζωή μου.

Στην αρχή εγκαταστάθηκε εντός μου η κλασική μουσική, ο Μπαχ, ο Μπετόβεν, ο Μότσαρτ. Παίζοντάς τους στο πιάνο 10-12 χρονών, ταξίδευα στους δρόμους της πόλης μου, στην Πάτρα, στις στοές της, στα νεοκλασικά κτίριά της, αλλά έφευγα και πέραν αυτής. Σε πόλεις και εποχές παλιές που δεν ήξερα. Αυτοσχεδίαζα στο πιάνο με τις ώρες.

Λίγο πιο μετά, εκεί στο '60. Νέες αγάπες: Μάνος Χατζιδάκις, Μίκης Θεοδωράκης, το τραγούδι δηλαδή. Δεύτερο αγκωνάρι εντός μου. Χρωστάω και σε αυτούς ταξίδια, αλλά και πόνους αφόρητους. Ο αυστηρός δάσκαλος του Ωδείου εξασκείτο με το χάρακα στα δάχτυλά μου, με δύναμη, για να πάψω να τους παίζω στο πιάνο. Δεν σταμάτησα να τους παίζω. Άλλαξα δάσκαλο.

Τέλος, στο Πανεπιστήμιο ανακάλυψα νέους μουσικούς κόσμους. Τη μεταπολεμική avant guarde μουσική, την πρωτοπορία της δεκαετίας του '60. Νέοι ήχοι, νέες θεωρίες έγιναν καθημερινότητά μου. Καινούρια ταξίδια, νέα όνειρα, άγνωστοι τόποι.

Από την αρχή, όμως, που συνέβαιναν όλα αυτά μπήκε στη ζωή μου και η ποίηση. Ηθικός αυτουργός ο πατέρας μου, που κρατώντας με στην αγκαλιά του, από τα 5 μου χρόνια, μου διάβαζε ποιήματα σχεδόν κάθε βράδυ. Από τότε θυμάμαι απ' έξω ολόκληρο τον Καρυωτάκη. Αλλά και Καβάφη και Ρίτσο και όλους σχεδόν τους "ελάσσονες ποιητές", που δεν είναι όσο ελάσσονες τους είπαν.

 

Η ποίηση έγινε η δεύτερη διάσταση στην καθημερινότητά μου. Κάποιες φορές -θυμάμαι- έπιανα τον εαυτό μου να μιλάει με στίχους. Αλλά μην σας παρασύρω σε κάποια εξιδανίκευση του εαυτού μου. Φυσιολογικό παιδί ήμουνα. Με τα παιχνίδια μου μικρός, με τον αθλητισμό και τους έρωτες μου έφηβος, με τις διαδηλώσεις στις τελευταίες τάξεις του Γυμνασίου και στο Πανεπιστήμιο. Διάβαζα με πάθος Ιστορία και συναντήθηκα εγκαίρως με τη διαχρονική και οριστική αγάπη μου, τον Κάρολο Μαρξ.

 

Είχα αρχίσει να γράφω μουσική από το 1965 και σιγά - σιγά τα τραγούδια, αλλά και τα πρώτα σχεδιάσματα έργων άρχισαν από τότε να πληθαίνουν. Η μελοποίηση της ποίησης από τότε ήταν μονόδρομος για μένα. Αλλά ταυτοχρόνως βασανιστικές ερωτήσεις δεν έβρισκαν τις απαντήσεις τους. Ανατρέχοντας στα ημερολόγια, που κρατούσα από εκείνη την εποχή, διαβάζω και θυμάμαι ότι ένας εφιάλτης με κυνηγούσε καθημερινά. Ως γνήσιο τέκνο της πρωτοπορίας έπρεπε ο ήχος μου να είναι νέος, να μη θυμίζει τίποτα από το παρελθόν, συνεπώς δύσκολη, αν όχι αδύνατη η επικοινωνία με τον κόσμο. Σαν παιδί της Αριστεράς ήθελα την επικοινωνία με τον κόσμο. Πώς θα μπορούσαν να συνδυαστούν αυτά τα δύο;

 

Και ακριβώς τότε μπαίνει στη ζωή μου ο Γιάννης Ρίτσος. Είχα αρχίσει να δουλεύω πάνω σε ποιήματά του, κυρίως με τον τρόπο της Νέας Μουσικής. Άρχισα να τον επισκέπτομαι σπίτι του, όταν είχε επιστρέψει από την τελευταία του εξορία. Του έδειχνα τις παρτιτούρες μου, του εξηγούσα τον τρόπο γραφής και αυτός αισθανόμουνα ότι πολύ το ευχαριστιόταν, γιατί αν και θεωρούσε πολύ σημαντική τη δουλειά του Μίκη πάνω στα ποιήματά του, σας διαβεβαιώνω ότι ήθελε κατά βάθος και μία άλλη αντιμετώπιση της πολυδιάστατης ποίησής του. Θυμάμαι ένα απόγευμα ότι μου είχε δείξει με θαυμασμό μία μεγάλη σελίδα μουσικής που του είχε στείλει ο Γιάννης Χρήστου, σχεδίασμα σ' ένα ποίημά του. Ο Γ. Χρήστου είναι μακράν ο μεγαλύτερος συνθέτης της Σύγχρονης Ελληνικής Μουσικής, που έφυγε δυστυχώς πρόωρα στα 44 χρόνια του.

 

Οι συναντήσεις μας πύκνωναν, έγιναν σχεδόν καθημερινές. Και οι συμβουλές του αμέτρητες στο νέο συνθέτη:

"Γράφε για ό,τι σε καίει. Σε καίει ο έρωτας; Γράφε. Η μοναξιά σου; Γράφε. Ο αγώνας ενάντια στη βία του φασισμού; Γράφε. Αλλά, ΠΡΟΣΕΧΕ. Το θέμα δεν ορίζει την αξία του έργου. Αυτό που έχει σημασία είναι το αδιάσπαστο περιεχόμενου και φόρμας. Γιατί κάθε νέο περιεχόμενο απαιτεί μια νέα φόρμα, γιατί η φόρμα είναι κοινωνική εμπειρία αποκρυσταλλωμένη. Θα σέβεσαι το παρελθόν, θα το περιέχεις, θα το αφομοιώνεις, αλλά δεν ΘΑ ΤΟ ΜΙΜΗΘΕΙΣ".

 

Οι συμβουλές του, να μην ψάχνω για το φαίνεσθαι, αλλά για το είναι, με οδήγησαν στις κατοπινές μελοποιήσεις, να προσπαθώ να ανακαλύψω τις κρυμμένες πλευρές που κάθε μεγάλο ποίημα διαθέτει.

 

Μου πέφτει το κείμενό του, ο "Πέτρινος Χρόνος", τα "Μακρονησιώτικα", όπως τα έλεγαν παλιότερα, γροθιά στο στομάχι. Αρχίζω να το μελοποιώ το καλοκαίρι του 1975. Ήμουνα τότε 28 χρονών και το στοίχημα, το είπε και ο Δημήτρης, ήταν να βρω το μουσικό τρόπο για να εκφράσω τον τρόμο του στρατοπέδου, τις άγριες νύχτες, τους σκοτωμένους, τη δίψα 12 ωρών από πέτρα και ήλιο, τη συντροφικότητα των φυλακισμένων, τη μοναξιά την αποτυπωμένη "στα ηλεκτρικά φώτα του Λαυρίου", τις άγριες φωνές των φρουρών.

 

Ένωσα δύο μουσικούς κόσμους. Είχαν βέβαια προηγηθεί 3 έργα με τέτοια πρόθεση. Οι "Όρνιθες" του Χατζιδάκι, το "Άξιον Εστί" του Θεοδωράκη και ο "Μπολιβάρ" του Μαμαγκάκη. Εμένα, όμως, ο ένας μουσικός κόσμος επέλεξα να είναι αυτός της Σύγχρονης Μουσικής, πράγμα που γινόταν για πρώτη φορά και σε τέτοια ηλικία. Τον αποτύπωσα με έγχορδα, δύο πιάνα και παρτιτούρα εκφερόμενη από ηθοποιούς. Όλοι τους νέοι τότε, φοιτητές Δραματικών Σχολών -πολλοί απ' αυτούς σήμερα είναι σπουδαίοι- που καθοδηγήθηκαν εξαιρετικά από το σκηνοθέτη Γ. Μιχαηλίδη και τη χορογράφο Σοφία Σπυράτου, που δούλεψαν δημιουργικά πάνω στις παρτιτούρες μου. Ενας εξ αυτών είναι και εδώ. Ο Γιώργος Κιμούλης, δύο - τρεις μήνες πρόβες καθημερινές; Ήταν φοιτητής τότε ο Γιώργος, δευτεροετής, αν θυμάμαι καλά, στο Λαϊκό Πειραματικό Θέατρο με καθηγήτρια την Μάγια Λυμπεροπούλου, αν θυμάμαι καλά.

 

Ο άλλος κόσμος ήταν φυσικά το τραγούδι, με τη μοναδική ως ιέρεια αρχαίας τραγωδίας Μ. Δημητριάδη. Ο Δ. Κουτσούμπας, πριν από λίγους μήνες την αποκάλεσε λέαινα του πολιτικού τραγουδιού. Εγώ θα πω κάτι διαφορετικό ή κάτι παραπάνω ή κάτι άλλο:

Τη μεγαλύτερη δραματική τραγουδίστρια που έβγαλε ποτέ αυτός ο τόπος. Και το εξηγώ. Δραματικός τραγουδιστής είναι εκείνος που κάνει κάθε νότα του, είναι ταυτοχρόνως και επική και λυρική και της Μαρίας ήταν φυσιολογικό αυτό. Και μόνο έτσι μπορείς να εκφράσεις τη δραματική συγκυρία καθ' ολοκληρία. Αν μάλιστα κάποιοι διαθέτετε εκείνη την ηχογράφηση, προκαλώ να ακούσετε ένα της τραγούδι και θα νομίζετε ότι το ηχογράφησε χθες το απόγευμα. Όταν έχουν περάσει από την ηχογράφηση 42 χρόνια και η τεχνολογία έχει φτάσει στα ύψη...

 

Την ίδια περίοδο συνθέτω τη "Σπουδή σε ποιήματα του Βλ. Μαγιακόβσκη" -σε μετάφραση Ρίτσου- του ποιητή που εξέφρασε με τη μεγάλη Τέχνη του, την πιο δημιουργική και απελευθερωτική δεκαετία που γνώρισε ποτέ ο κόσμος, στα περίπου 6.000 χρόνια ταξικών κοινωνιών. Τη δεκαετία του 1920 στη Σοβιετική Ένωση.

 

Η έκδοση του δίσκου έγινε στις αρχές του 1976. Ακολούθησαν δύο ολοκληρωμένες παραστάσεις στο Σπόρτιγκ, το Νοέμβρη του ίδιου έτους. Και άλλες 3 παραστάσεις στο εξωτερικό: Το 1981 στη Λαϊκή Όπερα του Βερολίνου, το 1982 στο Concerthaus της Βιέννης, στη διάρκεια των Ημερών Παγκόσμιας Μουσικής και το 1983 στην Όπερα της Γλασκόβης. Κι εκεί θα σας πω ότι -ενώ δεν υπήρχαν υπέρτιτλοι- υπήρχε ένα δωδεκάλεπτο χειροκρότημα από τους Άγγλους, το οποίο μας είχε εκπλήξει θετικά. Γιατί ακριβώς ούτε το θέμα γνωρίζανε, ούτε μπορούσαν να καταλάβουν το κείμενο...

 

Πέρασαν χρόνια, πολλά χρόνια. Το έργο, σαν να είχε κάνει το καθήκον του, κοιμόταν ήσυχο. Και εφέτος το ΚΚΕ, στο πλαίσιο του εορτασμού των 100 χρόνων από την ίδρυσή του, με κάλεσε να δώσω τρεις μεγάλες συναυλίες με αυτά τα έργα, πράγμα που αποτελούσε εξαιρετική τιμή για μένα. Το λέω αυτό και για έναν επιπρόσθετο λόγο: Η "Καντάτα για τη Μακρόνησο" είναι ένα έργο που δεν ανήκει μόνο στους δημιουργούς του. Ανήκει σε όσους αγωνίστηκαν και πάλεψαν μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ, αλλά και δίπλα στο Κόμμα σε χρόνους ζοφερούς. Σε όσους εκτελέστηκαν, βασανίστηκαν, φυλακίστηκαν και αντιστάθηκαν. Σε όσους πάλεψαν για μια δίκαιη κοινωνία.

 

Τα έργα λοιπόν αυτά παίζονταν, πλέον, στο φυσικό τους χώρο και τα παρακολούθησαν 22 χιλιάδες θεατές. Κάποιοι από εσάς ήσασταν εκεί και είστε μάρτυρες για αυτά που θα πω. Συνέβησαν πρωτόγνωρα πράγματα σ' αυτές τις 3 παραστάσεις. Σε χώρους αθλητικούς, μεγάλους, ψηλοτάβανους, άβολους για μουσική, η απόλυτη σιωπή, η απόλυτη συγκίνηση. Στη σταδιοδρομία μου ως συνθέτης δεν το έχω συναντήσει ποτέ, αλλά ούτε το έχω παρακολουθήσει και ως θεατής. Και μη βιαστείτε να πείτε ότι εντάξει το θέμα γι' αυτούς ήταν οικείο και συγκινούσε. Είπαμε. Το θέμα δεν κάνει το έργο τέχνης. Και ναι μεν το θέμα ήταν οικείο, θα μπορούσα να πω ότι η φόρμα ήταν ανοίκεια για το κοινό. Κι όμως η απόλυτη σιωπή και στο τέλος το ξέσπασμα και η αποθέωση.

 

Το δηλώνω και τώρα. Η πιο ευτυχισμένη στιγμή στη μακρά πορεία της Μουσικής μου. Αλλά είχε προηγηθεί κι άλλο σοκ, το οποίο εν μέρει πραγματοποιήθηκε και σήμερα. Η ομιλία του Κουτσούμπα για το έργο μου συνολικά, αλλά και για την "Καντάτα" ειδικότερα. Ένα απίστευτο κείμενο αισθητικής, που εκφερόμενο από τα χείλη του Γενικού Γραμματέα αποκτά τεράστια σημασία και με γεμίζει ελπίδες. Βεβαίως, το κείμενο αυτό δεν έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία, για όσους δεν το ξέρουν. Είχαν προηγηθεί τα τελευταία χρόνια 4 Συνέδρια που έκανε το ΚΚΕ, για τον Ρίτσο, τον Βάρναλη, τον Χικμέτ και τον Μπρεχτ, πολύ υψηλών προδιαγραφών. Και επομένως υπάρχει αυτή η φυσιολογική εξέλιξη που εξηγεί σε μεγάλο βαθμό και τη διαπαιδαγώγηση του συγκεκριμένου κοινού.

 

Το ΚΚΕ με τη "Σύγχρονη Εποχή" ανέλαβε την έκδοση της νέας ηχογράφησης σε ένα εξαιρετικό βιβλίο - CD, που είναι σπάνιο ακόμα και για την καλή εποχή, πριν από την κατάρρευση της δισκογραφικής βιομηχανίας.

Είπε ο Δημήτρης, δεν θέλω να επαναλάβω, τι περιέχει μέσα. Είναι ένα πλήρες βιβλίο. Και ευχαριστώ και το Κόμμα, γιατί πολύ μεγάλο φωτογραφικό υλικό είναι από το Αρχείο του. Και εδώ να ευχαριστήσω ιδιαίτερα την Μαρίζα Κιτάνη και τον Γιάννη Κλεφτογιάννη που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην έκδοση.

 

Και βεβαίως η ηχογράφηση. Και παλιά και νέα στοιχεία και καινούρια ηχογράφηση και καινούρια ενορχήστρωση. Παλιά και νέα στοιχεία που προστέθηκαν. Άψογο παίξιμο των μουσικών, εξαιρετική ηχογράφηση στο στούντιο "ΣΤΕΝΤΩΡ" από τον Σωτήρη Παπαδόπουλο. Και μια πλήρης εργασία που έκανε ο Θύμιος Παπαδόπουλος από την αρχή μέχρι το τέλος.

Και βέβαια οι δύο ερμηνευτές. Ο Κώστας Θωμαΐδης, που έχει το βάρος όλο στον Μαγιακόβσκη και μια συμμετοχή στην "Καντάτα". Το έχω ξαναπεί, θα το πω και σήμερα. Ο Κώστας είναι ο καλύτερος Έλληνας τραγουδιστής, μακράν, σε αυτό που εγώ ορίζω ως χώρο ενδιάμεσο ανάμεσα στο έντεχνο νεοελληνικό τραγούδι και την κλασική μουσική. Κομμάτια που τον προσδιορίζουν, πέρα από τα δικά μου - Καβάφης, "Σονάτα του Σεληνόφωτος"- "Κύκλος του CNS" του Μάνου Χατζιδάκι, η "Κατάσταση Πολιορκίας" του Μίκη. Σε αυτά είναι μακράν ο ένας. Και έχει κάνει μια εξαιρετική ερμηνεία στον Μαγιακόβσκη.

Και η Ρίτα Αντωνοπούλου. Είχε ένα μεγάλο βάρος. Της έκανα αρκετό "μασάζ" για να ξεπεράσει την ιδέα ότι θα μετρηθεί με την Μαρία Δημητριάδη. Άλλωστε, υπήρχε προϊστορία. Την Μαρία από το 2006, 2007 και 2008 την είχε μελετήσει σε βάθος. Δεν την εμιμείτο. Την περιείχε. Την είχε αφομοιώσει, όπως και άλλες Ελληνίδες και ξένες τραγουδίστριες. Και έκανε ένα συγκλονιστικό πράγμα. Να έχει κάνει μια απίστευτη εκτέλεση σε όλα τα τραγούδια. Οι "Γερόντοι" της, για όσους το ακούσουν, χτυπάει κόκκινο. Και το "Χρέος". Τις ακούμπησε πλέον αυτές τις μεγάλες τραγουδίστριες. Και είναι ανεπιφύλακτα η πιο σπουδαία, η πιο σημαντική τραγουδίστρια της γενιάς της. Η τραγουδίστρια που μπορεί σήμερα να τραγουδήσει μεγάλα τραγούδια, μεγάλων συνθετών. Έχει αυτόν τον προνομιακό χώρο. Την ευχαριστώ θερμά και αυτή.

 

Για όλα αυτά, που σας είπα, είναι αυτονόητη η ευγνωμοσύνη μου στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος.

Η ψυχική ανάταση, που τόσο χρειαζόμουν αυτή την περίοδο, μου έδωσε τεράστια δύναμη για τη συνέχεια. Αλλά δεν είναι μόνο αυτός ο λόγος.

 

Το ΚΚΕ είναι το πιο ιστορικό Κόμμα στη χώρα μας. 100 χρόνια παλεύει για τα συμφέροντα των πολλών. Και αυτό το αναγνωρίζουν κατά βάθος, ακόμα και όσοι δεν συμφωνούν μαζί του. Είχα κι εγώ κάποιες φορές τις επιφυλάξεις μου, όχι για τη στρατηγική του, κυρίως γι' αυτή την περίφημη ιστορία, το κυνήγι του εφικτού.

 

Όποιος όμως διαβάζει με πάθος Ιστορία, θα παρακολουθήσει τα τελευταία τουλάχιστον 40 χρόνια ότι ακόμα και αρχικά ριζοσπαστικές αριστερές δυνάμεις σε ολόκληρη την Ευρώπη, κυνηγώντας το εφικτό, είτε ενσωματώθηκαν απολύτως στο σύστημα είτε περιθωριοποιήθηκαν.

 

Το αποτέλεσμα ποιο ήταν; Μαύρισαν κι άλλο το όνειρο, που είχε ήδη μαυρίσει, κι έτσι έστρεψαν το μέσο πολίτη, που έχει στον καπιταλισμό μειωμένη πολιτική συνείδηση, λόγω του καθημερινού βομβαρδισμού που υφίσταται, στην ακροδεξιά, με αποτέλεσμα στις μέρες μας να βλέπουμε τον εφιάλτη να επιστρέφει.

 

Το ΚΚΕ είναι το μόνο κόμμα -το λέω ανεπιφύλακτα- που δεν δημιουργεί ψευδαισθήσεις ότι στο βάρβαρο καπιταλισμό, ειδικά σήμερα, μπορούν τα πράγματα να γίνουν καλύτερα. Εγώ, Δημήτρη μου, είμαι οριστικά μαζί με το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας. Και έχω ένα καθήκον. Όπως το 'χεις κι εσύ Γιώργο κι εσύ Μάρω κι όλοι σας.

 

Να προσπαθήσουμε με τα γραπτά μας, με τις δημόσιες παρεμβάσεις μας, με την Τέχνη μας να ξανακάνουμε γοητευτική την εικόνα του κόσμου που θέλουμε τελικά να πάμε. Γιατί είμαι σίγουρος, για όλους εσάς, ότι θέλουμε να πάμε σε μια κοινωνία που ο άνθρωπος θα αυτοπραγματωθεί.

 

Το οφείλουμε στα νέα παιδιά, στις επόμενες γενιές που έρχονται. Δεν θέλουμε έναν Πλανήτη βάρβαρο. Δεν θέλουμε έναν Πλανήτη έρημο. Θέλουμε μια κοινωνία που ο ψαράς θα γράφει ποιήματα και ο ποιητής θα ψαρεύει.

Σας ευχαριστώ από καρδιάς».

 

 

Πηγή: 902.gr