Ποίηση και μουσική, δύο διαφορετικοί κόσμοι που αν σμίξουν σωστά πετυχαίνουν το ακατόρθωτο: γίνονται τραγούδι που όταν τελειώσει, στον απόηχό του εμείς ακόμα ονειρευόμαστε. Νότες ξεπηδούν από συλλαβές και σκαρφαλώνουν στο πεντάγραμμο, στοιχίζονται πλάι στο μουσικό κλειδί κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του ποιητή και περιμένουν ένα νεύμα, ένα του μειδίαμα, κι αν δεν το πάρουν ξέρουν πως δε θα τραγουδηθούν, δε θα υπάρξουν.
Στη μελοποίηση η έμπνευση όταν σε βρει -αν σε βρει- έχει το χαρακτήρα του επείγοντος, σα σωματική ανάγκη που δεν παίρνει αναβολή. Είναι πάντα μια δημιουργική παρέμβαση πάνω στο κείμενο, μια κατάδυση στην ακέραια ψυχή του ποιήματος που ο συνθέτης καλείται να ερμηνεύσει και να ξαναζωντανέψει, μέσα από τα δικά του μάτια και τη δική του ευαισθησία. Έργο πραγματικά δύσκολο, αλλά γεμάτο συγκινήσεις.
Στην τελευταία μου δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Ο βασιλιάς της λύπης», που θα κυκλοφορήσει τέλη Νοεμβρίου, καταπιάστηκα για πρώτη φορά με την μελοποίηση. Δεν είχα συγκεκριμένο κριτήριο, απλά διάβαζα διάφορους ποιητές κι από όποια ποιήματα ξεπηδούσαν αβίαστα νότες και μουσικές φράσεις τα ηχογραφούσα. Έτσι μελοποίησα Κώστα Καρυωτάκη, Πέρσι Σέλλεϋ , Μελισσάνθη, Μήτσο Παπανικολάου, Χρήστο Γαβρήλο και σε μετάφραση/ελεύθερη απόδοση από τα αρχαία ελληνικά του Χρήστου Γαβρήλου, Σαπφώ και Πράξιλλα. Εγώ, έγραψα τους στίχους του τραγουδιού που έδωσε τον τίτλο του άλμπουμ μαζί με τους στίχους σε άλλα δύο τραγούδια.
Η μελοποίηση είναι μια ερμηνεία ενός ποιήματος. Διαφορετικοί συνθέτες αφουγκράζονται και εξάγουν διαφορετικούς ήχους και συγκινήσεις από το ίδιο ποίημα. Άλλα ποιήματα έχουν μελοποιηθεί πολλές φορές, άλλα μία και μοναδική φορά κι άλλα, περιμένουν υπομονετικά τη σειρά τους. Το ποίημα «Κι αν έσβησε σαν ίσκιος...» έχει μελοποιηθεί τουλάχιστον άλλες εφτά- οχτώ φορές κι ο κάθε συνθέτης έκανε τη δική του ανάγνωση. Τα ποιήματα, τυπωμένα στις σελίδες ενός βιβλίου ή γραμμένα σε κάποιο χειρόγραφο, ξεχασμένα σε κάποιο συρτάρι ή τοποθετημένα σε μια βιβλιοθήκη- περιμένουν τον επίδοξο συνθέτη που θα παντρέψει το λόγο με τη μουσική. Που θα τα ζωντανέψει με μελωδίες και ήχους. Σαν αγέννητα μωρά περιμένουν να ξαναγεννηθούν.
Ο Κώστας Καρυωτάκης ευτύχησε να «δει» τα έργα του να μελοποιούνται πολλές φορές. Πάντα, βέβαια, μετά θάνατον. Γιατί ο ίδιος έζησε μέσα στην αφάνεια και την περιφρόνηση από τους συγχρόνους του. Έπρεπε να μεσολαβήσει η τραγική αυτοκτονία του για να αποκτήσει το έργο του την αξία που του αρμόζει. Όσο ζούσε, λοιπόν, τον ήξεραν κάποιες δεκάδες συνάνθρωποί του. Σαν πέθανε τον έμαθε η μισή Ελλάδα. Τού χαρίστηκε μια δεύτερη ζωή μετά το μνήμα. Αυτή είναι η μοίρα του καλλιτέχνη...
To αξιοπρόσεκτο με τον Καρυωτάκη είναι πως τη στιγμή που κατέκτησε την καλλιτεχνική του ωριμότητα, ο ίδιος επέλεξε να φύγει από τη ζωή. Απέδειξε στην πράξη ότι ποίηση και ζωή είναι -για τον γνήσιο καλλιτέχνη, το ίδιο ακριβώς πράγμα. Δεν μπορείς να διαχωρίσεις το ένα από τ’ άλλο. Υπερασπίστηκε με πάθος, ειλικρίνεια και εντιμότητα την αλήθεια των λόγων του. Απέδειξε πως τα λόγια δεν είναι φτηνά και ανέξοδα. Τέλος έβαλε τη δική του ταφόπλακα στην μεγαλόστομη, ρητορική ποίηση της γενιάς του. Υπήρξε για αυτό το λόγο ένας πρωτοπόρος.
Άσχετα από τους λόγους που οδήγησαν τον Καρυωτάκη στο τραγικό τέλος, αυτό που έχει τονιστεί λιγότερο ως σήμερα, νομίζω, είναι η «φωτεινή» πλευρά του ποιητή. Εστιάζουμε ως επί τω πλείστων στη σκοτεινή πλευρά της ζωής και του έργου του και δεν προσέχουμε τη λυρική ή την ειρωνική πλευρά του. Όλη σχεδόν η συλλογή του "Νηπενθή" (όπου ανήκει και το ποίημα «Κι αν έσβησε σαν ίσκιος») – δείχνουν αυτή την εσωτερική πάλη του ανθρώπου με τη σκοτεινή του, τη μελαγχολική του πλευρά. Ο ίδιος, μάλιστα, ο τίτλος της δεύτερης αυτής ποιητικής του συλλογής σημαίνει: αυτός που διώχνει το πένθος- κάτι σαν μαγικό ξόρκι. Έτσι βλέπει τα ποιήματά του.
Προσωπικά φαντάζομαι τον ποιητή σαν ένα παιδί που ξέχασε να μεγαλώσει. Που δεν συμβιβάστηκε ποτέ με τη σκληρή πραγματικότητα της ζωής. Σαν ένα παιδί που του πήραν το παιχνίδι του ένα απόγευμα κι αυτό απόμεινε μόνο σε μια ερημική παραλία να κοιτάει προς τη δύση τον ήλιο να γέρνει για πάντα…
Το τραγούδι «Σαν έσβησε σαν ίσκιος…» κυκλοφορεί σε όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες από τη Formiggart. https://orcd.co/kianesvisesaniskios