Από την Παρασκευή 16 μέχρι και την Κυριακή 18 Ιουνίου πραγματοποιείται στην Στέγη Ιδρύματος Ωνάση (τις δύο πρώτες ημέρες επίσης και στην Διπλάρειο Σχολή) το Tectonics Festival. Εμπνευστής του ο διεθνώς καταξιωμένος Ισραηλινός  διευθυντής ορχήστρας Ilan Volkov που μετά από άλλες έξι πόλεις του κόσμου το φέρνει τώρα στην Αθήνα. Εκτός από το να επιμεληθεί από κοινού με τον Μιχάλη Μοσχούτη το αθηναϊκό Tect  onics ο Ilan Volkov θα διευθύνει το Σάββατο την ΚΟΑ σε ένα όντως εντυπωσιακό πρόγραμμα σύγχρονων έργων αλλά και θα παίξει το προηγούμενο βράδυ στην Διπλάρειο με τους Mines, ένα αυτοσχεδιαστικό τρίο που αποτελείται από τον ίδιο και έναν άλλο μουσικό στα βιολιά και έναν ντράμερ! Ο κορυφαίος αλλά και τόσο ανατρεπτικός μαέστρος (γιος κλασικού πιανίστα και καθηγήτριας Ιστορίας στο πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ) που τον Σεπτέμβριο θα συμπληρώσει μόλις τα σαράντα ένα χρόνια του μας μίλησε για την φιλοσοφία του Tectonics αλλά και για την προσωπική συμμετοχή του στην αθηναϊκή εκδοχή του φεστιβάλ.

 

Θα ήθελα να καταλάβω το πως διαμορφώθηκε ένας από τους πλέον αντισυμβατικούς μαέστρους της εποχής μας. Προφανώς το μουσικό ταλέντο υπάρχει στην οικογένεια σου από τον πατέρα σου αλλά το γεγονός ότι είναι Ουκρανός ενώ εσύ γεννήθηκες στο Ισραήλ επηρέασε κατά οποιοδήποτε τρόπο την προσέγγιση σου στην μουσική;

Προφανώς η μουσική ήταν κάτι πολύ σημαντικό στο σπίτι μας. Ο πατέρας μου ήταν μεγάλη επιρροή για εμένα, ιδιαίτερα η νοοτροπία του, η θέληση αλλά και η περιέργεια του να μαθαίνει συνέχεια. Και οι δύο γονείς μου αγαπούσαν πολύ την μουσική του δεκάτου ογδόου και δεκάτου ενάτου αιώνα αλλά ταυτόχρονα ήταν και πολύ ανοιχτοί και ενδιαφέρονταν για σύγχρονα έργα, στην μουσική όπως και σε οποιαδήποτε άλλη μορφή δημιουργικής έκφρασης. Έτσι μεγάλωσα καταλαβαίνοντας και αγαπώντας το κλασικό ρεπερτόριο αλλά και έχοντας επαφή και με μεγάλο ενδιαφέρον για το καινούριο και το άγνωστο. Ήμουν τυχερός για το ότι σε μικρή ακόμα ηλικία, όταν ήμουν δώδεκα – δέκα τριών ετών, άκουσα σύγχρονη μουσική, σε συναυλίες των Vinko Globokar, Michael Finnissy και Morton Feldman για παράδειγμα, η οποία πραγματικά άλλαξε πάρα πολύ τον τρόπο που προσελάμβανα και καταλάβαινα την μουσική. Σε αυτό βέβαια συνετέλεσε κατά πολύ και το ότι στα δέκα τρία άρχισα να σπουδάζω σύνθεση με τον πολύ σπουδαίο Abel Ehrlich.

 

Αισθάνεσαι ακόμα το ίδιο βιολιστής όσο και μαέστρος; Πόσο δύσκολο είναι αλήθεια για κάποιον, έστω για εσένα προσωπικά, να διαχωρίσει το να εκτελεί ο ίδιος ένα έργο και το να διευθύνει μιαν ορχήστρα που παίζει το ίδιο έργο; Το προσεγγίζεις με τον ίδιο τρόπο ή εντελώς διαφορετικά;

Τώρα πια παίζω βιολί μόνο στα πλαίσια αυτοσχεδιαστικής μουσικής, ποτέ εκτελώντας οποιοδήποτε έργο ενός συνθέτη οπότε είναι απολύτως διαχωρισμένα πλέον για εμένα.  Απολαμβάνω πάρα πολύ το να παίζω αλλά είναι μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση από πριν, εξερευνώ το όργανο μου αντί να προσπαθώ να κατανοήσω και να αποδώσω τον κόσμο ενός συνθέτη.

 

Πόσο διαφορετική είναι η εμπειρία του να διευθύνεις μιαν ορχήστρα από εκείνη του να παίζεις με τους Mines;  Ή πάντα, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι παρά μουσική και η έκφραση διαμέσου αυτής για εσένα;

Ξέρεις δεν πιστεύω και τόσο σε όλο αυτό το «εκφράζω τον εαυτό μου διαμέσου της μουσικής». Για εμένα έχει πολύ περισσότερο να κάνει με το πως σκέφτομαι ή και αντιμετωπίζω την πραγματικότητα. Το να παίζω στους Mines είναι κάτι μοναδικό και πολύ σημαντικό για την ζωή μου. Παίζω μαζί με δύο φίλους μου επί αρκετά χρόνια και, αν και συνήθως το κάνουμε μόλις τρεις – τέσσερις φορές τον χρόνο, έχουμε πλέον αναπτύξει έναν δικό μας ήχο και είναι αληθινά φανταστική εμπειρία όταν τον ξαναβρίσκουμε, πειραματιζόμαστε μαζί του και τον αλλάζουμε σταδιακά. Εχει πάρα πολύ να κάνει με το να ακούς τους άλλους και να είσαι σε επαφή με την στιγμή, τον χώρο, το ακροατήριο, τελικά με το na βιώνεις την όλη κατάσταση ενώ αυτή διαμορφώνεται!  

 

Συμφωνείς με τον ορισμό του Frank Zappa ότι «η μουσική δεν είναι παρά οργανωμένος θόρυβος» ή τον θεωρείς μιαν υπεραπλούστευση;

Ναι, σίγουρα θα συμφωνήσω σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό. Θα προσθέσω όμως ότι και η σιωπή, όπως μας έδειξε ο John Cage και όχι μόνον ο θόρυβος, είναι επίσης μουσική.

 

Η σύγχρονη και ακόμα περισσότερο η avant garde μουσική χρειάζονται μαέστρο ή όχι;

Φυσικά και χρειάζονται! Οποιοδήποτε σύνολο μεγαλύτερο των επτά – οκτώ μουσικών χρειάζεται ένα «εξωτερικό αυτί», έναν οργανωτή ο οποίος μπορεί να το καθοδηγήσει ακριβώς γιατί βλέπει την μεγάλη εικόνα. Επίσης αρκετές φορές μου έχουν ανατεθεί έργα που χρησιμοποιούν διαφορετικούς τρόπους και τεχνικές σημειογραφίας έτσι ώστε να μπορεί ένα σύνολο ή μια ορχήστρα να τα παίξει χωρίς μαέστρο. Και πάλι όμως χρειάζεται κάποιος για να τα προετοιμάσει, να επιβλέψει τς πρόβες και αυτή είναι τότε δική μου δουλειά!

 

Ποιος είναι ο αγαπημένος σου συνθέτης; Και, αντίστοιχα, ποια είναι η ορχήστρα που θεωρείς καλύτερη ή έστω σου αρέσει να διευθύνεις περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη;

Αγαπημένος συνθέτης; Αυτό αλλάζει συνέχεια αλλά ένας από τους πρώτους ήταν ο  Στραβίνσκι και πάντα απολαμβάνω να ξανακούω την μουσική του, τόσο γεμάτη από ζωή και ρυθμό! Η ορχήστρα με την οποία έχω δουλέψει περισσότερο και άρα προφανώς και αγαπώ πιο πολύ είναι η BBC Scottish Symphony Orchestra. Ήμουν ο αρχιμουσικός της για αρκετά χρόνια και τώρα ο εξάρχων προσκεκλημένος μαέστρος της, έχουμε λοιπόν μια μεγάλη και έντονη σχέση. Έχουμε παίξει μαζί έργα πάρα πολλών και διαφορετικών συνθετών, από τον Μπαχ μέχρι τον Λιγκέτι και υπάρχει πλέον πάρα πολλή εμπιστοσύνη ανάμεσα σε εμένα και σε αυτή την καταπληκτική ορχήστρα. Τα μέλη της είναι πάντα πρόθυμα να παίξουν νέα μουσική και να δοκιμάσουν καινούρια πράγματα και πραγματικά υποστηρίζουν τους νέους δημιουργούς στα πλαίσια της αναζήτησης τους νέων ήχων αλλά και κόσμων. 

 

Ποια είναι η ιδέα πίσω από το Tectonics; Ποιο είναι το concept του, αν υπάρχει κάποιο πέραν από το να παρουσιαστεί και να ακουστεί καλή και ενδιαφέρουσα μουσική, καινούρια ή όχι και τόσο γνωστή;

To Tectonics παρουσιάζει νέα μουσική από διαφορετικά ιδιώματα, συνθέσεις για ορχήστρα, μουσική δωματίου, αυτοσχεδιαστική, ηλεκτρονική, ηχητικές εγκαταστάσεις και πολλά άλλα. Είναι μια συνάντηση μουσικών και δημιουργών από άλλους χώρους με διαφορετική προέλευση αλλά και οπτική. Ενα από τα στοιχεία στα οποία δίνω έμφαση είναι αυτή η αντίθεση όπως και οι συμπράξεις εκπροσώπων αυτών των διαφορετικών παραδόσεων και κόσμων. Για παράδειγμα το «Topophony» του Christopher Fox είναι ένα  έργο για συμφωνική ορχήστρα και έναν σολίστ που αυτοσχεδιάζει και ο οποίος στην Αθήνα θα είναι ο Fred Frith στην ηλεκτρική κιθάρα. Είναι ένα έργο που περιλαμβάνει καταγεγραμμένα και αυτοσχεδιαστικά μέρη και έτσι κάθε φορά που παίζεται αλλάζει, είναι σχεδόν σαν να αναγεννιέται. Ο Fred Frith είναι ένας θρυλικός μουσικός, ξεκίνησε από το rock με τους Henry Cow για να ασχοληθεί στη συνέχεια με πολλά ακόμα ιδιώματα. Για εμένα είναι ένας από τους πιο καινοτόμους και συναρπαστικούς κιθαρίστες διεθνώς! Συνεργαζόμαστε συχνά και είμαι σίγουρος ότι η συμβολή του θα είναι για άλλη μια φορά εκπληκτική.

 

Και τι έχεις τέλος να πεις για την βασική εκδήλωση του Tectonics; Έχεις ακούσει καθόλου την ΚΟΑ; Ποιος είναι ο λόγος για τον οποίο επέλεξες καθένα από τα έργα που θα παιχτούν;

Δεν γνωρίζω την ορχήστρα και αυτό προφανώς με κάνει περίεργο αλλά και ενθουσιασμένο για το ότι θα την διευθύνω, ειδικά στο «Εναντιοδρομία» του Γιάννη Χρήστου, ενός συνθέτη που εκτιμώ και θαυμάζω εδώ και πολλά χρόνια. Ηταν μια αξιοθαύμαστη φυσιογνωμία με σκέψη πάντα στραμμένη μπροστά και γεμάτος έμπνευση. Κατά τα άλλα επέλεξα τα έργα που θα παιχτούν με την λογική με την οποία το κάνω πάντα στο Tectonics. Ηθελα να υπάρχει ποικιλία αλλά ταυτόχρονα και κάποια παλαιότερα έργα που δεν παίζονται συχνά όπως του Χρήστου και το «The Turfan Fragments» Morton Feldman. O Feldman ήταν τεράστια επιρροή για πάρα πολλούς σημερινούς μουσικούς και ακόμα ανοίγει πόρτες για περισσότερους. Κάθε φορά που διευθύνω ή και απλά ακούω ένα έργο του μεταφέρομαι σε μια νέα πραγματικότητα, μια διαφορετική ομορφιά. Είναι υπέροχο που θα ξαναπαίξουμε το έργο του Fox, μόλις τον προηγούμενο μήνα το ηχογράφησα για ένα επερχόμενο CD στην Κολονία με μια γερμανική ορχήστρα και δύο άλλους σολίστ οι οποίοι αυτοσχεδιάζουν. Είναι ένα έργο που γράφτηκε πριν δύο χρόνια ειδικά για το Tectonixs της Γλασκόβης και αληθινά το αγαπάω πολύ. Η ορχήστρα παίζει παρατεταμένες συγχορδίες με εναλλαγές στην ενορχήστρωση αλλά και τα ηχοχρώματα των οργάνων ενώ ο τρόπος που ο εκάστοτε συμμετέχων αυτοσχεδιαστής ανταποκρίνεται σε αυτό το ηχητικό περιβάλλον είναι διαφορετικός και πολλές φορές γέματος εκπλήξεις. Τέλος ο κυπριακής καταγωγής Γιάννης Κυριακίδης είναι ένας συνθέτης που εκτιμούσα επί χρόνια και είμαι πολύ χαρούμενος για το ότι επιτέλους συνεργάζομαι μαζί του. Το έργο του «Der Komponist» χρησιμοποιεί ένα sample της φωνής του Γερμανού συνθέτη Helmut Lachenmann και το αντιπαραθέτει με τον ηχητικό όγκο της ορχήστρας, είναι μια πραγματικά γοητευτική σύνθεση η οποία ταυτόχρονα σου κινεί το ενδιαφέρον.

Οπως προσωπικά είμαι σίγουρος ότι θα ισχύει για το σύνολο του Tectonics και, μάλλον ακόμα περισσότερο, για τη συναυλία της ΚΟΑ που θα διευθύνει ο Ilan Volkov…