Μισός αιώνας τραγούδι. Ποίηση και μουσικές. Μελωδίες και πολιτική θέση. Εδώ και 50 χρόνια ο Θάνος Μικρούτσικος ταξιδεύει. Πότε εντός του και πότε εντός μας. Πότε στο διάστημα πότε στα χιλιοστά του μυαλού. Αναζητά και αναζητείται. «Δε φοβάμαι το τέλος ή τον θάνατο», θα πει. Έχει ήδη ξεκινήσει τις πρόβες για τις 13 Ιουνίου όπου θα γίνει μία μεγάλη «αναδρομική έκθεση» των σημαντικότερων τραγουδιών του, που χαρακτηρίζονται ως διαχρονικά. Για ερμηνευτές επέλεξε τους: Γιάννη Κότσιρα, Μίλτο Πασχαλίδη, Χρήστο Θηβαίο, Κώστα Θωμαΐδη και Μαριάννα Πολυχρονίδη. Για τον καθένα έχει να πει έναν καλό λόγο και να τον παρουσιάσει με τον χαρακτηριστικό γενναιόδωρο τρόπο του. Μιλήσαμε για πολλά. Μουσικά και μη. Ας απολαύσετε όσο κι εμείς τη συνομιλία μαζί του.
Θα κάνετε σήμερα ένα δίσκο όπως τον πρώτο σας, τα «Πολιτικά τραγούδια», δίσκο καταγγελτικό πολιτικά;
Η φόρμα δεν θα μπορούσε να είναι ίδια με τα «Πολιτικά τραγούδια», αφού η φόρμα είναι αποκρυσταλλωμένη συγκυρία του -κάθε φορά- παρόντος. Είναι κοινωνική εμπειρία αποκρυσταλλωμένη. Συνεπώς, δεν θα μπορούσαν να επαναληφθούν, είτε τα «Πολιτικά τραγούδια», είτε η «Καντάτα για τη Μακρόνησο», είτε η «Μουσική πράξη στον Μπρέχτ», με τη μορφή και με τη φόρμα που έγιναν, την εποχή που έγιναν. Αλλάζει η φόρμα, αλλά μένουμε θεματικά στο καταγγελτικό. Παρά ταύτα οφείλω να πω ότι και στον τελευταίο μου δίσκο, «Στην ομίχλη των καιρών», υπάρχουν κομμάτια, τα οποία σαφέστατα μπορούν να χαρακτηριστούν πολιτικά. Εκτός από το «Αυτός ο τόπος», που είναι γραμμένο τη δεκαετία του ‘80, «Η ομίχλη των καιρών», «Οι πίνακες», που είναι για εμένα ένα συνταρακτικό κείμενο της Λίνας Νικολακοπούλου με μεγάλη δραματικότητα, ανήκουν σε αυτή την κατηγορία.
Τι είναι αυτό που σας κρατάει ζωντανό στην Τέχνη σήμερα, μετά από 50 χρόνια στη μουσική;
Στη διάρκεια των 50 χρόνων, είναι πολλά αυτά που σηματοδότησαν την πορεία μου. Εστιάζοντας στη σημερινή εποχή και στο τραγούδι που είναι η αιχμή του δόρατος στη δουλειά μου, το πρώτο που μου έρχεται στο μυαλό, είναι η επαφή μου με τον κόσμο που με παρακολουθεί και κυρίως με τους νεότερους. Αυτό με κινητοποιεί.
Συνεχίζετε ακόμα και τα χρόνια της κρίσης να είστε σε διαρκή κίνηση…
Τα χρόνια της κρίσης έχω κάνει εκατοντάδες συναυλίες. Μπορεί να είναι και 650. Προφανώς, ήρθα σε επαφή με χιλιάδες ανθρώπους. Βλέπεις πως λειτουργεί η δική σου σκηνική χειρονομία, στον εικοσάρη, τον εικοσιπεντάρη, τον τριαντάρη και ταυτόχρονα τι σου επιστρέφεται από τον καθένα. Αυτό λειτουργεί ως αλληλοεμψύχωση. Εκείνος εμψυχώνεται από κάτι που θα ακούει από εμένα, εγώ από την αντίδρασή του. Αυτά που μου λένε αυτοί οι άνθρωποι δεν θέλω να τα χάσω. Για εμένα είναι κυριολεκτικά το μεγαλύτερο παράσημο και θέλω να το έχω μέχρι τέλους αυτό.
Πως μπορεί ένας καλλιτέχνης να καταλάβει ότι έρχεται το τέλος;
Ελπίζω αυτοί που με αγαπάνε και πρώτα από όλους η οικογένειά μου, αλλά και οι φίλοι μου, εάν εγώ δεν το καταλάβω, να μου πουν ότι ήρθε το τέλος. Να μη σέρνομαι στην σκηνή. Έκλεισα τα 70. Πενήντα χρόνια δημόσια δουλειά. Βεβαίως όταν παίζω τους «Εφτά νάνους» αισθάνομαι εικοσάρης κι έτσι αισθάνονται κι οι άλλοι ότι είμαι, αλλά αν κάποια στιγμή με εγκαταλείψουν οι δυνάμεις μου, δε θέλω ο εγωισμός μου είτε η μεγάλη μου διάθεση για τη σκηνή να μη μου επιτρέψει να το καταλάβω.
Αναφέρετε πολύ συχνά τελευταία στις συνεντεύξεις: «το τέλος», «τα τελευταία χρόνια», «είμαι στο τελευταίο στάδιο της καριέρας μου» κλπ…
Ε δεν είμαι;
Υπάρχει η πίκρα μέσα σας ότι κάτι τελειώνει; Πικρία που λένε οι ποιητές…
Όχι. Σε καμία περίπτωση.
Υπάρχει κάτι που σας φοβίζει;
Είναι μεγάλη κουβέντα αυτή, αλλά θα στην πω εσένα. Δε φοβάμαι το τέλος ή τον θάνατο.
Κάτι που έχετε ως απωθημένο;
Έχω ζήσει πολύ πυκνά όλη μου τη ζωή και την προσωπική, αλλά κυρίως την καλλιτεχνική.
Για αυτό δεν λέω «ξέρεις κάτι, δεν έχω παίξει με τη Φιλαρμονική του Βερολίνου». Δε με ενδιαφέρει. Έχω παίξει με αρκετές ορχήστρες. Δεν είναι αυτό που με κινητοποιεί. Με ενδιαφέρει η επαφή μου με τον κόσμο έτσι όπως αυτή διαμορφώθηκε στα τελευταία χρόνια της κρίσης.
Νιώθετε πιο ελεύθερος όταν επαναπροσδιορίζετε αυτό που μέχρι χθες πιστεύατε ότι είναι συγκεκριμένο;
Βεβαίως!
Είναι ζητούμενο στην Τέχνη κάποιος να προσπαθεί να ξεπερνάει τα όριά του;
Ένας από τους σκοπούς του ανθρώπου πάνω στη γη, πόσο μάλλον ενός καλλιτέχνη, είναι να ξεπερνάει τα όρια του. Τις καταγεγραμμένες τους δυνατότητες. Άρα, το στοίχημα μου, δεν είναι αν θα με τσιγκλήσει, όπως είπαμε στην αρχή ένα κείμενο πιο καταγγελτικό, όσο να μπορέσω να ξεπεράσω τα όρια μου με ό,τι με τσιγκλήσει. Έχει συμβεί, αλλά δεν γίνεται κάθε μέρα. Ελπίζω και στο μέλλον να έχω την ευτυχία να ξεπεράσω τα όρια μου σε κάποιες περιπτώσεις.
Ο χώρος παίζει ρόλο στο πως ξεπερνιέται ένα όριο στη σκηνική δράση;
Αναμφισβήτητα. Βέβαια, οι ωραιότεροι χώροι είναι οι μικροί. Όπως φέτος στο Γυάλινο, καταφέραμε με το Χρήστο Θηβαίο και τη Μαριάννα Πολυχρονίδη να κάνουμε παραστάσεις όπου για 70 λεπτά να παίρνουν τη μορφή αυστηρού θεάτρου και στο δεύτερο μέρος να είναι η αποθέωση της ένωσης κοινού - καλλιτεχνών. Αυτό είναι το μοτίβο που μου αρέσει πολύ όποιος και να είναι ο χώρος.
Παρόλα αυτά η συναυλία που ετοιμάζετε θα γίνει σε έναν μεγάλο χώρο. Στο Ηρώδειο…
Το Ηρώδειο είναι ένας χώρος που από μόνος του δημιουργεί συναισθήματα, μπορεί να φιλοξενήσει πολλές παραστάσεις. Βέβαια, κάθε χώρος έχει τα δικά του όρια.
Στο Ηρώδειο έχετε βρεθεί αρκετές φορές τελευταία…
Το 1997 με τον Μητροπάνο, το 2009 με τα τραγούδια του Καββαδία, το 2012 με τη Φαραντούρη και την «Κατάσταση πολιορκίας» του Μίκη, το 2013 η παραγωγή «Πάντα γελαστοί και γελασμένοι» και πέρυσι η συναυλία – αφιέρωμα στον Αλκαίο.
Θα μπορούσε κάποιος να πει γιατί ξανά Ηρώδειο;
Δε μας είχαν συνηθίσει οι επίσημοι θεσμοί της χώρας να μας τιμούν. Το Φεστιβάλ Αθηνών με τιμά για τα 50 χρόνια. Δέχθηκα χωρίς ιδιαίτερη σκέψη. Είναι μεγάλη η χαρά και η τιμή μου. Μου ζήτησε ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος να είναι ένα είδος γιορτής, με τα βασικά σημεία της διαδρομής μου. Αν ήμουν ζωγράφος θα μιλούσαμε για μία αναδρομική έκθεση… Το πρόγραμμα δε φτιάχτηκε από εμένα, αλλά από τις προτιμήσεις του κόσμου όλα αυτά τα χρόνια στα κομμάτια μου που έχουν περάσει σε δύο και τρεις γενιές ακροατών.
Έτσι προέκυψαν και οι ερμηνευτές;
Το κριτήριό μου ήταν να πάρω από το καλάθι των πολύ αγαπημένων μου προσώπων και φίλων. Ήθελα αυτή τη βραδιά να υπάρχει αγαπητική σχέση και όχι η τάδε τραγουδίστρια πχ η οποία μπορεί να βοηθούσε εμπορικά, αλλά δεν έχω στενή σχέση μαζί της. Δεν μπόρεσα να έχω τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και τη Ρίτα Αντωνοπούλου γιατί θα είναι σε περιοδεία με το 9:05. Έτσι θα έχω τον Γιάννη Κότσιρα, τον Μίλτο Πασχαλίδη, τον Χρήστο Θηβαίο, τον Κώστα Θωμαΐδη και την Μαριάννα Πολυχρονίδη.
Τι είναι αυτό που ο Θάνος Μικρούτσικος ζητάει από έναν ερμηνευτή. Τι ψάχνει;
Αρχικά, μέχρι το 1986, οι ερμηνευτές μου δεν ανήκαν στη τάξη που θα μπορούσε να ονομαστεί ερμηνευτής - σταρ. Υπήρχαν και γνωστοί ερμηνευτές, που δεν ταυτίστηκαν με την καθαυτή έννοια της λέξης σταρ. Οι πιο γνωστοί ήταν η Μαρία Δημητριάδη και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, μετά την ερμηνεία των δύο τραγουδιών στο Σταυρό του Νότου. Δεν θα μπορούσα να παραλείψω τους Κώστα Θωμαΐδη, Γιάννη Κούτρα, Γιώργο Μεράντζα… Τους ερμηνευτές που επέλεγα τους δίδασκα συνεχώς. Δηλαδή το αποτέλεσμα των ερμηνειών τους, είναι αποτέλεσμα διδασκαλίας. Σαφώς και του ταλέντου που έκρυβαν και της ιδιαιτερότητας που είχαν, αλλά διδάχτηκαν. Θα έπρεπε να κάνω ειδική αναφορά στη Μαρία Δημητριάδη, διότι μαζί φτιάξαμε τον τρόπο μας. Δηλαδή, δεν προηγήθηκε άλλος. Η ταυτότητα και ο τρόπος ερμηνείας της Μαρίας, μα και ο δικός μου τρόπος είναι αποτέλεσμα της κοινής μας προσπάθειας. Μου αρέσει η λέξη, η συλλαβή, η φράση να ζει φοβερά στο στόμα, πριν καν την εκφέρει ο ερμηνευτής προς τα έξω. Αυτό είναι ένα βασικό κομμάτι του τρόπου μου. Ακόμη και τραγουδιστές που κυμαίνονται στο επίπεδο του Μητροπάνου και του Νταλάρα, έχουν προσπαθήσει να αποτυπώσουν κάποια πράγματα από αυτή την γραφή. Βεβαίως είχανε το δικός τους ύφος. Θέλω ακρίβεια και έκφραση σε ισορροπία χωρίς να υπερτερεί η μία της άλλης.
Και τι είναι αυτό που ζητάτε από τον λόγο;
Η ποίηση είναι μια από τις δύο κολώνες εντός μου. Πρέπει να σου αναφέρω ότι μπήκε ταυτόχρονα με τη μουσική. Ο πατέρας μου διάβαζε ποιητές για χρόνια τα βράδια, κρατώντας με αγκαλιά. Συνεπώς όταν ξεκίνησα τη σταδιοδρομία μου αυτά τα δύο πράγματα υπήρχαν και ήταν φυσιολογικό ότι θα προσπαθούσα να τα συνδέσω, πέραν ότι αυτό είχε επιχειρηθεί με πολύ μεγάλη επιτυχία κυρίως από το Μίκη Θεοδωράκη εκείνη την εποχή.
Η σχέση σας με την ποίηση είναι στενή…
Θα μπορούσα να πω ξεδιάντροπα πως γνωρίζω Ποίηση! Γνωρίζω καλά και γνωρίζω να ξεκλειδώνω τα κρυμμένα. Γνωρίζω να βρίσκω τα κρυμμένα, που κάθε μεγάλη ποίηση διαθέτει. Η μελοποίηση πρέπει να αναδεικνύει τα κρυμμένα. Για αυτό ο στίχος πρέπει να σημαίνει και άλλα αφού μελοποιηθεί απ’ ότι σήμαινε πριν μελοποιηθεί. Η διαδικασία όμως έχει κάτι το μαγικό. Αν έρθει κάποιος να μου δώσει τρία ποιήματα ή τρεις στίχους του, πρώτον περιμένω να μου μιλήσουν, δεν μπορώ να τα πιέσω. Δεύτερον από τη στιγμή που μου μιλήσουν και καθίσω είτε στο γραφείο αν πρόκειται για κάτι γενικό είτε στο πιάνο αν πρόκειται για κομμάτι, αυτά απαιτούν τον τρόπο με τον οποίο θα μελοποιηθούν. Ενώ άλλοι συνθέτες ακόμη και μεγάλοι φέρνουν το κομμάτι στο δικό τους τρόπο, εγώ ίσως επειδή γνωρίζω πολλά διαφορετικά είδη μουσικής, έχω την πολυτέλεια να πηγαίνω εγώ στην απαίτηση του ποιήματος.
Ο Φρόιντ, νομίζω, έλεγε ότι όπου έχω πάει με την ψυχανάλυση, πρώτα έχει περάσει από εκεί ένα ποιητής. Η ποίηση λειτουργεί ψυχαναλυτικά;
Απολύτως συμφωνώ, απλώς δεν είναι μόνο η ψυχαναλυτική διάσταση. Οι ποιητές μιλούν! Ο καθένας για τα δικά του θέματα, αλλά γενικά η ποίηση έχει μιλήσει για τα πάντα. Επομένως εκτός από το ψυχαναλυτικό είναι και ιδεολογικό και πολιτικό και προσωπικό. Επίσης και στιχουργοί με ποιητική φλέβα το έχουν καταφέρει αυτό. Δηλαδή στη σημερινή κατάσταση ποιος θα πει ότι δεν ισχύει «πως η ανάγκη γίνεται ιστορία, πως η ιστορία γίνεται σιωπή;». Αυτό το έγραψε ο Αλκαίος το ’86. Το ίδιο έκανε και το Τριπολίτης με το «Ανεμολόγιο». Οι ποιητές έχουν δει απίστευτα πράγματα, πριν αυτά γίνουν κατανοητά στο φιλότεχνο κοινό, χρόνια αργότερα.
Πως μπορεί να νιώθει σήμερα ένας αριστερός με όλα αυτά που ζούμε;
Ένας πραγματικός αριστερός όφειλε να είχε κάνει τις σωστές αναλύσεις εδώ και κάποια χρόνια. Αν έκανε τις σωστές αναλύσεις θα έβλεπε πως ήτανε σχεδόν σίγουρη αυτή η εξέλιξη. Σε έναν τέτοιο αριστερό μιλάς αυτή τη στιγμή. Απλώς, δεν παύει να σου δημιουργεί στεναχώρια ότι η συγκεκριμένη κυβέρνηση προέρχεται από ένα χώρο που τουλάχιστον μεταξύ του 2005 και του 2012 ήταν ένας χώρος της Αριστεράς.
Και μετά ηττήθηκαν; Τι έγινε;
Δεν είναι ήττα. Είναι ενσωμάτωση. Έχουν ηττηθεί πολλά πρόσωπα που είναι εκεί. Και βουλευτές ακόμα, αλλά η κυρίαρχη ομάδα που προσδιορίζει τα πράγματα έχει πια ενσωματωθεί.
Ποιος είναι ο αριστερός σήμερα;
Σε γενικές γραμμές, ορίζει κανείς έναν αριστερό σήμερα ως τον άνθρωπο που θέλει μια άλλη κοινωνία, όχι μια κοινωνία βάρβαρη και άδικη. Μια κοινωνία όπου τα παιδιά, όταν θα γεννιούνται, θα γεννιούνται τουλάχιστον από την ίδια εκκίνηση, ανεξαρτήτως τι θα συμβεί αργότερα.
Άρα, ο αριστερός σήμερα είναι αυτός που κυνηγά την ουτοπία;
Μπορεί στις μέρες μας μια άλλη κοινωνία να μοιάζει ουτοπία, όντως. Είσαι όμως υποχρεωμένος να την κυνηγάς αυτήν την ουτοπία. Είσαι υποχρεωμένος να την ονειρεύεσαι. Είσαι υποχρεωμένος ακόμη και να τη φαντάζεσαι. Μια κοινωνία όπου ο ψαράς θα γράφει ποιήματα και ο ποιητής θα ψαρεύει. Στην ερώτηση αν αυτή η σκέψη είναι αφελής, θα σου απαντούσα με Γκαλεάνο αυτή τη φορά: «η ουτοπία μας χρειάζεται, γιατί αλλιώς δε μπορούμε να προχωρήσουμε».
Η Τέχνη βοηθά σε αυτήν την ουτοπία;
Ασυζητητί! Είναι το χνάρι του ανθρώπου πάνω στη γη. Αυτό δε θα χαθεί ποτέ όπως δε χάθηκαν οι πρώτες ζωγραφιές πριν καν ο άνθρωπος μιλήσει στις σπηλιές, όπου συνεννοούνταν με τέχνη. Ειδικά στις μέρες μας, σε αυτή τη βαρβαρότητα, η σημαντική τέχνη μας χρειάζεται και για λόγους εμψύχωσης. Ακόμα όταν υπήρχαν τα οράματα και δεν είχαν ακυρωθεί, αναφέρομαι στην περίοδο μεταξύ 1920-1950, η Τέχνη συνέβαλε στη δημιουργία κριτικής συνείδησης. Η τέχνη βέβαια δεν αλλάζει τον κόσμο, οι άνθρωποι τον αλλάζουν, αλλά χρειάζεται να έχουν κριτική σκέψη.
Υπάρχει κάποιος στίχος που σας χαρακτηρίζει, που σας ακολουθεί;
Πολλοί και θα αδικήσω σίγουρα κάποιους. Ερωτικά δεν υπάρχει καλύτερος από το «άφησέ με να έρθω μαζί σου. Τι φεγγάρι έχει απόψε!» του Γιάννη Ρίτσου, από τη Σονάτα του Σεληνόφωτος. Πολιτικά, του Μπρεχτ που λέει «Αν παλέψεις μπορεί και να χάσεις. Αν όμως δεν παλέψεις έχεις είδη χάσει» ή η φράση του Καββαδία «Λυπήσου αυτούς που δεν ονειρεύονται».
Ποια είναι η μεγαλύτερη εσωτερική αλλαγή στο Θάνο Μικρούτσικο όλα αυτά τα χρόνια;
Υπάρχουν απόψεις που έχω αλλάξει παρατηρώντας τα πράγματα. Ιδεολογικά θεωρώ τον εαυτό μου Μαρξιστή. Θεωρώ ότι είναι ο μεγαλύτερος παραμυθάς και ο μεγαλύτερος επιστήμονας που άλλαξε τον τρόπο που σκεπτόμαστε. Άλλαξε το δικό μου τρόπο και σκέφτομαι πάντα μεθοδολογικά έτσι. Αισθάνομαι περισσότερο ώριμος με τα χρόνια. Έχω ωριμάσει χωρίς να χάνω την ενεργητικότητα μου και το δυναμισμό μου. Βλέπω τα πράγματα περισσότερο πολυεπίπεδα. Δεν είμαι δογματικός σε πράγματα.
Χρονικά υπάρχει κάποια στιγμή που νιώσατε εσωτερική μετατόπιση;
Η αίσθηση της δική μου αλλαγής έρχεται χρονικά με τη γέννηση της πρώτης μου κόρης. Έγινε μια μετατόπιση μέσα μου που δεν μπορώ να ορίσω. Στο πιο χαρμόσυνο γεγονός αποχαιρετούσα έναν Θάνο με συγκεκριμένες ελευθερίες. Η Σεσίλ γεννήθηκε στις 3 τη νύχτα. Άυπνος επέστρεψα στο σπίτι να κάνω ένα μπάνιο στις 10 το πρωί. Κάθισα στο πιάνο, έβαλα τη συλλογή του Κώστα Παπαγεωργίου «Ιχνογραφία» και εντός 16 λεπτών έβγαλα ένα κομμάτι 16 λεπτών, παραληρηματικό, που απαιτούσε πάρα πολλές μέρες, ίσως εβδομάδες, που θα έπρεπε να αποτυπωθεί με χαρτί και μολύβι. Ήταν μια δραματουργική εργασία η οποία είναι τρομερή σε εικόνες. Μιλάει για πεθαμένους, που έχουν μπαμπάκι στο στόμα, για νεκρούς, για τον άμβωνα στην εκκλησία… Είναι περίεργο, εκείνη τη στιγμή που ένοιωθα τόσο ευτυχισμένος…
Φαντάζομαι θα υπάρχουν και πράγματα που έχουν μείνει σταθερά…
Υπάρχουν πράγματα που με ακολουθούν από μικρό παιδί. Η έλλειψη τσιγκουνιάς. Η άρνηση να κάνω κάτι για να πετύχω κάτι άλλο, κάτι που δε μου αρέσει ή που είναι αναξιοπρεπές για να πετύχω κάτι.
Η γενναιοδωρία είναι στοιχείο ωριμότητας στους ανθρώπους;
Νομίζω μπορεί να επιτευχθεί και με την ωριμότητα. Σε ότι με αφορά υπήρχε πάντα. Θεωρώ πως είναι στοιχείο του χαρακτήρα μου. Σε επαγγελματικό επίπεδο συχνά μου έλεγαν πως έχω εμπιστοσύνη στον εαυτό μου για αυτό στηρίζω και υπόλοιπους καλλιτέχνες. Την ίδια γενναιοδωρία έχω και στα οικονομικά μου. Είμαι τρυπιοχέρης.
Η γενναιοδωρία επιστρέφεται;
Ορισμένες φορές όχι. Θυμάμαι όταν είχα πάει στο γραφείο του Ανδρέα Παπανδρέου ως Υπουργός Πολιτισμού και σηκώθηκε να με χαιρετήσει, πίσω του είχε τη φράση «Ουδείς πιο αγνώμων του ευεργετηθέντος».
Είδα πρόσφατα από τη σελίδα σας στο Facebook ότι κάνατε ένα ταξίδι στην Ισπανία. Ταξιδεύετε συχνά;
Κουβαλάω πάρα πολλές υποχρεώσεις. Ίσως έναν δεν υπήρχαν οι συγκεκριμένες δυσμενείς οικονομικές συνθήκες, ένα κομμάτι της δουλειάς μου το αντάλλασα με ταξίδια. Ίσως οι εμφανίσεις και συναυλίες μου γίνονταν με διαφορετικό τρόπο και συχνότητα. Έχω καταφέρει παρόλο το φόρτο εργασίας να ταξιδεύω. Στην Ελλάδα έχω ανάγκη να πηγαίνω στα Καπετανιανά για ξεκούραση, που είναι τo καταφύγιο της Μαρία και το δικό μου. Αλλά την αγάπη μου για τη Σκωτία και το Παρίσι αντικατέστησε η τρομακτική αυτή χώρα που λέγεται Ισπανία. Αρχικά ήταν η Βαρκελώνη η αγαπημένη μου κι έπειτα η Μαδρίτη… Σχεδιάζουμε ένα ταξίδι στη Χώρα των Βάσκων, στο Μπιλμπάο, με κέντρο βέβαια τη Βαρκελώνη και να ταξιδέψουμε σε όλα τα παράλια της Μεσογείου. Η Μαδρίτη είναι μια εξαιρετική πόλη. Επειδή ήμουν αντι-Real και για πολιτικούς λόγους την απέφευγα.