Την Παρασκευή 4 και το Σάββατο 5 Μαρτίου παρουσιάζεται στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση το νέο συμφωνικό έργο του Δημήτρη Παπαδημητρίου με την ΚΟΑ υπό την διεύθυνση του Γιώργου Πέτρου. Ο συνθέτης και ο μαέστρος μίλησαν στο Μusicpaper για το τι σημαίνει «Το Χρονικό Ενός Πρώιμου Φθινοπώρου» λίγο πριν το ακούσουμε.  

 

Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης και ποιο το βασικό νοηματικό ή και φιλοσοφικό περιεχόμενο αυτού του έργου, αν υπάρχει και τέτοιο;

Πηγή έμπνευσης ήταν μια συνειδητοποίηση όταν για αρχειακούς λόγους έκανα μια ακρόαση παλαιότερων έργων μου που τα είχα πραγματικά ξεχάσει. Μπόρεσα σε ένα μεγάλο ποσοστό να τα εισπράξω σαν ένας τρίτος ακροατής που τα πρωτοακούει και αναγνώρισα κάτι που αρκετοί μου το έλεγαν αλλά δεν το διέκρινα και δεν το παραδεχόμουν, αυτό το spleen που θυμάμαι ότι με γοήτευε από παιδί στην γαλλική και αγγλική κυρίως ποίηση αλλά νόμισα ότι το είχα ξεπεράσει. Σκέφτηκα αμέσως ότι είναι στοιχείο που υπάρχει λίγο εν υπνώσει ή σε δεύτερο φόντο γιατί μάλλον η εποχή που τα έγραφα σνόμπαρε οτιδήποτε μελαγχολικό η γκρίζο, σαν ο άνθρωπος να πρέπει να παίρνει διαρκώς ναρκωτικά για να είναι χάι. Σπεύδω λοιπόν να επανορθώσω....

 

Η μοναξιά και η μοναχικότητα, βασικό στοιχείο διαμόρφωσης της ψυχής και του πνεύματος του ανθρώπου ανά τους αιώνες παραμένει εδώ μαζί μας, πιστή μας σύντροφος ή και μάνα μας. Αγάπησα έργα και ήρωες μελαγχολικούς, ποιητές σκοτεινούς και απρόσιτους. Είδα ότι η παρηγορία στην τέχνη έρχεται όταν υπάρχει αναγνώριση και αποκάλυψη της αλήθειας. Ο πόνος είναι αλήθεια, η χαζοχαρούμενη τέχνη είναι ναρκωτικό που μας υποδουλώνει και μας αποβλακώνει.  Θα ήθελα διά μιας να απελευθερωθεί η τέχνη από το νευρωτικό γλέντι της επιφανειακής διασκέδασης και να επανέλθει το βαθύ και αληθινό αίσθημα που υπάρχει από το κλασικό λαϊκό τραγούδι μέχρι τα μεγάλα δημοτικά και τα έντεχνα μας. Και η κλασική μουσική δεν πάει πίσω όμως, αναλογικά τα ίδια φαινόμενα την κατατρύχουν.

 

Το φιλοσοφικό περιεχόμενο είναι η δύναμη των ιδεών και των ιδεωδών να ισορροπούν και να προάγουν επί της ουσίας την ψυχή μας που μαστίζεται διαρκώς από απειλές για συμβιβασμούς, υποχωρήσεις και...ρεαλισμό. Ο δρόμος για τον σύγχρονο φθινοπωρινό τύπο ανθρώπου είναι προς τις ιδέες και την ορθή δημιουργικότητα. Η υπερβατικότητα είναι μια ζωή που εγκαταλείψαμε. Την καλώ λοιπόν πίσω...

 

Ποιες είναι οι διαφορές του ως προς την φύση αλλά και την δομή του σε σχέση με προηγούμενα συμφωνικά σου έργα;

Υπάρχει ένα πειραματικό φορμαλιστικό στοιχείο στο ότι προσπαθώ να δέσω το τραγούδι με το συμφωνικό μέρος σε μια πιο ισόρροπη ποσόστωση και έναν αναγκαίο αλλά και αυθόρμητο διάλογο. Τα κείμενα αυτά είναι και ιδεολογικοί μου πυλώνες. Η μικρή σκηνικότητα, η χρήση του μαέστρου και ως σολίστα, η συνύπαρξη του σόλο με το συμφωνικό σύνολο σε ξεχωριστά μέρη, όλα αυτά τα έκανα λιγάκι χωρίς δεύτερη σκέψη, έτσι με μια ανεξήγητη ορμή ή ίσως και θράσος. Ομως γιατί όχι; Το μουσικό ήθος σε σχέση με τα προηγούμενα έργα μου νομίζω διαφέρει, τα μέρη είναι πιο απλά και συνορεύουν με τα τραγούδια που και αυτά είναι συνθετότερα και...συναντώνται κάπου στο μέσον. Αλλά μη φανταστείς και ότι δεν αυτοσχεδίασα στη φόρμα μέχρι να το βρω!

 

Τι ήταν αυτό που σε έκανε να επιλέξεις στον Γιώργο Πέτρου για να διευθύνει αυτό το  έργο σου αντί για έναν από τους αρχιμουσικούς με τους οποίους είχες συνεργαστεί στο παρελθόν;

Καμιά επιλογή συνεργάτη δεν είναι υποχρεωτική και μοναδική. Ολοι πάντα θα μπορούσαν να είναι άλλοι και εύχομαι να έχω άπειρες επανεκτελέσεις ακόμα και με αυτούς που δεν νομίζω ότι ταιριάζω. Ομως η πρώτη επιλογή έχει κάποιες ιδιαίτερες παραμέτρους, πρώτον να είσαι και εσύ επιλογή του μαέστρου. Δεν είναι αυτονόητο και χαίρομαι που ο Γιώργος Πέτρου με ενθάρρυνε πριν πολλά χρόνια να γράψω για την Καμεράτα, πρώτος αυτός μου παράγγειλε έργο, τις «Μάσκες», είναι για εμένα πολύ μεγάλη τιμή αυτό.

 

Ο Γιώργος Πέτρου είναι μια νέα μεγάλη αξία στην σημερινή Ελλάδα. Δεν ξέρω πολλούς νέους (όπως και ο Μιχάλης Οικονόμου που ήταν στην ορχήστρα του Κατάρ) να έχουν ήδη, όπως τόσο ο ίδιος όσο και η ορχήστρα του, διεθνή καριέρα και διακρίσεις, πάντα από την Ελλάδα ορμώμενοι και κατοικούντες εδώ και επιπλέον με τα εγχώρια πτωχικά μέσα και για αυτό πιστεύω ότι αξίζει πολλά συγχαρητήρια. Το ότι με την Καμεράτα εξειδικεύτηκε στην παλαιά μουσική - πολύ σωστή εμπορικά απόφαση για την ορχήστρα αφού υπήρχε διεθνώς κενό στο συγκεκριμένο είδος και δεν απαιτεί πολυμελές σύνολο - δεν σημαίνει ότι δεν είναι ικανότατος και σε άλλα είδη. Τελικά σχεδόν υπάρχουν ταυτόχρονα...δύο Καμεράτες που παίζουν όλο το ρεπερτόριο.

 

Το μαγικό αισθητήριο του με ένα νέο έργο όμως είναι το σημαντικό του προσόν στη συγκεκριμένη περίπτωση. Δεν αφήνει λάθη και για μια νέα παρτιτούρα αυτό έχει... τρελή σημασία, είναι πολύ συνεργάσιμος και, σε σχέση με το πόσο αξιόλογος είναι, είναι και απίστευτα ταπεινόφρων.

 

Τέλος είναι κάπως και να πιστεύεις ότι ταιριάζει στην ψυχή του μαέστρου ένα νέο έργο. Ο Γιώργος είναι ένας ρομαντικός ήρωας στο μυθιστόρημα της μουσικής μας, με την λογοτεχνική έννοια του όρου, συνειδητά ασυμβίβαστος. Τιμώ και άλλους μεγάλους μαέστρους μας, μόνιμους επίσης συνεργάτες μου αλλά και άλλους που δεν συνεργάστηκα ακόμα. Ελπίζω όλοι να διευθύνουν όλα μου τα έργα! To privilegium primae noctis αυτού του έργου όμως νομίζω του ταιριάζει πολύ.

Ας αναφέρω επίσης ότι όλες οι ορχήστρες και οι μαέστροι διεθνώς συνεργάζονται και εκτός μόνιμης σχέσης. Είναι απαραίτητο για να διατηρεί συνεχώς ψηλά τον πήχυ και το ενδιαφέρον και να διευρύνει τους τεχνικούς και ερμηνευτικούς ορίζοντες τους.

 

 

Τον τελευταίο καιρό κάνεις ένα άνοιγμα στο σύγχρονο ρεπερτόριο που δεν μας είχες συνηθίσει ως τώρα, πρόσφατη για παράδειγμα είναι η παράσταση σου της «Σωφρονιστικής Αποικίας» του Philip Glass με την Καμεράτα. Ποιες διαφορές και δυσκολίες ίσως υπάρχουν γενικότερα για κάθε μαέστρο και προσωπικά για εσένα στο να διευθύνεις τέτοιου είδους έργα και όχι αμιγώς κλασικό ρεπερτόριο;

Δεν συμβαίνει καθόλου μόνο τον τελευταίο καιρό αυτό, με την Καμεράτα ειδικά αγαπάμε πολύ το σύγχρονο ρεπερτόριο και το υποστηρίζουμε παίζοντας το εδώ και πολλά χρόνια. Οσο για το γιατί δεν το κάνω, γιατί γενικότερα δεν το κάνουμε συχνότερα, θα σου απαντήσω με μιαν ερώτηση...πόσο κοινό πιστεύεις ότι υπάρχει για την σύγχρονη μουσική ή μάλλον πόσο νομίζεις ότι την γνωρίζει ακόμα και ο μυημένος, συνειδητός Έλληνας μουσικόφιλος; Ελάχιστα...

Ειδικότερα τώρα για την περίπτωση του Δημήτρη Παπαδημητρίου αυτή είναι η τρίτη φορά που έχω την χαρά και την τιμή να διευθύνω έργο του, έχουν προηγηθεί τα «Μάσκες» και «Μύθοι Του Αισώπου». Και ελπίζω να ακολουθήσουν και άλλα γιατί είναι ένας σύγχρονος Έλληνας συνθέτης που εκτιμώ πάρα πολύ.

 

 

Τι εκτιμάς λοιπόν συνολικά στην γραφή του και ποια είναι κατά την γνώμη σου τα χαρίσματα του συγκεκριμένου έργου;

Η μουσική του Δημήτρη είναι συναισθηματική, με την καλύτερη και όχι με την γλυκερή ή την αγοραία έννοια της λέξης. Επίσης διαθέτει μια υπόγεια, εσωτερική νοσταλγία. Η εποχή μας σχεδόν απορρίπτει την νοσταλγία, με τα πράγματα να τρέχουν ιλιγγιωδώς σε όλα τα επίπεδα κοιτάζουμε μόνο το παρόν, ίσως και το μέλλον και σχεδόν ξεχνάμε ότι έχουμε και παρελθόν. Ο Δημήτρης δεν το ξεχνάει και δεν φοβάται να «επισκεφτεί» με την μουσική του το δικό του παρελθόν, κατά κάποιο τρόπο να «συναντήσει» τον παλαιότερο εαυτό του.

 

Αυτό το στοιχείο διακρίνει ιδιαίτερα το συγκεκριμένο έργο του το οποίο γνωρίζω και έχω καταλάβει διαβάζοντας την παρτιτούρα ότι είναι από τα πιο προσωπικά του, είναι πολύ αληθινό για αυτόν και «δικό» του. Για αυτό και χαίρομαι ιδιαίτερα που μου το ανέθεσε και αυτήν ακριβώς την διάσταση του θα προσπαθήσω να αναδείξω.

 

Στην Ελλάδα τουλάχιστον Γιώργο για το ευρύτερο κοινό έχεις σχεδόν ταυτιστεί πλέον με την Καμεράτα. Αισθάνεσαι λοιπόν διαφορετικά, παράξενα ή και λίγο άβολα ίσως, όταν διευθύνεις άλλη ορχήστρα όπως σε αυτή την περίπτωση;

Έχω συμπράξει και άλλες φορές με την ΚΟΑ και πολλούς από τους μουσικούς της τους γνώριζα και πριν τους διευθύνω, ήταν ήδη συνεργάτες και φίλοι. Οχι λοιπόν, δεν αισθάνομαι καθόλου παράξενα ή άβολα, είναι ακριβώς το ίδιο με την Καμεράτα. Μάλιστα είναι και πιο άνετο για εμένα γιατί όπως ξέρεις η σχέση μου με την Καμεράτα είναι πολύ διαφορετική και στενότερη, είμαστε σχεδόν σαν οικογένεια. Και οι οικογένειες, όσο αγαπημένες και αν είναι, έχουν και δυσκολίες, διαφωνίες, ακόμα και τσακωμούς! Οπως και αν έχει σημασία έχει μόνον η ορχήστρα να είναι καλή και αμφότερες αυτές είναι θαυμάσιες.