Στη Νεφέλη Λιούτα αρέσουν τα haiku, τα μολύβια, τα κουμπιά και αυτές οι μικρές λεπτομέρειες που χτίζουν την «ποίηση» της καθημερινής μας ζωής. Οι πιο σημαντικές πιθανώς. Της αρέσουν και τα δύσκολα, καθώς φαίνεται, ή δεν την πτοούν, έστω. Λίγο πριν από την έκδοση της νέας της δουλειάς και του εαρινού της live, εξηγεί στο Μusicpaper τη σύνδεση όλων αυτών και μας εμπιστεύεται για προακρόαση ένα από τα καινούργια της τραγούδια με τον τίτλο «Το βαλς του τούρκικου»… 


Ακούστε το νέο της τραγούδια αποκλειστικά από το MusicPaper εδώ


 

Τι μεσολάβησε από την εποχή των «Μολυβιών Κομάντος»;
Έκανα κάποια live, ένα κάθε χειμώνα και ένα κάθε Άνοιξη, έστησα μία μπάντα που διαφοροποιεί λίγο τις ενορχηστρώσεις μου, διότι στο project«Nefeli Walking Undercover» είμαι μόνη μου και παίζω αυτά που ξέρω εγώ. Τώρα όμως υπάρχουν κι άλλοι μουσικοί, οπότε δεν στηρίζομαι μόνο στα βιολιά.
Πλέον, έχουμε κλαρινέτο στην μπάντα, το οποίο προσιδιάζει στην ανθρώπινη φωνή, αλλά πλησιάζει και στον ήχο του βιολιού σαν μονοφωνικό όργανο κι επίσης είναι ένα πνευστό στοιχείο που δεν υπήρχε ποτέ από μόνο του στη μουσική μου.


Η μουσική σου διατηρεί τα πολυφωνικά της στοιχεία;
Είναι πολυφωνική με έναν λίγο διαφορετικό τρόπο. Η πολυφωνία σημαίνει πολλές φωνές, αναδύεται ένας πλούτος ηχοχρωμάτων και συχνοτήτων. Η δική μου πολυφωνία είναι ο εαυτός μου πολλαπλασιασμένος κι αντί της πολυφωνικής παραδοσιακής έννοιας, αυτό αποκτά ένα χαρακτήρα κοντά στο synthi, όπου θα παίξεις πολλές νότες και πολλές φωνές, αλλά ακούγεται πολύ ομοιογενές. Κάτι σαν συγχορδία. Άρα του δίνεται ένα μινιμαλιστικό, πιο ηλεκτρονικό χαρακτήρα. Αυτό το διαπιστώνω στις διαφορετικές εκδοχές του live και του πρώτου δίσκου. Το ένα είναι πιο προσωπικό και βγαίνει αυτό το ομοιογενές, ενώ το άλλο έχει παραπάνω το ποσοστό του λάθους, αλλά και τις ιδιαιτερότητες στην εκτέλεση. Στο δεύτερο δίσκο λείπει το είδος της «νεφελικής» πολυφωνίας και έχω πλέον άλλες φωνές για τα πολυφωνικά σημεία. Τραγουδάει η Αλίκη Γκανά, η οποία κάνει πολυφωνικά στο σύνολο «Χαονία», έχει τραγουδήσει ο Ανδρέας Κιλτσικσής, παλιός κιθαρίστας του σχήματος, που είναι πιο «ρεμπετομουσικός» κι έχει μία πιο έντονη χροιά στη φωνή. Η Λαμπρινή Γιώτη έχει κάνει κι αυτή φωνητικά κι έτσι αυτοί οι τρεις άνθρωποι βρέθηκαν όλοι μαζί γύρω από το μικρόφωνο και έχουν τραγουδήσει τις δεύτερες φωνές «onetake».  

 

Υπάρχουν διαφορές στον ήχο σε σχέση με τη πρώτη σου δουλειά;
Δεν ξέρω για πόσο καιρό θα συνεχιστεί για εμένα η τραγουδοποιία με την κλασική της μορφή. Επειδή από την πρώτη μου δουλειά έχουν περάσει δύο χρόνια και έχω έρθει σε επαφή με διάφορες μουσικές και μπάντες με στοιχεία ηλεκτρονικής μουσικής, ποπ, ποστ ροκ, αναγκαστικά ο ήχος προχωράει λίγο παρακάτω. Οι επιλογές αυτές μάλλον κρύβουν τις μουσικές επιρροές μου. Η ίδια είμαι της δυτικής παιδείας και με αυτό το εφόδιο προσπαθώ να κάνω τη δική μου προσέγγιση στο τρόπο του βιολιού. Ίσως, λοιπόν, η τριβή μου με ακούσματα που δεν είναι στιχοκεντρικά να με σπρώχνει στο να δουλέψω το μουσικό κομμάτι. Εξού και υπάρχουν τρία instrumental στο καινούργιο δίσκο. Η άλλη μπάντα στην οποία συμμετέχω, ο Leon είναι σε πιο ποπ - ροκ μορφές, με διαφορετικές ενορχηστρώσεις και προσεγγίσεις από μέρους μου, προς το αγγλόφωνο, ενώ εγώ γράφω με ελληνικό στίχο. Είναι η επιρροή μου για το σχήμα «μπάσο, τύμπανα, ντραμς». Ο Pan Pan, από την άλλη, είναι ηλεκτρονική μουσική με στοιχεία μινιμαλισμού και αφαιρετικότητας. Σε όλες αυτές τις μπάντες υπάρχει κάτι που με τραβάει και έχουν ένα στοιχείο δικό μου που το βγάζω με ένα άλλον τρόπο.

 

Ήδη από ένα κομμάτι του καινούργιου σου δίσκου, που έχει παιχτεί, φαίνεται πως θίγεις θέματα όπως αυτό με τους μετανάστες…
Ναι, βέβαια. Το κομμάτι λέγεται «Jederistein Fremder» (σ.σ. είμαστε όλοι ξένοι). Ξεκινάει σαν γράμμα ενός παιδιού από το παρελθόν που είναι μετανάστης στο Αμβούργο, με τα νέα για να διαβαστούν στους γονείς. Απευθύνεται, λοιπόν, στον αδερφό ή την αδερφή του και λέει «παρηγόρησε τον πατέρα, μην αφήνεις τη μάνα να σπάει. Εδώ είμαι καλά, είναι λίγο στενός ο χώρος, υπάρχουν κάποια προβλήματα στη δουλειά, προσπαθώ να μην ακούγεται το σπαστό, θέλω να ενταχθώ, αλλά πες τους να είναι καλά. Μην τα αναφέρεις όλα τα υπόλοιπα…» Όταν το τραγούδι τελειώνει αναφέρεται πως το γράμμα «είναι από το Αμβούργο του ’68 ή από μια Αθήνα που είναι σήμερα εδώ…». Άρα το παιδί μπορεί να είναι Ελληνάκι στη Γερμανία ή ένα Αλβανάκι ή Αφρικανάκι εδώ, στην Αθήνα… Ένας οποιοσδήποτε μετανάστης, ίσως κάποιος που έχει έρθει στη μεγαλούπολη από το χωριό και τον κοροϊδεύουν ως «επαρχιώτη». Η μετανάστευση παρουσιάζεται σε πολλά επίπεδα και το να νιώθεις ξένος, δεν είναι πλέον μόνο φυλετικό ζήτημα. Εκτός από θρησκευτικό, μπορεί να είναι ιδεαλιστικό, ή να παρουσιάζεται στον ερωτικό προσανατολισμό του καθενός. Είμαστε πολυφωνικές κοινωνίες, δεν γίνεται αλλιώς. Η παγκοσμιοποίηση μας δίνει ερεθίσματα και δεν γίνεται να αγκαλιάζουμε μόνο τη δυτική παγκοσμιοποίηση με τους υπολογιστές και να μην αγκαλιάζουμε το έθνικ χρώμα που θα φέρει κάποιος που έρχεται στη χώρα μας.
Δεν γίνεται να έχουμε τόσα μυαλά έτοιμα να διαχειριστούν τις ζωές μας και να μην μπορεί να υπάρξει πρόβλεψη για τον άνθρωπο δίπλα μας. Δεν κινδυνεύει κάποιος ή η κουλτούρα μας με την έλευση των μεταναστών. Όλο αυτό είναι μια διαρκής συναλλαγή. Κρατάς το δικό σου στοιχείο για να έχεις μια ταυτότητα και να μπορείς να το μεταλαμπαδεύσεις κάπου αλλού…

 

Ειρήσθω εν παρόδω, η τωρινή σου δουλειά, υποτίθεται, πως θα «έβγαινε» με χορηγία ως βραβείο από τον Πρώτο Διαγωνισμού Τραγουδιού του «Ελληνικού Σχεδίου»…
Πράγματι, αυτός ο δίσκος ήταν να βγει από τη Universal, σαν βραβείο ενός Διαγωνισμού, του πρώτου που έγινε στη «Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών» από το «Ελληνικό Σχέδιο», το 2011. Ήταν σαφές στους όρους του Διαγωνισμού πως ο πρώτος νικητής θα πάρει ένα χρηματικό ποσό και παράλληλα δικαιούνταν συμβόλαιο με τη Universal, για χρηματοδότηση ηχογράφησης έως 7.000 ευρώ. Ένα ποσό πολύ αισιόδοξο. Δεν είμαι σίγουρη -καν- εάν χρειαζότανένα τόσο μεγάλο ποσό για να «γράψω». Τελικά, προέκυψαν δύο «πρώτες» νικήτριες, η Κατερίνα Φωτεινάκη κι εγώ και μιας και δεν είχε προβλεφθεί, αλλά ήθελαν να δώσουν δύο βραβεία κι όχι ένα, η Αθηναϊκή Ζυθοποιία έκανε γνωστό -αρχικά κεκλεισμένων των θυρών και μετά δημοσίως- ότι αναλαμβάνει τη δεύτερη χρηματοδότηση. Δυστυχώς, από ένα σημείο κι έπειτα η Universal δήλωσε ανίκανη να συνεχίσει, μετά από μία πρώτη αμήχανη συνεννόηση και μετά από ένα χρόνο, σε εμένα προσωπικά ανακοίνωσαν ότι το τμήμα που αναλαμβάνει τις ελληνικές παραγωγές μεταπωλήθηκε και ότι δεν γνώριζαν τι θα συμβεί με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους. Για το «Ελληνικό Σχέδιο» έχουν λήξει οι υποχρεώσεις του απέναντι στις νικήτριες, επειδή μεταφέρθηκε η ευθύνη κάπου αλλού; Δεντο γνωρίζω. Υπάρχει θέμα κύρους Διαγωνισμού. 

 

Κάπως έτσι έληξε το ζήτημα;
Όχι, διότι κάποια στιγμή, επικοινώνησα η ίδια με τη «Ζυθοποιία», για να δω μήπως μπορώ να προχωρήσω στην χρηματοδότηση του δίσκου μόνο με αυτούς χωρίς τη Universal. Είχα θετικό feedback, αλλά σταματήσαμε στη θετική διάθεση. Σημείωσαν αυτά που είπα, πήγα στα γραφεία της εταιρείας, μίλησα με μία κυρία που ήταν πολύ βοηθητική, της άφησα δείγμα της μουσική μου και προσκάλεσα και στα live μου, εάν θέλουν να με δουν επί του πρακτέου το τι κάνω. Δεν έχω λάβει κάποια άρνηση, δεν έχω όμως και κάποιο νέο.

Αυτό που συμβαίνει είναι πως η ίδια είμαι υπόλογη σε ένα στούντιο, το οποίο θεωρητικά θα ήταν «καλυμμένο». Έχοντας μια καλή πίστη, θεωρώ πως κάτι που ειπώθηκε, θα γίνει χωρίς να χρειάζεται εγώ να το τσιγκλήσω. Έτσι, ακόμη και τώρα θεωρώ πως τελικά θα γίνει κάτι. Δεν είμαι άνετη οικονομικά, ώστενααναλάβωτο βάρος για μια τέτοια δουλειάαπό μόνη μου. Ο πρώτος δίσκος ήταν όλος πάνω μου. Τώρα έχει ανοίξει ένας άλλος κύκλος πιο επαγγελματικός και χρειάζομαι το ελάχιστο. Ούτε καν αυτή τη φαντεζί παραγωγή των 7.000 ευρώ, αλλά ένα ποσό για να καλυφθεί το στούντιο, η κοπή και η διανομή από τη στιγμή που δεν υπάρχει Universal. 

 

Κλείνοντας θα ήθελα να αναφερθούμε στα project, που έχεις συμμετάσχει με μουσική για παιδιά…
Μία τέτοια δουλειά έγινε με τη «Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών» πέρυσι, στο project «Μια φορά και ένα καιρό», όπου κλήθηκαν νέοι καλλιτέχνες να διαλέξουν παραμύθια τις ελληνικής λαϊκής παράδοσης, να τα διασκευάσουν μουσικά και να γράψουν μουσική για ορχήστρα εγχόρδων. Η μουσική μου θέλω πρώτα από όλα να περάσει στους μικρούς ακροατές. Θεωρώ τα παιδικά αυτιά πιο γνήσια, ανοιχτά και αποδεσμευμένα από ταμπέλες. Ο μικρός μουσικός δεν είναι τόσο εξοικειωμένος με την παρτιτούρα, όσο με το τι έχει ακούσει από το σπίτι.

 

Το δεύτερο project έλαβε χώρα φέτος στο Ωδείο «Φίλιππος Νάκας», όπου συμμετέχω σε ορχήστρα που έφτιαξε η μητέρα μου Νέλλη Οικονομίδου (σολίστ στο βιολί) το 2011, για μουσικούς από πέντε έως 15 ετών. Έχουμε τσέλα, βιολιά, τρομπόνια, πιάνο, φλάουτο, άρπα, τύμπανα και συνεργαζόμαστε με ένα εργαστήρι χάλκινων πνευστών για τις μεγάλες μας συναυλίες.

 

Η μητέρα μου έβρισκε αρχικά γνωστά κομμάτια όπως ο «Μολδάβας», «Οι Πειρατές της Καραϊβικής» και έγραφε πάνω σε αυτά και γραμμές μόνο για ανοιχτές χορδές, ώστε τα παιδιά που μόλις τώρα έχουν ξεκινήσει να μπορούν να συνοδεύσουν, απλά με το αυτί τους. Και μόνο οι φωνές που έχουν αναδεικνύουν την πολυφωνία.

 

Τα έχω πολύ ψηλά τα παιδιά, ακόμη και στον τρόπο με τον οποίο θα δουλέψουν σε μια μικρή ορχήστρα. Ο ήχος που θα φτάσει στο παιδί και θα το συγκινήσει, θα μου δώσει πολύ χαρά. Μου αρέσει ένας τέτοιος ακροατής για τη μουσική μου, έστω κι αν τα θέματα που θίγω είναι πιο «ενήλικα». Παρόλα αυτά αφορούν καταστάσεις που θα αντιμετωπίσουν έτσι κι αλλιώς στη ζωή τους και τα παιδιά βλέπουν γύρω τους τι γίνεται, είναι έξυπνα, ίσως πιο έξυπνα από εμάς.

 


ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Η Νεφέλη Λιούτα, μας προσκαλεί στο live της ως«Nefeli Walking Undercover»,το οποίο θα πραγματοποιηθεί στο Sixd.o.g.s, (Αβραμιώτου 6 - 8, Μοναστηράκι) την Τετάρτη 7 Μαΐου 2014.

Νεφέλη Λιούτα (βιολί / πιάνο / φωνή), Ρωμανός Λιούτας (ηλεκτρική κιθάρα / κρουστά / φωνές), Νίκος Τσέλιος (ακουστική κιθάρα / φωνές), Δανάη Μπερή (φωνές), Τριαντάφυλλος Μαρούγκας (κλαρινέτο), Θοδωρής Βρανάς (τύμπανα). | Τιμές εισιτηρίων:5 ευρώ | www.sixdogs.gr