fylakiΜε αφορμή την αποχή από το συσσίτιο εκατοντάδων κρατουμένων τον τελευταίο μήνα του 2010 ο στιχουργός και δημοσιογράφος Άρης Δαβαράκης (μετά από την εξάμηνη κράτησή του στις φυλακές Κορυδαλλού) έδωσε μία συνέντευξη στην εφημερίδα Το Βήμα και την Ελευθερία Κόλλια για την εμπειρία του και την κατάσταση στα σωφρονιστικά καταστήματα.«Ήταν Φεβρουάριος του 2005. Με έκλεισαν σε ένα κελί 2Χ3, με άλλους τρεις, με “δίπατα” κρεβάτια-κουκέτες, μια τούρκικη τουαλέτα χωρίς παραβάν, έναν μικρό νεροχύτη και τέσσερις ψάθινες καρέκλες, ελλείψει χώρου τη μία πάνω στην άλλη».
«Οι αναμνήσεις μου δεν είναι θλιβερές γιατί έχουν να κάνουν με ανθρώπους, αυτό που με εξοργίζει είναι το ελληνικό κράτος, ο μηχανισμός της Δικαιοσύνης που είναι σάπιος από τη ρίζα του, η αναλγησία και η ανικανότητα όσων πρωταγωνίστησαν τα τελευταία 30-40 χρόνια». Γι΄ αυτό «πολύ φοβάμαι ότι ακόμη μία κινητοποίηση δεν μπορεί να κάνει και πολλά... Δεν ξέρω τι χειρουργείο, τι είδους ΔΝΤ πρέπει να μπει για να καθαρίσει η μπόχα».

 

Αυτοί είναι οι κρατούμενοιaris_davarakis
«Ήμασταν κλειδωμένοι στο κελί περίπου 16 ώρες την ημέρα, από τις 8 το βράδυ ως τις 7 το άλλο πρωί, και το μεσημέρι, μετά το συσσίτιο, από τη μία ως τις 6 το απόγευμα. Μπαινόβγαιναν διάφοροι, κάτι ταλαίπωροι μικροέμποροι, βαποράκια της κατάθλιψης, παιδιά που έκαναν πρέζα στην πλατεία Κουμουνδούρου. Προσωπικά συγκατοικούσα με κρατούμενο για οικονομικό έγκλημα, είχε στην πλάτη του 80-100 απάτες με ακίνητα. Όσο καιρό ήμουν εκεί, πάντως, ελάχιστους “σοβαρούς” εγκληματίες συνάντησα. Μόνο δύο είχαν διαπράξει φόνους, ένας 75άρης που έπιασε τη γυναίκα του με τον Αλβανό εραστή της και ένας ομοφυλόφιλος που σκότωσε πάνω σε καβγά σε ένα μπορντέλο. Ο τύπος αυτός φρόντιζε να δίνει χαρούμενη πινελιά στην καθημερινότητα: έφτιαχνε γλυκά, μας χάριζε κατασκευές. Υπήρχε κι ένας γύφτος, έγκλειστος για 1.700 ευρώ. Έγραφα σε κυριακάτικο φύλλο εκείνη
την εποχή, το δημοσιοποίησα και ο κόσμος ευαισθητοποιήθηκε, έδωσε λεφτά και βγήκε».

Το φαγητό
«Δεν υπάρχουν μάγειροι. Το φαγητό είναι τραγωδία. Παμβρώμικοι τύποι, με εξίσου παμβρώμικα σκουφιά, επιλέγουν ενίοτε να απασχοληθούν στα μαγειρεία, με τα ζουμιά τους από μέτωπα και μύτες να πέφτουν καθώς σκύβουν μέσα στα αχνιστά ταψιά. Τι να φας άμα το δεις μπροστά σου...
Δεν έχω οικογένεια, μόνο φίλους έχω» εξομολογείται. «Η Φρόσω η Ράλλη ερχόταν και έπαιρνε τα βρώμικα, μου τα γύριζε μοσχομυριστά και καλοσιδερωμένα, η Χριστίνα με τον Θεαγένη (Ιλιάδη)- το λέω και δακρύζω - δεν έχαναν επισκεπτήριο, δεν υπολόγισαν ούτε μία φορά την τεράστια ταλαιπωρία. Έπρεπε να ’ναι εκεί από τις 7, να πάρουν σειρά, για να καταφέρουμε να συναντηθούμε στις 12.00 και 1.00 το μεσημέρι. Πίσω από ένα λερωμένο τζάμι, με ένα θεοβρώμικο τηλέφωνο. Ερχόταν και ο Γιώργος με την Άννα Νταλάρα, ο Γιάννης Κότσιρας, ο Στέλιος Διονυσίου. Όταν τον έβλεπαν οι φύλακες, έβαζαν τραγούδια του πατέρα του».

Μια χλωρίνη την ημέρα...
«Είχα φοβηθεί πραγματικά για την υγεία μου. Κατανάλωνα ένα μεγάλο μπουκάλι χλωρίνη την ημέρα στο κελί. Έμπαινα δύο φορές στη διάρκεια του 24ώρου κάτω από το ντους, κάτι σιδερένιους σωλήνες στο ταβάνι που έριχναν παγωμένο νερό με πίεση. Ζεστό υπήρχε, αλλά μόλις και μετά βίας έφθανε για τον πρώτο. Ξέρετε, την πρώτη μέρα που μ’ έριξαν στη φυλακή κάθισα πάνω στο κρεβάτι και αρνήθηκα να φάω, να πιω. Είχα πεισμώσει. Με πλησίασε κάποιος και μου είπε: “Φίλε, δεν βγαίνει έτσι. Εσύ θα αρρωστήσεις και αυτά τα γουρούνια θα συνεχίσουν να τα πηγαινοφέρνουν με τις Μercedes. Αν σιχαίνεσαι, μη φας, πήγαινε κανονικά στο συσσίτιο και πάρε τουλάχιστον τα φρούτα”».

Η κατηγορία που του είχε μόλις απευθύνει η Δικαιοσύνη ήταν αγορά, κατοχή, πώληση ναρκωτικών και διάθεση χώρου προς κατανάλωσή τους. Αφορμή στάθηκε η σύλληψη νέων με ναρκωτικά στο μπαρ όπου συμμετέχει ως συνιδιοκτήτης με ποσοστό 2% (το 98% ανήκει στον κ. Τάσο Μελετόπουλο), και λειτουργεί με την ευθύνη δύο άλλων επιχειρηματιών.

Ολόκληρη η συνέντευξη-εξομολόγηση δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Το Βήμα στις 21/12/2010