Καλημέρα Καλημέρα!
Αυτό που βλέπω είναι οι σημειώσεις μου πάνω στο λευκό χαρτί
Γράμματα που χορεύουν, ρίμες που λύνονται στο πρώτο φύσημα του αέρα.
Σχέδια Σχέδια Σχέδια
Το πιο εύθραυστο από τα κορίτσια αυτού του κόσμου μιλάει σιγά και τραγουδάει ακόμη σιγότερα.
Γκρι πυτζάμα, ήρωας των ελάχιστων δωματίων.
Όπως ακόμη και οι πέτρες γνωρίζουν, αγαπώ ιδιαίτερα την πρώτη εποχή, την αθώα εποχή των Belle And Sebastian. Τότε που ένα από τα πιο σημαντικά κομμάτια του puzzle ήταν η Isobel Campbell. Δεν μαγεύτηκα από τα προσωπικά της album, ούτε ακόμη κι αυτά με τον Mark Lanegan, παρ’ ότι κάθε πάπας του indie πίστευε ότι θα έπρεπε να έχω τρελαθεί. Τώρα, δεκατέσσερα χρόνια μετά το “Milkwhite Sheets”, νιώθω ότι στο “There Is No Other”, συμβαίνει κάτι πολύ ενδιαφέρον. Έχει λονδρεζικονεουορκέζικο χρώμα και το περιμένω με αγωνία.
Τα δύο πρώτα album του Φοίβου Δεληβοριά κυκλοφόρησαν και σε βινύλιο. Ήταν τέτοια ακόμη η εποχή. Ύστερα μια παύση, μόνο cd. Και το 2010 έρχεται ο «Αόρατος Άνθρωπος», που κυκλοφορεί στην Inner Ear και βγαίνει και πάλι σε LP, αρκετά σπάνιο πια. Νιώθω ότι ο Φοίβος δεν έχει κάνει ποτέ κακό δίσκο. Απλώς σε κάποιους, υπάρχουν πολλά τραγούδια εκτυφλωτικά όμορφα και σε κάποιους άλλους, κάπως λιγότερα τέτοια. Σ’ αυτό εδώ το album έχει πολλά και δεν πρόκειται μόνο για αυτά που έγιναν γνωστότερα. Να, άκου αυτό το μικρό κομψοτέχνημα, αυτό με το λαθάκι στο παιδικό πιανάκι, το «Καταφύγιο»:
«Πώς Να Μιλάμε Για Τα Βιβλία Που Δεν Έχουμε Διαβάσει» είναι ο τίτλος ενός από τα βιβλία που μ’ έχουν σημαδέψει. Ο Pierre Bayard, πανεπιστημιακός από το Παρίσι, αποδεικνύει ότι είναι αδύνατον να διαβάσουμε όλα τα βιβλία που θα έπρεπε να έχουμε διαβάσει, τα βιβλία που θα μας άρεσαν αλλά και τα βιβλία που θα αποτελούσαν τις ένοχες απολαύσεις μας. Όμως πολύ συχνά, σε μια παρέα ή σε μια ομάδα εργασίας καλούμαστε να μιλήσουμε για κάποια από αυτά που δεν έχουμε διαβάσει. Εισάγοντας την έννοια του «πολιτισμικού αντικτύπου» που έχει ένα βιβλίο, αποδεικνύει σελίδα με τη σελίδα ότι πραγματικά μορφωμένος δεν είναι αυτός που έχει διαβάσει όοοοοοοοολα τα βιβλία –πράγμα αδύνατον- αλλά εκείνος που μπορεί να εντάξει τα συντριπτικά περισσότερα από αυτά στην τάξη που ανήκουν με βάση τον πολιτισμικό τους αντίκτυπο. Έτσι, ακόμη κι αν δεν έχεις διαβάσει ολόκληρη την «Ιλιάδα», για παράδειγμα, μπορείς να γνωρίζεις το εκτόπισμά της στο πλαίσιο της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Το ίδιο ισχύει για τους δίσκους και για τις ταινίες. Δεν είναι αναγκαίο να έχεις δει (έστω πρόσφατα) το «Θωρηκτό Ποτέμκιν» για να μιλήσεις πάνω στην αξία του. Δεν είναι αναγκαίο να θυμάσαι το tracklisting του “Revolver” για να το αποτιμήσεις. Σπουδαία θεωρία που όχι μόνο απενοχοποιεί τον χρήστη αλλά και τον κάνει σοφότερο.
Η Axiom του Bill Laswell είναι από τις αγαπημένες μου εταιρείες. Είχε αυτό το touch ο συγκεκριμένος άνθρωπος, που μπορούσε να μετατρέψει οποιαδήποτε ηχογράφηση σε αριστούργημα. Δεν τον συνάντησα ποτέ αλλά πήρα μια γεύση σχετικά με τον τρόπο που δούλευε, όταν είδα στο studio τον Nicky Skopelitis. Το “Hallucination Engine” των Material είναι από τα καλύτερα της Axiom με τον ίδιο τον Laswell στο μπάσο αλλά και με δύο επιπλέον μπασίστες: τον Bootsy Collins και τον Jonas Hellborg. Επιπλέον, μουσικάρες όπως οι Sly Dunbar, Wayne Shorter, Trilok Gurtu, Zakir Hussain, Bernie Worrell, Simon Shaheen, Shankar και ο Skopelitis φυσικά.
Είναι πολύ μεγάλο το πλήγμα την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, το γεγονός τους ότι δεν γνωρίζουμε ακόμα αν θα υπάρξει δεύτερος κύκλος για τη σειρά “Ragnarok” του Netflix. Τα πρώτα έξι επεισόδια ανέβηκαν στις 31 Ιανουαρίου και αν καταλαβαίνω καλά από τις διεθνείς αντιδράσεις, το πράγμα πήγε πολύ καλά. Δύο νέοι μαθητές εμφανίζονται σ’ ένα σχολείο της πόλης Έντα και μέσα από τις σχέσεις τους με τα υπόλοιπα παιδιά αναβιώνει η σύγκρουση που οδήγησε στην τελική μάχη ανάμεσα στους θεούς και τους γίγαντες της μυθολογίας του βορρά. Το καστ περιλαμβάνει ηθοποιούς από το “Skam” και το “22 July” του Paul Greengrass, ενώ ανάμεσα στους παραγωγούς, βρίσκουμε τη Meta Louise Foldager Sørensen των “Antichrist”, “Melancholia” και, πιο πρόσφατα, του υποψήφιου για Όσκαρ, “The Wife”.
We tramped in our black coats, / sweeping time, sweeping time, / sleeping in abandoned chimneys, emerging to face the rain. Αγαπώ την Patti Smith έτσι κι αλλιώς. Την αγαπώ για όσα έχει υπάρξει. Είτε γράφει πεζογραφία και ποίηση είτε δεν γράφει. Είτε βγάζει καινούργιο δίσκο, είτε όχι. Την ποιητική συλλογή της “Auguries Of Innocence” την αγόρασα ένα βροχερό απόγευμα στη Νέα Υόρκη σ’ ένα από εκείνα τα βιβλιοπωλεία που θα ήθελες να συναντήσεις τον έρωτα της ζωής σου. Δεν συνέβη αυτό –είναι η αλήθεια- αλλά αν και το βιβλίο είναι μικρό, πήγα και το έκανα δερματόδετο για να το έχω μαζί μου στις πιο δύσκολες συνθήκες.
Κι ενώ με την ευκαιρία, θα μπορούσα να αναφέρω το “Horses” ή το “Easter”, τώρα κάθεται στο μυαλό μου το αρκετά πιο πρόσφατο “Twelve”, εκείνος ο δίσκος του 2007 με τις 12 διασκευές. Τραγούδια των Hendrix, Young, Stones, Nirvana, Tears For Fears, Harrison, Dylan, Simon, Doors, παιγμένα μ’ εκείνη την ακατανίκητη σοφία των μεταγενέστερων δίσκων της ιέρειας της μετεφηβικής μου ηλικίας. Υπάρχει κι ένα επτάιντσο promo με δύο επιπλέον τραγούδια, ανάμεσα στα οποία είναι και το “Perfect Day” του Lou Reed.
-----------------------------------------------------------------------------------------------
«Ο 'Aιφελ είναι ένας μηχανικός ευτυχισμένος, νέος, γοητευτικός κι ερωτευμένος.
Που για την Κάτια, την όμορφή του αγαπημένη, το αδύνατον ξέρει να περιμένει.
Γιατί ακόμα κι όσοι εκεί δεν έχουν ζήσει ξέρουν πως υπάρχουν και γκρίζες μέρες στο Παρίσι...»
Ένα βιβλίο παιδικό, ένα βιβλίο για τον Έρωτα, ένα βιβλίο της Alice Haquet-Brière με σχέδια σε ροζ και μάυρο της Csil. ¨Ενα βιβλίο που θέλεις να έχεις για το χειμώνα που τελειώνει (;) και για το καλοκαίρι που έρχεται.
Μέχρι την Ουγκάντα θα σε πάω και θα ανακαλύψουμε εκεί μια τρελαμένη MC που ακούει στο καλλιτεχνικό MC Yallah. Το κορίτσι τα λέει άγρια και μαζί με τον Γάλλο παραγωγό Debmaster κυκλοφορούν στην πονηρή και υποψιασμένη δισκογραφική Hakuna Kulala, που κατοικοεδρεύει κι αυτή στην Ουγκάντα, μια abstract, πειραγμένη, ηλεκτρονική κασέτα (ναι κασέτα, γιατί;) με τίτλο “Kubali”. Underground hip hop για λίγους, για τους πιο προχωρημένους. Άκου εδώ λέμε:
Η έξαλλη ζωή της Χάρλεϊ Κουίν (Μάργκο Ρόμπι) εκτροχιάζεται ακόμα περισσότερο μετά τον ιδιαίτερα εκρηκτικό χωρισμό της από τον Τζόκερ. Για πρώτη φορά, είναι απροστάτευτη, με τον κάθε αλήτη της Γκόθαμ να την καταδιώκει. Εντωμεταξύ, ο αρχιμαφιόζος Ρόμαν Σαϊόνις (Γιούαν ΜακΓκρέγκορ) έχει βάλει λυτούς και δεμένους για να βρει τη νεαρή πορτοφολού Κας (Έλα Τζέι Μπάσκο), που έκλεψε το πολύτιμο διαμάντι του. Το μονοπάτι της Χάρλεϊ διασταυρώνεται με την Κυνηγό (Μέρι Ελίζαμπεθ Γουίνστεντ), την Μπλακ Κανάρι (Τζούρνι Σμόλετ-Μπελ) και τη Ρενέ Μοντόγια (Ρόζι Περέζ) και το αλλόκοτο επιτελείο δεν έχει επιλογή από το να συνεργαστεί για να εξολοθρεύσει τον Ρόμαν μέσα σε μία θεότρελη, φονική μέρα.
Προφανώς και πρόκειται για τρελή μπλοκμπαστεριά, προφανώς και πρόκειται για μια ακόμη περιπέτεια που πας να δεις για να μη σκέφτεσαι, προφανώς και δεν υπάρχει κανένας λόγος να μ’ ενδιαφέρει κάτι τέτοιο. Παρ’ όλα αυτά έπαθα πλάκα με την αφίσα και μου άρεσε το trailer. Δεν θα πάω για κανένα λόγο να δω στον κινηματογράφο τα «Αρπακτικά Πτηνά» και δεν είμαι καν βέβαιος ότι θα τα δω ούτε όταν θα παιχτούν στην τηλεόραση. Αλλά η αφίσα, λέμε...
Μπορεί να δημιουργήθηκαν στο Bolton αλλά αποτελούν μία από τις πιο σημαντικές επιρροές της σκηνής του Manchester. Σ’ ένα από τα πρώτα τους κοντσέρτα στην πόλη, ήταν οι πάντες: από τον Wilson, τον Morrissey και τον Curtis μέχρι κάθε πιτσιρικά που επρόκειτο να ηχογραφήσει μέσα στα επόμενα χρόνια έστω ένα demo. Το ντεμπούτο τους, “Another Music In A Different Kitchen” κυκλοφόρησε το 1978 κι έδειξε ότι το punk είχε εκτός από μια επιθετική πλευρά και μια μελωδικότερη. Μια πιο pop, ας πούμε...
Αγαπώ τρελά την Sandy Denny, κάθε τραγούδι της, κάθε λέξη της. Δεν χρειάζονται πολλά λόγια για την παράδοση της αγγλικής ψυχεδέλειας που κρατάει από τους Fairport Convention και καταλήγει σε τέσσερις δίσκους με σπουδαία τραγούδια αλλά και αρκετές αδυναμίες. Το “Like An Old Fashioned Waltz” έχει κι αυτό μερικά καλά και μερικά λιγότερο καλά τραγούδια. Λόγω του τίτλου, του εξωφύλλου και του “Solo”, είναι το αγαπημένο μου.
Η μοναξιά των νυχτερινών υπεραστικών λεωφορείων. Οι σκέψεις που καταπίνει ο δρόμος. Οι χαμηλές φωνές. Οι αναστεναγμοί.