Καλημέρα Καλημέρα!

Αυτό που βλέπω είναι τα σύννεφα να μαζεύονται στον ορίζοντα

Κόκκινο, κίτρινο και μωβ βάθος

Δοκιμές ουράνιων τόξων

Το πιο πράσινο από τα κορίτσια με πιτζάμες, πλένει προσεκτικά τα δόντια του πριν ξαναφτιάξει τη μικρή βαλίτσα του για να επιστρέψει στο σπίτι

Οι πιο επικίνδυνες περιπέτειες, κάποτε τελειώνουν

Τα μαχαίρια επιστρέφουν στον αρχικό τους σκοπό.

 

 

Γοητευμένος από την νοτιοαφρικάνικη μουσική παράδοση, ο Paul Simon, στα μέσα της δεκαετίας του ’80 και μετά από μια ρήξη στις σχέσεις του με τον Art Garfunkel, ηχογραφεί τον καλύτερο αλλά και πιο εμπορικό προσωπικό του δίσκο, το “Graceland”. Ένας δίσκος αυτοσχεδιαστικός που παράγεται στο studio, ένας δίσκος εμπνευσμένος, φρέσκος, ένας δίσκος ζεστός, ένας δίσκος αστείος. Μπορείς να με φωνάζεις Al, λέμε: 

 

Ο Jim Jarmusch διαλέγει τα θέματά του με πολύ ιδιάιτερο τρόπο. Κι αν θα μπορούσες να περιμένεις το “Down By The Law” αμέσως μετά το “Stranger Than Paradise”, δύσκολα θα μπορούσες να φανταστείς ότι μετά θα ερχόταν το “Mystery Train”, το “Ghost Dog”, το “Broken Flowers”, το “Patterson” και πάει λέγοντας. Αγαπώ ιδαίτερα τη ρομαντική σύλληψη των κάθε λογής βαμπιριών, κι έτσι το “Only Lovers Left Alive” με κέρδισε. Ήταν άλλωστε μια ταινία που ασχολιόταν εξαιρετικά και με την έννοια του vintage. Όσο για το soundtrack, πέρα από τις πολύ ενδιαφέρουσες ακροβασίες του Josef van Wissem στο λαούτο και τη συνεργασία του με τον ίδιο τον Jarmusch σε κάποια κομμάτια, είχε μεταξύ άλλων τους Zola Jesus αλλά κι ευτό εδώ το μεγάλο τραγούδι: 

 

«Χωρίς κρουτόν; Ω, φίλε έεελα τώρα...».

Η ταινία κινουμένων σχεδίων «Κλάους: Το Μυστικό των Χριστουγέννων» δεν επιχειρεί να δώσει απάντηση στο πώς εμφανίστηκε ανάμεσά μας ο Άγιος Βασίλης. Όμως, τελικά, κάνει αυτό ακριβώς: Δίνει την απάντηση. Και μάλιστα χωρίς να αφήσει το παραμικρό κενό. Ένα απολαυστικό, αστείο, και πανέξυπνο animation movie, που θα χρειαστεί περί τις πέντε προβολές για να το καταλάβουν τα παιδιά και περί τις είκοσι για να το ευχαριστηθούν οι μεγάλοι. Θα αγαπήσεις το Σμίρενσμπεργκ, το μικρό κοριτσάκι που μοιάζει με τη Bjork και θα μιλάς σαν τον Τζέσπερ μέχρι νεωτέρας. «Έεελα τώρα...»

 

Παρακολούθησα τα μαθήματα του Γιώργου Χειμωνά στην (τότε θηλυκή) Πάντειο, μερικούς μήνες μετά την αποφοίτησή μου. Δεν απευθύνονταν σε μεταπτυχιακούς φοιτητές αλλά έτσι όπως είχαν προγραμματιστεί απόγευμα Παρασκευής σε μια μικρή ξεχασμένη αίθουσα του τρίτου ορόφου του παλιού παλιού κτηρίου, κανείς δεν με ρώτησε τι γύρευα εκεί. Ευτυχώς, είχα υπάρξει και γνωστή φάτσα της Σχολής. Με τον Χειμωνά ήταν απόλυτα αναγκαίο να είσαι παρών. Γιατί είχε ένα μοναδικό τρόπο να μεταδίδει τη γνώση με το βλέμμα και το σώμα. Τώρα, που διαβάζω ξανά «Τα Όνειρα Της Αυπνίας», ένα μικρό κείμενο-εισήγηση  που αναφέρεται στην κατεξοχήν επικράτεια του λόγου του Χειμωνά, τον ονειρικό λόγο, επαναφέρω στη μνήμη αυτή τη μεταφυσική σχέση ομιλητή-ακροατή που πετύχαινε. (Ναι, ήμουν τυχερός, τέτοιοι δάσκαλοι είναι ανεπανάληπτοι).

Τα «Ρόδα της Πιερίας» είναι ο εξαιρετικός δίσκος του Γιάννη Γλέζου του 2006 στον οποίο μελοποιεί αρχαίους λυρικούς ποιητές. Τραγουδάει ο ίδιος, δίνοντας απόλυτα προσωπικό τόνο στο τελικό αποτέλεσμα. Τα τραγούδια είναι το ένα καλύτερο από το άλλο αλλά –τελικά- δεν είναι αυτός ο δίσκος το θέμα μου. Είναι το “The Roses Of Pieria”, ένα album που κυκλοφορεί λίγο αργότερα από τη γαλλική Musea και περιλαμβάνει 22 instrumental του Γλέζου, που είναι όπως σημειώνει ο ίδιος, εμπνευσμένα από την αρχαία λυρική ποίηση. Στην πραγματικότητα αυτό εδώ είναι ένα κορυφαίο progressive album με ελληνικό χρώμα, που θα μπορούσε να έχει κυκλοφορήσει το 1974. Μια άνευ προηγουμένου δισκάρα για τα ελληνικά δεδομένα. Επί παραδείγματι: 

 

Η υπόθεση του progressive αυτού δίσκου του Γλέζου, με φέρνει πίσω στα 1972, όταν ο Δήμος Μούτσης κυκλοφορεί τον «Άγιο Φεβρουάριο». Βέβαια, με κεντρικό ερμηνευτή τον Δημήτρη Μητροπάνο, δύσκολα θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για progressive. Τι άλλο είναι όμως η instrumental εισαγωγή, ένα κομμάτι που δύσκολα θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει ότι ανήκει σε έλληνα συνθέτη; 

 

Μια μικρή βόλτα στο Παγκράτι για το Μουσείο Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή. Braque μπροστά στα μάτια σου. Van Gogh. Giacometti. Ηρεμία. Βροχή αστεριών σε κλειστό χώρο.

«Το νέο μουσείο σχεδιάστηκε εξαρχής για να στεγάσει τα έργα της συλλογής του Ιδρύματος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή. Η συλλογή επικεντρώνεται στη νεότερη και σύγχρονη τέχνη Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, συμπεριλαμβάνοντας σπάνια έργα τέχνης μεγάλων ονομάτων της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας όπως Cézanne, van Gogh, Gauguin, Monet, Degas, Rodin, Toulouse-Lautrec, Bonnard, Picasso, Braque, Léger, Miró, Giacometti, Balthus, καθώς και έργα διακεκριμένων ονομάτων της ελληνικής πρωτοποριακής ζωγραφικής όπως Παρθένης, Μπουζιάνης, Βασιλείου, Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Τσαρούχης, Μόραλης, Τέτσης κ.ά».

Σύντομα και πάλι εκεί...

Έχουν απαίσιο όνομα, απαίσιο τίτλο δίσκου και ακόμη χειρότερο εξώφυλλο. Δεν θα τους έριχνες δεύτερη ματιά έτσι καθώς ξεφυλλίζεις τα καινούργια του Rough Trade. Εκτός που κάποια στιγμή σε πιάνει η νοσταλγία γι’ αυτή την τόσο μακριά Queen Street του Toronto, όπου σίγουρα αυτοί εδώ οι τύποι συχνάζουν και ρίχνεις μια αυτιά: pop punk, power pop, νεανικό garage παιγμένο κάπου κοντά στη λίμνη Ontario με πολύ κέφι. Καλή φάση, λέμε! Οι Kiwi Jr. Με το “Football Money”. 

 

«Let The Sun Talk” λέγεται το ντεμπούτο album του Mavi, ενός εικοσάχρονου πιτσιρικά από το Charlotte της Βόρειας Καρολίνας. Όπως σημειώνει στο bandcamp του, «Ο Mavi είναι ο Ήλιος» και είναι η ώρα να τον αφήσουμε να μιλήσει. Οι περισσότεροι θα αντιδρούσαν περιπαικτικά αν όχι οργισμένα στο πιο πάνω statement. Υπάρχουν όμως κάποιοι που όσο κι αν ο Sun Ra ακουγόταν κάπως υπερφίαλος με το όνομα που διάλεξε, τον λάτρεψαν όπως έπρεπε. Αν δεν το κάψει με τα ναρκωτικά, παίζει σοβαρά να λατρέψουμε κι αυτόν εδώ τον πιτσιρικά. Δεν χρειάζεται πάνω από ένα λεπτό: “ion think exposure to this cold is for a nigga boy”… 

 

Ο Χάντκε του τέλους της δεκαετίας του ’60 και των αρχών του ’70 είναι συγκλονιστικός. Μια σπουδαία πενταετία ανάμεσα στο 1969 και το 1974 που φέρνει την «Αγωνία του Τερματοφύλακα», το «Μικρό Γράμμα Για Έναν Μεγάλο Αποχαιρετισμό», την «Αμέριμνη Δυστυχία», τη «Λάθος Κίνηση» και την «Ώρα Της Αληθινής Αίσθησης». Αυτό το τελευταίο, γράφτηκε το 1974, για πολλούς είναι καλύτερο ακόμη και από την «Αγωνία του Τερματοφύλακα...» και παρουσιάζει τον πρωταγωνιστή του, τον Γκρέγκορ Κόισνινγκ να διαπράττει έναν φόνο στον κόσμο του ονείρου. Αυτός ο ονειρικός φόνος, ενώ τελείται σε ένα μη πραγματικό επίπεδο, λειτουργεί όπως ακριβώς και εκείνος της «Αγωνίας...»: Ανοίγει τις πύλες ενός νέου κόσμου, όπου ο ήρωας συναντά τον προσωπικό του ατελή, ιδόμορφο μα και αληθινό κόσμο. Σπουδαίο βιβλίο σε μετάφραση του Αλέξανδρου Ίσαρη, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καστανιώτη.

Με τη Βιργινία Φιλιππούση έχουμε συναντηθεί όλες κι όλες τρεις ή τέσσερις φορές. Έχουμε συνυπάρξει σε ομαδικές εκθέσεις κι έχουμε ανταλλάξει μερικές σκόρπιες κουβέντες. Όμως, παρά την ελάχιστη γνωριμία μας, είναι από τους λίγους ανθρώπους που έχω εκτιμήσει τόσο.  Όχι μόνο για την εξαιρετική δουλειά της αλλά και την πολύ ζεστή και φιλική της παρουσία.

 «Πριν από οκτώ, περίπου, χρόνια όταν επισκέφτηκα για πρώτη φορά την Οικία Κατακουζηνού έμεινα έκπληκτη από την μαγική θέα και το λαμπρό φως που γέμιζε το σαλόνι. Πολύ γρήγορα κατάλαβα ότι αυτό που είναι μαγικό, είναι το φως που πηγάζει από όσα βρίσκονται μέσα στο σπίτι, τα έργα τέχνης και τις ιστορίες των ανθρώπων που το επισκέφτηκαν, αντάλλαξαν σκέψεις και ιδέες και άφησαν πολύτιμη κληρονομιά στις επόμενες γενεές. Όταν ξεκίνησα να ζωγραφίζω θέματα που αφορούσαν στο σπίτι, χρησιμοποίησα απλά αναπαράσταση των χώρων, σιγά σιγά όμως με συνεπήρε η σκέψη ότι τα όμορφα σπίτια τα δημιουργούν οι όμορφοι άνθρωποι, εννοώντας φυσικά την εσωτερική ομορφιά τους», γράφει στον κατάλογο της έκθεσης η ζωγράφος.

Η ατομική έκθεση της Βιργινίας Φιλιππούση «Το Πράσινο δωμάτιο», σχεδιάστηκε ειδικά για την Οικία Άγγελου & Λητώς Κατακουζηνού και αποτελεί ένα γοητευτικό εικαστικό αφήγημα περιήγησης ανάμεσα στους λαμπερούς οικοδεσπότες, τους στενούς φίλους και τους οικείους τους, ανάμεσα στα πνευματικά και τα υλικά κειμήλια, τις μνήμες και τις ιστορίες της οικίας. Που είναι ταυτοχρόνως οι άνθρωποι, οι μνήμες και τα κειμήλια της αξέχαστης γενιάς του ’30 που κατοίκησε και λάμπρυνε με την παρουσία της τα γαλάζια σαλόνια και τις ιδιωτικές πράσινες κάμαρες του μοναδικού αυτού αθηναϊκού αστικού διαμερίσματος της λεωφόρου Αμαλίας.
«Είχα την τύχη να γνωρίσω τον τρόπο που δημιουργεί η Βιργινία Φιλιππούση όταν ακόμα πειραματιζόταν με τη φωτογραφία, σαν μια καταγραφή ονείρων και στιγμών που θα ταίριαζαν σε ένα ποίημα. Πέρασαν χρόνια και η ευαισθησία που πάντα χαρακτήριζε τη δουλειά της, αποτυπωνόταν με το χρώμα και τις μικρές λεπτομέρειες που φώτιζε, σε κάθε έργο της. Όταν πρωτάκουσα τη σκέψη της να ζωντανέψει ξανά τις ιστορίες της οικίας Κατακουζηνού συμφώνησα με ενθουσιασμό, αλλά δεν περίμενα πόσο δικές της θα γίνονταν οι ζωές των ανθρώπων που σύχναζαν και ζούσαν εκεί. Βλέποντας τα προσχέδια κατά καιρούς και στη συνέχεια το κάθε έργο που ολοκληρωνόταν, άρχισα να ανακαλώ τις κουβέντες που είχα κάνει με τη Λητώ Κατακουζηνού για εκείνα τα χρόνια. Και έτσι συνειδητοποίησα πόσο πολύ τα έργα αυτά, μου θύμισαν την αλήθεια αυτών των ανθρώπων και την ομορφιά των πραγμάτων», γράφει με τη σειρά της στο εισαγωγικό της κείμενο στον κατάλογο της έκθεσης η επιμελήτρια της Οικίας Κατακουζηνού, μουσειολόγος Σοφία Πελοποννησίου-Βασιλάκου.

 

Τέλος, η επιμελήτρια της έκθεσης, ιστορικός τέχνης Ίρις Κρητικού, στο κείμενό καταλόγου της «Πορτραίτα από οπάλινη μνήμη», σημειώνει: 
«Αφουγκραζόμενη την εσωτερική ανάσα της Οικίας Άγγελου και Λητώς Κατακουζηνού, η Βιργινία Φιλιππούση παραδίδει στον επισκέπτη και θεατή μια ζωγραφική ενότητα δεξιοτεχνικά υφασμένη με γνωστική συνέπεια, εκλεκτικιστικά λογοτεχνικά ενθυμήματα, λεπταίσθητο χρωστήρα, διάφανη τρυφερότητα και οξυδερκή σπαραγματική αποτύπωση. «Το Πράσινο Δωμάτιο» της Φιλιππούση, ένα πυκνά ιχνογραφημένο ψυχικό, πνευματικό και αισθητικό αφήγημα, ακουμπά απαλά σε αλλεπάλληλες και αλληλένδετες κυριολεκτικές και συμβολικές εσοχές και κόγχες της πολύτιμης ρέουσας ιστορίας του σπιτιού, ενεργοποιώντας σταδιακά την πυκνή μνήμη των χρόνων και των στιγμών, των πραγμάτων και των ανθρώπων που το κατοίκησαν. Συγκλίνοντας με τρόπο αριστοτεχνικό το έσω και το έξω των σημειώσεων του νου με το μέσα και το έξω των οπτικών και των απτικών σημάνσεων της Οικίας, η ζωγράφος εφευρίσκει ένα αόρατο οργανικό συνεκτικό αυτοαναφορικό νήμα που διατρέχει ουσιαστικά την ενότητα: η Μυρτιώτισσα ή Θεώνη Δρακοπούλου και το σπάνιο γυναικείο άρωμα της γενιάς του 30, ο Θεόφιλος, το Μουσείο Τεριάντ και η γενέθλια του δικού τους συνδετικού κρίκου Άγγελου Κατακουζηνού, Μυτιλήνη -από όπου έλκει την καταγωγή του και ο εκ μητρός προπάππους της ζωγράφου, ο Γιώργος Θεοτοκάς, το λευκοφορεμένο του Πέραν και η δική της γενέθλια Κωνσταντινούπολη, το σπίτι στην Αντιγόνη και τα καταγραφικά του τετράδια που ζωντανεύουν τις αόρατες κοινές φόδρες της ιστορίας, ο Γιώργος Σεφέρης, τα σημαίνοντα corpus των αναγνωσθέντων βιβλίων και οι αναμνήσεις της Σμύρνης, συναντώνται εδώ με τον φίλο των Κατακουζηνών και δάσκαλο της ζωγράφου Γιάννη Μόραλη, ψηλαφίζοντας μαζί με τη Λητώ τη στιλπνή φόρμα και το οικείο άρωμα που αναδίδουν οι ξαναζωγραφισμένες κάλες του εμβληματικού για την Οικία έργου του Γιάννη Τσαρούχη».

Βιργινία Φιλιππούση «Το πράσινο δωμάτιο»


ΙΔΡΥΜΑ ΑΓΓΕΛΟΥ ΚΑΙ ΛΗΤΩΣ ΚΑΤΑΚΟΥΖΗΝΟΥ 
Λεωφ. Βασ. Αμαλίας 4, Σύνταγμα
Εγκαίνια: Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2020, 12.00-15.00
Επισκέψιμες ημέρες και ώρες: 
Δευτέρα 17, 24 Φεβρουαρίου / Δευτέρα 9, 16, 23, 30 Μαρτίου / Δευτέρα 6, 27 Απριλίου, 16:30-18:30. 
Είσοδος ελεύθερη

Η έκθεση θα πλαισιωθεί από παράλληλες εκδηλώσεις που θα ανακοινωθούν προσεχώς.

Η Elizete Cardoso είναι η τραγουδίστρια από τη Βραζιλία που τραγούδησε στην ταινία “Orfeu Negro” το “Manha de Carnaval”. Δεν νομίζω ότι χρειάζονται άλλες συστάσεις. Το μόνο που θέλω να προσθέσω είναι ότι το πρώτο της δεκάιντσο του 1955 είχε τίτλο “Cancoes A Meia Luz” και είναι μαγικό. 

 

Είναι πολύ μεγάλος κιθαρίστας κι έχει δημιουργήσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την υπόθεση fusion. Το 1975, ο Larry Coryell κυκλοφορεί το “Restful Mind”. Μαζί του είναι εδώ οι τρεις Oregon, Colin Walcott, Ralph Towner και Glen Moore. Ε, παίζουν παπάδες. Τέλος!  

 

H αντοχή στις κακουχίες. Ο ελάχιστος ύπνος. Οι παγωμένες μέρες ως ένα είδος αστείας δικαιολογίας για να κρύβεσαι.