Η Κυβέλη Καστοριάδη ζει και εργάζεται στο Παρίσι.  Με πλούσιο βιογραφικό και σπουδές που θα ζήλευαν πολλοί αγαπάει τη μουσική και το δείχνει έμπρακτα με το έργο της και τη στάση της απέναντι σε αυτό. Παρακάτω διαλέγει τα δικά της 10 αγαπημένα γαλλικά τραγούδια... 

 

 

Le Temps des Cerises (Cora Vaucaire)
Αυτό είναι από τα πρώτα τραγούδια που μου έρχονται στο μυαλό όταν σκέφτομαι το γαλλικό τραγούδι. Ίσως, διότι είναι από τα πρώτα τραγούδια που άκουσα ποτέ στην ζωή μου (είχα μικρή έναν δίσκο του Ιβ Μοντάν που τραγουδούσε παραδοσιακά τραγούδια), κύριος όμως , διότι κατά τη γνώμη μου πρόκειται για αριστούργημα. Γραμμένο αρχικά ως ερωτικό τραγούδι από τον Jean-Baptiste Clément, έγινε στη συνέχεια το σύμβολο της Κομμούνας, είχε όμως ήδη χαθεί η επανάσταση αυτή του Παριζιάνικου λαού. Μικρή, αισθανόμουνα μόνο την γλυκιά μελαγχολία που το διαπερνά. Μεγαλώνοντας, και μαθαίνοντας για την Κομμούνα και την σφαγή που την ακολούθησε, απέκτησε βέβαια άλλο νόημα. Αυτό το άσμα για μια χαμένη αγάπη μετατρέπεται σε άσμα για μια χαμένη επανάσταση. Και αυτός είναι επίσης ο λόγος που με κάνει να πιστεύω ότι τα ωραιώτερα επαναστατικά τραγούδια δεν μιλάνε για επανάσταση.

 

Aux marches du Palais (Yves Montand)
Ένα παμπάλαιο παραδοσιακό γαλλικό τραγούδι, που κι αυτό βρισκόταν στο δίσκο του Μοντάν. Ένα τραγούδι, που αντιθέτως με τα άλλα τραγούδια του δίσκου, δημιουργεί μια εντελώς παραμυθένια ατμόσφαιρα. Μια πολύ όμορφη κοπέλα στα σκαλοπάτια του παλατιού (η πριγκίπισσα;) πρέπει να διαλέξει ποιόν θα πάρει, απ’ όλους τους ερωτευμένους υποψήφιους. Και εντέλει, διαλέγει τον τσαγκάρη: της περιγράφει το κρεβάτι που θα κοιμούνται μαζί και της λέει ότι εκεί θα είναι ευτυχισμένοι μέχρι να εξαφανιστεί ο κοσμός. Και ζήσαν αυτοί καλά...

 

J’men fous pas mal (Edith Piaf)
Γαλλικό τραγούδι ίσον... EdithPiaf. Μια από τις πιό συγκλονιστικές και δυνατές γαλλικές φωνές. Εξαιρετική ερμηνεύτρια. Θα μπορούσα βέβαια να σας προτείνω La Vie en Rose ή L’Hymne à l’amour, αλλά σκέφτηκα ένα άλλο τραγούδι, λιγότερο γνωστό, αλλά εξίσου όμορφο. Ένας λόγος που το δίαλεξα επίσης, είναι ότι μου το έμαθε μια πολύ αγαπημένη ελληνίδα φίλη μου. Εδώ η Πιαφ ερμηνεύει μια γυναίκα που είναι ευτυχισμένη με τη ζωή της : δουλεύει πολύ αλλά την Κυριακή κάνει περίπατο στο Σηκουάνα και ιδίως πηγαίνει στο χορό της γειτονίας, που ήταν κάποτε θεσμός στο Παρίσι. Εκεί ερωτεύεται σφοδρά έναν άνδρα και γνωρίζει την απόλυτη ευτυχία. Κι όταν την παρατάει, συνεχίζει όπως μπορεί τη ζωή της. Αρκετά μπανάλ η ιστορία, αλλά το συγκλονιστικό εδώ είναι πως η Πιαφ χρησημοποιεί την έκφραση που επαναλαβάνεται σε κάθε ρεφρέν: «J’m’en fous pas mal», δηλαδή «δεν με νοιάζει» ή «στο διάολο όλα». Στην αρχή το λέει με λίγη αναίδεια στις φίλες της που δεν αποδέχονται τον τρόπο ζωής της, μετά με λατρεία στον άνδρα που αγαπάει, και στο τέλος με βαθιά απελπισία, σαν πραγματικά να μην την νοιάζει τίποτα πλεόν στον κόσμο και να περιμένει μόνο τον θάνατο.

 

Joyeux Noël (Barbara)
Η Μπαρμπαρά είναι μια από τις αγαπημένες μου τραγουδίστριες και τραγουδοποιούς. Για πολλά χρόνια τραγουδούσε τα τραγούδια των άλλων: Brel, Brassens κ. α. Άρχισε να γράφει κάτι «τραγουδάκια» όπως τα αποκαλούσε η ίδια, και κάποια από αυτά είναι πραγματικά αριστουργήματα, ερωτικά, τσαχπίνικα ή και ποιητικά. Το τραγούδι που διάλεξα, Joyeux Noël (Καλά Χριστούγεννα), είναι ένα παιχνιδιάρικο τραγούδι, λίγο ειρωνικό. Ένας άνδρα και μια γυναίκα πηγαίνουν ο καθένας στον σύντροφό του για τα Χριστούγεννα. Συναντιούνται όμως πριν φτάσουν στο δρόμο και απόφασίζουν να περάσουν τα Χρίστουγεννα οι δυό τους μαζί. Είναι τα ωραιώτερα Χριστούγεννα που περάσαν ποτέ. Μετά από μια βδομάδα, για την Πρωτοχρονιά, γυρίζουν στους συντρόφους τους, σαν να μην τρέχει τίποτα. Και εξηγεί η Μπαρμπαρά: «τι γλυκό, μετά από τις γιορτές, να επιστρέφει κανείς σπίτι του...» Καλές γιορτές!

 

Aragon et Castille (Bobby Lapointe)
Ο Bobby Lapointe είναι ο εξωγήινος του γαλλικού τραγουδιού. Ήταν στενός φίλος του Georges Brassens (βλ. πιό κάτω). Τα τραγούδια του πάντα γεμάτα χιούμορ και παράλογους συνειρμούς νοημάτων και ήχων. Είναι αλληλουχίες από αμετάφραστα λογοπαίγνια και χαρακτηρίζονται από μια αιώνια παιδικότητα. Σε ένα από τα τραγούδια του μας μιλάει για την μαμά των ψαριών που δεν τα μαλώνει όταν κάνουν πιπί στο κρεβάτι τους ή για έναν λευκορώσσο ο οποίος έγινε μαύρος στο ποτό (μαύρος στα γαλλικά σημαίνει στουπί στο μεθύσι). Δεν θα σας εξηγήσω το τραγούδι που διαλεξα εδώ και θα σας αφήσω να απολαύσετε το κλιπ !

 

Y a de la haine (Rita Mitsouko)
Το συγκρότημα αυτό έγινε πασίγνωστο στην Γαλλία την δεκαετία του 80. Οι ενορχηστρώσεις, τα κλιπ και οι μουσικές τους επιλογές ήταν πάντα πρωτότυπες και προκλητικές, χωρίς όμως να αποκλύουν το χιούμορ. Ενώ οι μελωδίες είναι πολλές φορές χορευτικές και φαινομενικά χαρούμενες, τα λόγια τους είναι συχνά πολύ καυστικά. Το τραγούδι αυτό, Y a de la haine (Υπάρχει μίσος), μου αρέσει πολύ για διάφορους λόγους. Βρίσκω το κλιπ ενδιαφέρον από καθαρά κινιματογραφική άποψη, και τα λόγια μας θυμίζουν κάτι που ξεχνάμε εύκολα (αν και τελευταίως, ίσως όχι και τόσο εύκολα): το πώς το μίσος (για τον άλλο, και εντέλει για τον εαυτό μας) είναι βασικό κίνητρο για πολλές ανθρώπινες δράσεις και καταστάσεις: «δεν υπάρχει μόνο η αγάπη που ξεχειλίζει, όχι δα, υπάρχει και το μίσος!» Έτσι αυτό το τραγούδι που μοιάζει χορευτικό και funky λέει στη συνέχεια :« On ne sait comment se faire pardonner ni même si l’on a droit à quelque excuse que ce soit pour le saccage éhonté de la matière vivante sur cette planète...» (δεν ξέρουμε πώς θα μας συγχωρήσουν, ούτε καν αν δικαιούμαστε την οποιαδήποτε δικαιολογία για την ξεδιάντροπη καταστροφή της ζωής πάνω σε αυτόν τον πλανήτη ). Funky ΚΑΙ πολιτικό, λοιπόν....

 

La Beauté d’Ava Gardner (Alain Souchon)
Όπως συχνά ο Souchon, μας δίνει ένα πολύ τρυφερό και μελαγχολικό τραγούδι. «Μου αρέσουν οι άνθρωποι που είναι αυτό που μπορούν, καθιστοί στην όχθη των ποταμών. Κοιτάνε να χάνονται στην θάλασσα τα ξύλα, τα παλιά πράγματα... και η ομορφιά της Ava Gardner». Με το δικό του τρυφερό τρόπο, χωρίς μελόδραμα, ο Alain Souchon μιλάει για την θνητότητα και για την ασημαντότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, και γι’ αυτή την αίσθηση των πραγμάτων και των ανθρώπων που χάθηκαν και που δεν θα ξαναβρεθούν ποτέ. «Μου αρέσουν οι άνθρωποι που θα θέλαν να αλλάξουν την ροή των ποταμών... να ξαναβρούν μέσα στο φως την ομορφιά της Ava Gardner». Κι εμένα επίσης.

 

Le Poinçonneur des Lilas (Serge Gainsbourg)
Το τραγούδι αυτό έκανε τον Gainsbourg γνωστό, ως τραγουδιστή και ως τραγουδοποιό. Μιλάει για έναν ελεγκτή του μετρό (την εποχή που τρυπούσαν τα εισιτήρια) ο οποίος ξέρει απ΄έξω όλα τα δρομολόγια και τις ανταπόκρισεις, απεχθάνεται την δουλειά του και ονειρεύεται να φύγει μακριά, κάπου στον ήλιο. Τελικό συμπέρασμα: «ίσως μια μέρα πάρω ένα πιστόλι, κάνω μια τελευταία τρύπα, θα με βάλετε σε μεγάλη τρύπα, και δεν θα ξανακούσω ποτέ για σας ούτε για τρύπες». Τραγούδι-έκφραση της απόλυτης απελπισίας του σύγχρονου ανθρώπου που κάνει μια επαναληπτική δουλειά χωρίς να βλέπει άσπρη μέρα... Επίσης, πρέπει να προσθέσω ότι ο ρυθμός στα ντράμς θυμίζει αρκετά πειστικά το βήμα των Παριζιάνων στο μετρό στις 9 το πρωί...

 

Dans le port d’Amsterdam (Jacques Brel)
Για μένα ο Brel είναι ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές της Γαλλικής γλώσσας του 20ου αιώνα, και από τους ανθρώπους που έχουν γράψει ό,τι πιό όμορφο και σωστό για τον έρωτα. Σε κάθε τραγούδι του σχεδόν βρίσκω μια φράση τόσο οικεία, που αντιστοιχεί σε μια εμπειρία, μια σκέψη, ένα αίσθημα δικό μου. Διάλεξα (με πολύ δυσκολία) το Port d’Amsterdam (Το λιμάνι του Άμστερνταμ). Δυσκολεύομαι ν’ακούσω την εισαγωγή χωρίς να βουρκώσουν τα μάτια μου. Δεν με συγκινεί τόσο η ιστορία (ένας άνδρας στο λιμάνι του Άμστερνταμ κοιτάει και παρατηρεί τους ναύτες γύρω του που τρώνε και χορεύουν, ενώ ο ίδιος κλαίει για την απιστία των γυναικών), όσο η γλώσσα και οι εικόνες που κατορθώνει να ζωντανεύει μπροστά στα μάτια μας. Το θείο και το πρόστυχο ανακατεμμένα και αχώριστα. «Και πίνουν υμνώντας τις πουτάνες του Άμστερνταμ (...) που τους χαρίζουν το όμορφο σώμα τους, την αρετή τους για ένα χρυσό νόμισμα, και όταν χορτάσουν ποτό, σφηνώνουν τη μύτη τους στον ουρανό και την σκουπίζουν με τα αστέρια, και κατουράνε τόσο όσο κλαίω εγώ για την απιστία των γυναικών». Και ιδίως αυτό που με συγκινεί πάνω απ΄όλα είναι ό τρόπος που κάθε φόρα πέφτει με τα μούτρα στα τραγούδια του, σαν να δίνει μάχη, μια μάχη τόσο αναγκαία που ποτέ δεν ξέρει αν αυτή τη φορά θα κατορθώσει να βγεί ζωντανός.

 


Le Gorille (Georges Brassens)
Από τους πιό αγαπημένους μου τραγουδιστές, γεμάτος φινέτσα, χιούμορ και βάθος, ένας αληθινός τροβαδούρος ! Ο Brassens δεν διστάζει, όταν το απαιτεί η ιστορία ή το τραγούδι να μιλήσει για σεξ και να κάνει σεξουαλικά (όχι και τόσο) υπονοούμενα, αλλά δεν είναι ποτέ χυδαίος. Το τραγούδι που διάλεξα μιλάει για έναν γορίλλα, ο οποίος ξέφυγε από το κλουβί του και θέλει σώνει και καλά να χάσει την παρθενιά του. Όλες οι γυναίκες που όταν ήταν εγκλωβισμένος τον κοιτούσαν λαίμαργα κρύβονται μη θέλοντας εντέλει να τον δοκιμάσουν σαν εραστή. Οι μόνοι που μένουν πίσω είναι μια γριά και ένας δικαστής. Η γριά σκέφτεται «μακάρι να μπορούσε ακόμα κάποιος να με ποθεί» και ο δικαστής «αποκλείεται να με μπερδέψει κανείς με γυναίκα». Κι όμως ο γορίλλας τον διαλέγει. Τελειώνει ο Brassens αυτό το αριστουργηματικό τραγούδι με τον εξής στίχο: « και ο δικαστής στην έσχατη στιγμή φώναζε την μάνα του και έκλεγε πολύ, όπως ακριβώς κι ο άνδρας που το ίδιο πρωινό αποκεφαλίστηκε με απόφασή του».