Με την επιστροφή του από την Νέα Υόρκη το 1972, ο Μάνος Χατζιδάκις εγκαινιάζει μια ιδιαίτερα δημιουργική περίοδο που ξεκίνησε με την έκδοση του Μεγάλου Ερωτικού και ολοκληρώθηκε με την ηχογράφηση των Αντικατοπτρισμών το 1993. Μέσα σ’ αυτά τα χρόνια, έγραψε ορισμένους από τους σημαντικότερους κύκλους τραγουδιών, ενώ παράλληλα οι δραστηριότητές του επεκτάθηκαν και πέραν της δισκογραφίας (Τρίτο Πρόγραμμα, καφεθέατρο Πολύτροπον, περιοδικό Τέταρτο, Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού στην Κέρκυρα και Μουσικός Αύγουστος στην Κρήτη, Ορχήστρα των Χρωμάτων, Σείριος και πολλά άλλα).

Είναι η περίοδος που ο Χατζιδάκις αφήνει πίσω του για πάντα την εποχή που του χάρισε φήμη και δόξα γράφοντας μουσική και τραγούδια για τον εμπορικό κινηματογράφο (ο ίδιος έλεγε για την περίοδο ’57 – ‘66: «λυσσαλέα και δημιουργική μου επαφή με τη μουσική σε μια υπερπαραγωγή. Παράλληλα, μια ατυχής επαφή με το ελαφρό τραγούδι που μου χάρισε ανεπιθύμητη λαϊκότητα») και αρχίζει η ενασχόλησή του με την αποκλειστική έκδοση κύκλων τραγουδιών, αντιμετωπίζοντας πλέον το τραγούδι ως «μια σχέση υπεύθυνη, μια πράξη ερωτική ανάμεσά μας που μας αποκαλύπτει».

 

Σε αυτή την τελευταία δημιουργική περίοδο, θα ηχογραφηθούν και θα κυκλοφορήσουν κύκλοι τραγουδιών μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας, όπως Τα παράλογα, η Αθανασία, Η εποχή της Μελισσάνθης, ο Χειμωνιάτικος ήλιος και Οι μύθοι μιας γυναίκας, ενώ παράλληλα η Ρωμαϊκή και η Λαϊκή Αγορά θα αποτελέσουν σταθμούς στη συνολική δισκογραφία του Μάνου Χατζιδάκι.

 

Το 1983, ο ολοκληρώνει και ηχογραφεί έναν κύκλο τραγουδιών που είχε αρχίσει να δουλεύει δέκα χρόνια πριν, αμέσως μετά από την ηχογράφηση του Μεγάλου Ερωτικού. Οι Μπαλάντες της οδού Αθηνάς ηχογραφήθηκαν από τον Ιούνιο μέχρι τον Νοέμβριο του 1983 και κυκλοφόρησαν τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς. Πρόκειται για ένα έργο ιδιαίτερης αισθητικής, από εκείνα που σπάνια συναντάει κανείς στην ελληνική δισκογραφία. Πριν απ’ όλα, ας διαβάσουμε τι γράφει ο ίδιος ο Μάνος Χατζιδάκις στο σημείωμα του δίσκου:

 

Οι Μπαλάντες της οδού Αθηνάς
Έργο 43. (1973-83). 
«ΕΓΡΑΦΑ ΤΟ ’81: Η οδός Αθηνάς είναι η καρδιά της Αθήνας. Και η Αθήνα είναι η καρδιά του έθνους. Γι’ αυτό και ό,τι υμνεί την Αθηνάς είναι εθνικό κι ελληνικό μαζί. Κι έτσι όπως έχει τ’ όνομα Θεάς η οδός αυτή και στην κορυφή της την βλογάει ο Παρθενώνας, κανείς δεν της αμφισβητεί την εθνική αξία σ’ ολόκληρη τη χώρα.

 

Ο δρόμος, η Αθηνάς, έχει πολλά οινομαγειρεία και πιο πολλά πορνεία, κινηματογράφους για κατ’ ιδίαν ερωτικήν απόλαυση, ξενοδοχεία σκοτεινά για άμεση ερωτική περίθαλψη – κάτι σαν Πρώτων Βοηθειών, να πούμε, ερωτικών – χιλιάδες καφενεία για ημερήσια χαύνωση, το Δημαρχείο κι ένα γραφείο κηδειών αλλοτινών καιρών. Στον δρόμο αυτόν κυκλοφορούν εργατικοί, μικροέμποροι, αλήτες, πόρνες, τραβεστί, δημοσιογράφοι, επαρχιώτες μαστρωποί και χίλιοι δολοφόνοι. Αυτό περίπου είναι το σκηνικό. Οι Μπαλάντες είναι…

 

ΤΩΡΑ ΤΟ ’83, συνεχίζω: Οι Μπαλάντες αυτές είναι κάτι πέρα απ’ το “σκηνικό” που μίλησα πιο πάνω, κάτι το διαφορετικό. Θα ‘λεγα είναι μια ποιητική σπουδή πάνω στη βία και στην «σκοτεινή μας ρίζα της κραυγής», όπως το είπε ο Λόρκα μέσ’ απ’ τα ελληνικά του Νικολάου Γκάτσου.

 

Είναι ένας μαίανδρος μελωδικός ευφάνταστων ερωτικών συμπλεγμάτων. Είναι κρυφές αυτοαναλύσεις, εξομολογήσεις και περιδιαβάσεις στον κληρονομημένο αθέατο χώρο της ψυχής μας. Είναι μια μουσική καταγραφή των περιθωριακών μας παρορμήσεων. Τέλος, είναι μια τελετουργική προσπάθεια να φανερωθούν οι σκοτεινές δυνάμεις που μας κυβερνούνε μέσα μας και μας ωθούν, μας οδηγούν αδίστακτα προς την πανάρχαια και τελειωτική μας διαδρομή.

 Το έργο αυτό το πρωτοσκέφθηκα αφού ολοκλήρωσα την ηχογράφηση του Μεγάλου Ερωτικού, κάπου το '72. Ηχογράφησα μάλιστα και πέντε κομμάτια με τίτλους αυτοσχέδιους, δίχως να ξέρω πώς και προς τα πού να πορευτώ. Γι' αυτό και σταμάτησα. Τα χρόνια που ακολούθησαν το είχα στη σκέψη μου χωρίς να το δουλεύω και ονειρευόμουν την οριστική μορφή του. Το '81 άρχισα να το ξαναδουλεύω, ενώ συγχρόνως το έπαιζα στις συναυλίες μου, βοηθώντας έτσι τον εαυτό μου να το αποσαφηνίσει. Τέλος, μόλις πριν από δύο μήνες ξεκαθάρισα τον στόχο μου και την τελειωτική φυσιογνωμία του έργου.

 

Τις Μπαλάντες αυτές, τις χαρίζω στην μνήμη της μητέρας μου, μια και μου κληρονόμησε όλους τους γρίφους που από παιδί μ’ απασχολούν και μέχρι σήμερα κάνω προσπάθειες να τους λύσω. Χωρίς τους γρίφους της, δεν θα ‘μουν ποιητής.» Μάνος Χατζιδάκις, Νοέμβριος 1983

 

oi-balantes-tis-odou-athinas2Τους στίχους των τραγουδιών υπογράφει ο Μάνος Χατζιδάκις, μαζί με δύο νέους στιχουργούς και «μαθητές» του: την Αγαθή Δημητρούκα και τον Άρη Δαβαράκη. Σε έναν κύκλο τραγουδιών που πραγματεύεται τον Έρωτα και πραγματοποιεί μια «μουσική καταγραφή των περιθωριακών μας παρορμήσεων», δε θα μπορούσε παρά να γράψουν στίχους δύο νέοι κάτοικοι της πόλης των Αθηνών, που θα διέθεταν την ευαισθησία και το ταλέντο να ντύσουν τη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι με λόγια ποιητικά. Ακούγοντας κανείς τα τραγούδια, έχει την αίσθηση πως όλοι οι στίχοι έχουν γραφτεί από τον ίδιο άνθρωπο και ολοκληρώνουν ένα αποτέλεσμα με συνοχή και κοινή αισθητική, δηλαδή, ένα κύκλο τραγουδιών και όχι 16 τραγούδια που τυχαία μπήκαν σε έναν δίσκο μόνο και μόνο γιατί γράφτηκαν την ίδια χρονική περίοδο. Η Δημητρούκα και ο Δαβαράκης πραγματοποιούν δίπλα στον Χατζιδάκι μια σπουδή πάνω στη στιχουργική που ακουμπάει στην ποίηση με τρόπο μοναδικό.

 

Μα εμείς δεν είμαστε άγγελοι δεν είμαστε από σόι
ούτε φονιάδες ή ληστές ούτε πολύ αθώοι
Μας λείπει μέσα στη ζωή του στοχασμού το θάρρος
γι’ αυτό μας ελησμόνησε κι ο Έρωτας κι ο Χάρος
Έτσι το αίμα κι ο ουρανός κι η θάλασσα κοντά τους
μες στον γκρεμό στην άβυσσο τραβάν του αδυνάτους.
Στίχοι: Αγαθή Δημητρούκα

 

Μεθώ με δυο σταγόνες κι αρχίζω απ' την αρχή
οι πόρνες είναι μόνες κι οι άντρες μοναχοί
τα λάθη και τα σφάλματα ποτέ μην τα μετράς
τα πάθη σου είναι αγάλματα Αιόλου κι Αθηνάς.
Τις νύχτες που κοιμάμαι τ' αγάλματα ξυπνούν
τα πάθη μου φοβάμαι, τα κρύβω μην τα δουν.
Στίχοι: Άρης Δαβαράκης

 


Ο Χατζιδάκις αναθέτει την ερμηνεία των τραγουδιών σε τέσσερις νέους τραγουδιστές, τέσσερις φωνές που έμελε να μείνουν στη συνείδηση του κοινού ως «μαθητές» του Μάνου Χατζιδάκι: την Έλλη Πασπαλά, τη Νένα Βενετσάνου, τον Βασίλη Λέκκα και τον Ηλία Λιούγκο. Λίγοι τραγουδιστές είχαν την τύχη στα πρώτα χρόνια της καριέρας τους να ερμηνεύσουν κύκλους τραγουδιών όπως οι Μπαλάντες της οδού Αθηνάς στο πλάι του δασκάλου Μάνου Χατζιδάκι.

oi-balantes-tis-odou-athinas3

Αλλά κι απ’ την άλλη, πολύ λίγοι τραγουδιστές θα κατάφερναν σε νεαρή ηλικία να ερμηνεύσουν με τέτοια ακρίβεια ένα δύσκολο τραγουδιστικά έργο, που απαιτεί ιδιαίτερη τεχνική και εμπειρία. Δεν είναι τυχαίο ότι, ενώ πολλοί τραγουδιστές εδώ και χρόνια έχουν ερμηνεύσει κύκλους τραγουδιών του Χατζιδάκι σε ζωντανές εμφανίσεις, καμία ομάδα από νέους τραγουδιστές δεν έχει ερμηνεύσει τις Μπαλάντες της οδού Αθηνάς ως ολοκληρωμένο έργο, παρά μόνο αποσπασματικά, επιλέγοντας κάποια.

 

Συνολικά, οι Μπαλάντες της οδού Αθηνάς αποτελούνται από τραγούδια που ολοκληρώνουν μια «μουσική τελετουργία πάνω στην Καταγωγή, τον Έρωτα, την Βία και τον Θάνατο». Η ακρόαση του δίσκου δεν είναι εύκολη, με την έννοια ότι δεν είναι απλά ένα σύνολο τραγουδιών τοποθετημένα τυχαία μέσα σε 47 λεπτά. Τα τραγούδια αφηγούνται με τρόπο ποιητικό μύχιες επιθυμίες και εξομολογήσεις της αθέατης πλευράς του εαυτού μας.

 

Τολμηρά τόσο από μουσική όσο και στιχουργική άποψη, οδηγούν σταδιακά σε μια πορεία εξαγνισμού και κάθαρσης. Με φόντο την οδό Αθηνάς και τα γύρω στενά δρομάκια μέχρι την πλατεία Ασωμάτων, ο Χατζιδάκις επιχειρεί μια κατάδυση σε μυστικές και καλά κρυμμένες πτυχές του εαυτού μας, αποκαλύπτοντας την ίδια στιγμή ένα βαθιά ποιητικό μουσικό λόγο, ευαίσθητο και φωτεινό. Αν ο Μεγάλος Ερωτικός είναι ο ύμνος στην αγάπη ως ύψιστο λυτρωτικό συναίσθημα, οι Μπαλάντες της Οδού Αθηνάς είναι η μυστική τελετουργία των σωμάτων και των κρυφών παρορμήσεων.

 

Μουσικοί, ερμηνευτές και στιχουργοί, επιστρατεύουν το ταλέντο τους με μοναδικό σκοπό να υπηρετήσουν αυτή τη μυστική τελετουργία. Και το αποτέλεσμα δικαιώνει τόσο τους δημιουργούς, όσο κι εμάς, που, κουβαλώντας ένα ελαφρύ μούδιασμα μα την ίδια στιγμή εξαγνισμένοι και διάφανοι, ολοκληρώνουμε την ακρόαση ενός πραγματικού αριστουργήματος.


Οι Μπαλάντες της οδού Αθηνάς
Μουσική τελετουργία για τέσσερις φωνές πάνω στην Καταγωγή, τον Έρωτα, την Βία και τον Θάνατο, και με στίχους του συνθέτη, του Άρη Δαβαράκη και της Αγαθής Δημητρούκα

Αθήνα (1673) 1981-1983
1. Είμαι της Αγαύης γιός (Μάνου Χατζιδάκι) – Βασίλης Λέκκας
2. Το μυστικό της 4ης πρωινής (Αγαθής Δημητρούκα) – Ηλίας Λιούγκος
3. Τρεις δολοφόνοι (Μάνου Χατζιδάκι) – Νένα Βενετσάνου
4. Αρχαία βία προγονική (Αγαθής Δημητρούκα) – Έλλη Πασπαλά, Ηλίας Λιούγκος
5. Ένα αερόστατο με αίμα (Μάνου Χατζιδάκι, Άρη Δαβαράκη) – Ηλίας Λιούγκος
6. Νυχτερινά αγάλματα (Άρη Δαβαράκη) – Νένα Βενετσάνου & οι 3 τραγουδιστές
7. Ερωτική άσκηση για δύο (Μάνου Χατζιδάκι) – Έλλη Πασπαλά, Βασίλης Λέκκας
8. Ερωτική άσκηση για τέσσερις (Μάνου Χατζιδάκι) – Οι 4 τραγουδιστές
9. Η Μαριάνθη των ανέμων (Μάνου Χατζιδάκι) – Νένα Βενετσάνου
10. Το αίμα που παγώνει (Άρη Δαβαράκη) – Ηλίας Λιούγκος
11. Δυο παιδιά μες στη βροχή (Μάνου Χατζιδάκι) – Έλλη Πασπαλά
12. Η πόρτα του Παράδεισου (Αγαθής Δημητρούκα) – Έλλη Πασπαλά, Βασίλης Λέκκας, Νένα Βενετσάνου
13. Ο πωλητής ιδανικών στιγμών (Άρη Δαβαράκη) – Βασίλης Λέκκας
14. Η μεταμόρφωση (Μάνου Χατζιδάκι) – Οι 4 τραγουδιστές
15. Στη μνήμη μιας φωτογραφίας (Άρη Δαβαράκη) – Νένα Βενετσάνου
16. Ντόμινε (Αγαθής Δημητρούκα) – Ηλίας Λιούγκος

 

Συντελεστές:
Μουσικός βοηθός: Τάσος Καρακατσάνης
Φλάουτο: Πάνος Δράκος & Στέλλα Γαδέδη
Κλαρινέτο: Νίκος Γκίνος
Κόρνο: Βαγγέλης Σκούρας
Βιολί & μαντολίνο: Δημήτρης Βράσκος
Μπουζούκι: Κώστας Ζαριδάκης
Κιθάρα: Βαγγέλης Μπουντούνης & Στέλλα Κυπραίου
Πιάνο: Τάσος Καρακατσάνης
Μπάσο: Νίκος Τσεσμελής


Το εξώφυλλο ζωγράφισε ειδικά ο Γιάννης Μόραλης
Μέρος του κύκλου τραγουδιών ανέβηκε με την μορφή μπαλέτου σε χορογραφία Maurice Béjart στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών το 1992, σε σκηνικά και κοστούμια του Διονύση Φωτόπουλου.