Μια από τις σπάνιες συναυλίες του σπουδαίου συνθέτη Μιχάλη Γρηγορίου θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 17 Ιανουαρίου στο Μέγαρο Μουσικής. Στο πρώτο μέρος της θα παρουσιαστούν δύο νέοι κύκλοι τραγουδιών σε ποίηση Κατερίνας Καριζώνη για δύο φωνές και πιάνο που θα ερμηνεύσουν ο Τάσης Χριστογιανόπουλος και η Καλλιόπη Βέττα με την συνοδεία του ιδίου του συνθέτη. Στο δεύτερο μέρος θα παρουσιαστούν δύο παλαιότεροι κύκλοι τραγουδιών, αντίστοιχα σε σονέτα του Σέξπιρ στο αγγλικό πρωτότυπο και σε ποίηση Βαλαωρίτη, Σικελιανού και Μαβίλη, για βαρύτονο και πιάνο, βιολί και βιολοντσέλο, τους οποίους θα ερμηνεύσει επίσης ο Τάσης Χριστογιανόπουλος.

 

 

Για την Καλλιόπη Βέττα αυτή είναι η πρώτη συνεργασία της με τον Μιχάλη Γρηγορίου.

 

 

Έχεις δοκιμαστεί σε ένα μεγάλο εύρος λόγιου και λαϊκού ρεπερτορίου και όχι μόνον από την Ελλάδα αλλά είναι η πρώτη φορά που θα σε ακούσουμε σε έργα τόσο σύγχρονης γραφής. Πώς προέκυψε η συνεργασία με τον Μιχάλη Γρηγορίου;

Όντως έχω τραγουδήσει πολλά είδη, είναι δική μου ανάγκη έκφρασης αυτό, χωρίς διάθεση να αποδείξω κάτι. Έχει να κάνει με τα πολλά ακούσματα που έχω αλλά και με τις σπουδές μου στο κλασικό τραγούδι. Δούλεψα πολύ με την φωνή μου για να προσεγγίζω το κάθε είδος όπως του αρμόζει. Το ζητούμενο βέβαια πάντα είναι η ερμηνεία, η τεχνική είναι το μέσο. Τον Μιχάλη Γρηγορίου τον ήξερα μόνο σαν συνθέτη. Η μουσική που γράφει ξεφεύγει από τα τετριμμένα. Συνεργαζόμαστε πρώτη φορά και τώρα τον εκτίμησα και σαν άνθρωπο. Μου έκανε την πρόταση για την συγκεκριμένη συναυλία, άκουσα τα τραγούδια και δέχτηκα με μεγάλη χαρά.

 

Ποιο είναι το κυριότερο ενδιαφέρον που παρουσιάζουν για εσένα αυτά τα δύο έργα, τι σε έλκυσε περισσότερο σε αυτά αλλά και ποια ίσως είναι η δυσκολία που αντιμετώπισες στην ερμηνεία τους;

Στην αρχή το είδα σαν πρόκληση. Τα τραγούδια είχαν μεγάλο βαθμό δυσκολίας, ήταν απαιτητικά ως προς την έκταση της φωνής και την τεχνική. Όσο όμως έμπαινα βαθύτερα στην ερμηνεία τους καταλάβαινα την «σκηνοθετική γραφή» του συνθέτη. Ο Μιχάλης οδηγεί τη μουσική του ανάλογα με την ποίηση που μελοποιεί σαν να σκηνοθετεί ένα έργο .Τα χρώματα και οι ατμόσφαιρες που φτιάχνει ακολουθούν τον ποιητικό λόγο. Είμαι ενθουσιασμένη, έχω νιώσει μεγάλη συγκίνηση και πολύ βαθιά συναισθήματα τραγουδώντας σε αυτές τις μελωδίες την υπέροχη ποίηση της Κατερίνας Καριζώνη Ανυπομονώ να μοιραστώ όλα αυτά που ένιωσα με τον κόσμο την Τετάρτη.

 

Το σχήμα φωνής – πιάνου σου αρέσει και πιθανόν πιστεύεις και ότι σου ταιριάζει, το θεωρείς δύσκολο ή βλέπεις την όποια ενορχήστρωση σαν κάτι εντελώς ανεξάρτητο από την ερμηνεία σου;

Μου αρέσουν και τα δύο, τόσο τα μεγάλο σχήματα όσο και το πιάνο - φωνή. Εξαρτάται από την ενορχήστρωση και τα τραγούδια. Έχω τραγουδήσει πολλές φορές μόνο με πιάνο και είναι πολύ εκτεθειμένο, γυμνό θα έλεγα. Μπορεί να φανεί οποιαδήποτε ατέλεια στην εκτέλεση αλλά και η αρτιότητα της μελωδίας και της φωνής. Ωστόσο το ζητούμενο για εμένα κάθε φορά είναι η συγκίνηση, αυτήν αναζητώ και αυτή πηγάζει από πολλούς παράγοντες, από την ερμηνεία, τον στίχο, την μελωδία και την ενορχήστρωση.

 

Δεν συνεργάζεσαι τόσο συχνά με λυρικούς ερμηνευτές, αντιμετώπισες λοιπόν δυσκολίες στη συνεργασία σου με τον Τάση Χριστογιαννόπουλο και ποια είναι γενικά η εντύπωση σου από αυτήν;

Έχω κάνει πολλές και πολύ αξιόλογες συνεργασίες, ανάμεσα τους και με λυρικούς τραγουδιστές τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, όπως με τον Μάριο Φραγκούλη σε πολλές συναυλίες στην Ελλάδα και την Κύπρο, με την διάσημη σοπράνο August Nijiazova, στην όπερα της Αστανά του Καζακστάν σε προσωπική συναυλία μου και το αποτέλεσμα ήταν μοναδικό αλλά και με την Αμερικανίδα σοπράνο Kelly Berd σε συναυλία στην Κύπρο. Τον Τάση Χριστογιανόπουλό τον εκτιμώ για την πορεία του στην Ελλάδα και στο εξωτερικό αλλά και για το χρώμα της φωνής του. Είναι η πρώτη φορά που συνεργαζόμαστε και χαίρομαι που θα έχουμε πολλά ντουέτα στο πρώτο μέρος γιατί πιστεύω ότι οι φωνές μας ταιριάζουν.

 

Και αντίστοιχα ποια είναι η αίσθηση σου από την πρώτη ερμηνευτική επαφή σου με έργα σύγχρονης μουσικής; Είναι κάτι που σε ενδιαφέρει να καλλιεργήσεις περισσότερο στο μέλλον;

Νιώθω μεγάλη χαρά για τα έργα που θα τραγουδήσω, είναι σαν να γράφτηκαν για την φωνή μου και την ψυχοσύνθεσή μου. Θεωρώ πως είναι δείγματα αληθινής τέχνης και είμαι σίγουρη πως ο κόσμος που θα έρθει στην συναυλία θα την απολαύσει όσο και εμείς. Για το μέλλον είμαι θετική, όπως και σ’ όλη μου τη ζωή, σε προκλήσεις και προσκλήσεις ,αρκεί να μου λένε κάτι τα τραγούδια. Με τον Μιχάλη σκεφτόμαστε να ηχογραφήσουμε άμεσα αυτό το υλικό.

 

 

 

Ο Τάσης Χριστογιαννόπουλος έχει ερμηνεύσει αρκετές φορές στο παρελθόν έργα του συνθέτη.

 

 

Είσαι από τους λυρικούς ερμηνευτές που έχουν κινηθεί πάρα πολύ και εκτός του λυρικού θεάτρου. Ποιο είναι το κίνητρο σου για αυτό, βρίσκεις τον χώρο της όπερας περιοριστικό ή απλά σου αρέσει η ποικιλία;
Πηγαίνω, τουλάχιστον στο τραγούδι, όπου με πάει η καρδιά μου. Όταν μια μουσική με αγγίζει, με δονεί, με συν-κινεί τότε αφήνομαι με πάθος στο να την τραγουδήσω είτε είναι όπερα είτε τραγούδι του Μάλερ, του Χατζιδάκι, του Γρηγορίου ή του Σούμπερτ ή του Τσιτσάνη ή του Gershwin ή άλλου. Δεν έχει διαφορά, υπάρχει πάντα ο κοινός παρονομαστής της ευγένειας, της ειλικρίνειας και της ουσιαστικά τρυφερής προσέγγισης από μεριάς του συνθέτη. Με μιαν αμεσότητα και έναν λυρισμό (εξού και είμαι λυρικός ερμηνευτής!) και χωρίς επιθετικότητα ή επιδειξιομανία.

 

Πόσο διαφορετικός είναι τελικά ο τρόπος που προσεγγίζει ένας λυρικός ερμηνευτής ένα λυρικό και ένα μη λυρικό έργο;
Πολύ διαφορετικός. Το ίδιο το έργο σε οδηγεί, σου υπαγορεύει, σχεδόν σε εξαναγκάζει στην προσέγγιση που του ταιριάζει. Αν ερμηνεύσεις ένα ελληνικό τραγούδι όπως ένα τραγούδι του Σούμαν θα ακούγεται ξένο σε σχέση με την μουσική. Αν ερμηνεύσεις μία όπερα όπως ένα τραγούδι του Γρηγορίου θα ακούγεται ουσιαστικά παράτονο, από άλλον κόσμο. Το καλύτερο είναι να αφήνεσαι, να επιτρέπεις στην γλώσσα και στην μουσική να σε οδηγήσουν. Αν ακούς βαθιά και πραγματικά την μουσική με διάθεση να την υπηρετήσεις και να της δοθείς και δεν την χρησιμοποιείς ως μέσον προσωπικής προβολής τότε σου δείχνει εκείνη τι χρειάζεται να κάνεις.

 

Έχεις συνεργαστεί και στο παρελθόν με τον Μιχάλη Γρηγορίου, ποιο είναι για εσένα το ενδιαφέρον στην φωνητική γραφή του και ποια ίσως η μεγαλύτερη δυσκολία στο να ερμηνεύεις έργα του; Θα έλεγες ότι υπάρχουν κάποιες ιδιαιτερότητες σε αυτά τα δύο νέα;
Ο Γρηγορίου αγαπά και σέβεται πολύ την ποίηση. Στα τραγούδια του ακούς το ποίημα. Η φωνητική του γραφή υπηρετεί τον λόγο, το ποίημα και την συγκίνησή του. Κάποιες φορές (και αυτή είναι η δυσκολία της) οδηγείται σε άκρα, θέλοντας να  υπογραμμίσει αυτήν την συγκίνηση και την έξαρση φτάνει την φωνή στα όριά της, πάντα όμως σε πλαίσια ευγένειας, τρυφερότητας και σεβασμού. Τα δύο νέα έργα δεν διαφοροποιούνται από τα προηγούμενα αλλά εντάσσονται και αυτά με απόλυτη φυσικότητα στην οικογένεια της μουσικής έκφρασης του. Η μελοποιΐα, η αρμονία, η συνοδεία, η ποικιλία στο μουσικό ύφος, όλα συνάδουν και συνθέτουν την γνώριμη ποιητική, μουσική και, κατά κάποιον τρόπο, ως και πολιτική ανάγνωση και πρόταση του Γρηγορίου.

 

Πώς βλέπεις την σύμπραξη σου με μιαν ερμηνεύτρια εντελώς διαφορετικών καταβολών, τεχνοτροπίας και φυσικά ρεπερτορίου όπως η Καλλιόπη Βέττα;
Με πάρα, πάρα πολύ ενδιαφέρον! Είναι συναρπαστικό να συναντάς μουσικούς από διαφορετικούς κόσμους από τον δικό σου, να έρχεσαι σε επαφή με άλλους κόσμους, άλλες καταβολές, άλλες προσεγγίσεις, άλλους εσωτερικούς ρυθμούς, άλλες εκφράσεις. Σχεδόν πάντα αυτές οι συναντήσεις γεννούν πολύ γοητευτικά αποτελέσματα εφόσον βέβαια έχουμε όλοι ένα κοινό που είναι η αγάπη μας για την μουσική και την επικοινωνία με τους ανθρώπους μέσα από το τραγούδι. Αυτό με την Καλλιόπη Βέττα είναι βέβαιο και την περιμένω με πολύ μεγάλη ανυπομονησία.

 

 

Τα υπόλοιπα την Τετάρτη το βράδυ στο Μέγαρο, για όσους και όσες φυσικά έχουν ήδη φροντίσει να προμηθευτούν εισιτήρια...