Με αφορμή τα τελευταία τραγικά και πολυσυζητητημένα γεγονότα, μπορούμε τον τελευταίο καιρό να δούμε όλο και πιο συχνά καλλιτέχνες από κάθε «όχθη» να ακυρώνουν συναυλίες (βλ. Μικρούτσικος, Ρέμος-Ρόκκος-Φουρέιρα), όλο και πιο μαζικά να συμπράττουν σε προσπάθειες (συνάντηση low bap με hip hop), όλο και πιο ξεκάθαρα και δυναμικά να παίρνουν θέση και βήμα. Επίσης, πιο πρόδηλη από ποτέ είναι και η πολιτική και κοινωνική χροιά που αποκτούν τελευταία τα καλλιτεχνικά δρώμενα και σχήματα. Από το «Αγάπη ΡΕ+», μέχρι τη συναυλία του Γιάννη Αγγελάκα την Κυριακή, μοιάζει σύσσωμος ο χώρος των Τεχνών με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να τάσσεται κατά του φασισμού, της ανέχειας, κατά σε οτιδήποτε αμαυρώνει και περιθωριοποιεί (βλ. επίσης επιστολή Μίκη Θεοδωράκη).

Αλήθεια είναι ότι όσο μεγάλο είναι το κοινό που συμμετέχει σε αυτές τις εκδηλώσεις-δράσεις, άλλο τόσο μεγάλη είναι η μερίδα εκείνων που στέκονται με σκεπτικισμό και κριτική απέναντι σε αυτές τις εκδηλώσεις κοινωνικής και πολιτικής ευαισθητοποίησης, αντιτείνοντας ότι ξαφνικά η πολιτικοποίηση έγινε της μόδας, χειραγωγώντας απλώς το κοινό σε μία ακόμη μορφή μαζοποίησης. Καταλογίζοντας ταυτόχρονα στους συμμετέχοντες χρόνιο προσωπικό βόλεμα, υπέρμετρο εγωισμό, κοινωνική απάθεια και ανυπαρξία χώρου για καλλιτέχνες όπως ο Φύσσας.

 

Θα ήταν ανώφελη μια ακόμη ανάλυση της κατάστασης που βιώνουμε και τα αίτια που οδήγησαν σε ένα βαρέλι χωρίς πάτο-αίτια που ενυπάρχουν και ακμάζουν χρόνια τώρα, τότε που οι «ιθύνοντες» στη συνείδηση ήταν πάντοτε λίγοι και πάντοτε άλλοι. Γελοίο ίσως μπροστά στην απεικόνιση της πραγματικότητας, μπροστά σε ένα καζάνι που βράζει. Και ίσως είναι τώρα η πρώτη φορά που πρέπει επιτακτικά, περισσότερο από ποτέ ο θυμός αυτός να μη γεννήσει φασισμό και μισαλλοδοξία. Ο φασισμός εκτρέφεται και γιγαντώνεται από το μίσος κι έχει πολλά πρόσωπα και παίρνει πολλές διαστάσεις. Ανεξάρτητα από την ιδεολογική θέση από την οποία ξεκινάει ή και παίρνει κανείς, έχει ιδιαίτερη σημασία να μιλήσουμε για μαζικότητα και όχι μαζοποίηση. Για επαγρύπνηση και όχι για ξαφνικό κοινωνικό παροξυσμό. Έχουν σημασία οι λέξεις που επιλέγουμε να εκφράσουμε την αγανάκτησή μας, τη στάση μας, έχει σημασία η προδιάθεσή μας απέναντι στα πράγματα, έχει σημασία η αλληλεγγύη που επιβάλλεται όλοι να εκπέμψουμε.

Και ναι, σε μια ιδανική κοινωνία, δε θα χρειαζόταν να σκοτωθεί ένας Έλληνας για τα πιστεύω του από μια ναζιστική οργάνωση για να υπάρξει αισθητή κινητοποίηση, όταν τα τελευταία χρόνια χιλιάδες είναι οι μετανάστες που ξυλοκοπούνται, απειλούνται ή μαχαιρώνονται από αυτές τις οργανώσεις κι όταν έχει γίνει σύνηθες να τραμπουκίζονται αλλοδαποί, ομοφυλόφιλοι, κομουνιστές ή οτιδήποτε κι οποιοσδήποτε δεν πληροί τα κριτήρια του μέσου ελληνικού όρου. Ανεξάρτητα όμως από το κίνητρο και το έναυσμα που κινητοποιεί τον καθένα, εντελώς αυθεντικά και εντελώς μαζικά, έχει ξεκινήσει κάτι να κινείται και κάτι να αντιδρά. Και ο κόσμος της μουσικής είναι μέρος μιας κοινωνίας που μπορεί με δυναμική να γίνει αγωγός δράσης και αφύπνισης.


Μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να επαναπροσδιοριστεί το hip hop που ανέκαθεν χαρακτηριζόταν από τον πολιτικό του λόγο, να επανακαθοριστεί έστω και με αυτή την αφορμή, η μία και κοινή, ενωτική γλώσσα της μουσικής. Είναι το πιο ισχυρό αντίβαρο στη σήψη και τον σκοταδισμό των ημερών. Που συμπύκνωσε με πολύ εύστοχο τρόπο ο Γιάννης Αγγελάκας στο στίχο “Σιγά μην κλάψω και σιγά μη φοβηθώ.”