Φτωχαίνουμε. Μέσα σε ένα εξάμηνο αποχαιρετήσαμε τέσσερεις σπουδαίους υπηρέτες – και ευεργέτες αν τους χαρακτηρίσουμε, υπερβολή δεν θα ΄ναι – του σύγχρονου ελληνικού μουσικού πολιτισμού. Μάνος Ελευθερίου, απών. Αντώνης Κοντογεωργίου, απών. Θόδωρος Αντωνίου, απών, Χριστόδουλος Χάλαρης, απών. Από το δικό του, ξεχωριστό και ιδιαίτερο, μετερίζι ο καθένας προσέφερε πολύτιμα στηρίγματα και οράματα στη μουσική του τόπου.

Πλέον πρόσφατη και η πρώτη μέσα στο 2019 – μακάρι να ΄ναι και η μοναδική – η εκδημία του Χριστόδουλου Χάλαρη. Πραγματικός μαχητής σε όλη του τη ζωή δεν δίστασε να εναντιωθεί στο κατεστημένο και να υποστηρίξει με πάθος τις τεκμηριωμένες απόψεις του για την αρχαία ελληνική και κυρίως για τη βυζαντινή μουσική. Όσοι παρακολούθησαν την πορεία του, αυτή που χάραξε η εργογραφία και η δισκογραφία του, αλλά και οι συναυλιακές παρουσιάσεις των μουσικών δημιουργιών, ευρημάτων και κατακτήσεών του, γνωρίζουν και αναγνωρίζουν τον αγώνα του για το δικαίωμα στη διαφορά. Ανοίγοντας το σεντούκι της μνήμης ανασύραμε δυο συναρπαστικής, όσο και μυσταγωγικές, συναυλίες του στις 8 & 9 Ιανουαρίου 1993 στην Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Εμπλουτίστηκε με αυτές ο πρώτος κύκλος ελληνικής μουσικής και τραγουδιού που πραγματοποιήθηκε εκεί. Ανασύραμε και ένα υπέροχο ταξίδι που κάναμε μαζί στα Τρίκαλα και τα Μετέωρα, στις αρχές Μαΐου του 2004, με σκοπό να παρουσιάσουμε στα Τρίκαλα το βιβλίο του Σώτου Αλεξίου Ο Ξακουστός Τσιτσάνης.

 

Οι αναμνήσεις από το ταξίδι συμπυκνώνονται στην παρατιθέμενη φωτογραφία. Ο Χριστόδουλος, η σύντροφός του Ελένη και ο Σώτος απολαμβάνουν σε στιγμές ξενοιασιάς την υποβλητική ατμόσφαιρα και τη μοναδική γοητεία των Μετεώρων, καθώς και τον ανοιξιάτικο ήλιο. Οι αναμνήσεις από τις συναυλίες παίρνουν συγκεκριμένη μορφή καθώς ξεφυλλίζουμε το έντυπο πρόγραμμα που τις συνόδευε. Στη θύμηση του Χριστόδουλου παραθέτουμε από αυτό τα ακόλουθα:

 

α) Σύντομο βιογραφικό το οποίο συνέταξε για την περίπτωση

β) Σύντομο κείμενο του Χριστόδουλου το οποίο καταχωρήθηκε στο πρόγραμμα

γ) Κείμενο για το πρόγραμμα με τίτλο «Αναζητώντας τον ήχο του Βυζαντίου» το οποίο συνέταξε ο υπογράφων το παρόν.

 

Απαραίτητες διευκρινήσεις: Οι δυο συναυλίες είχαν δομηθεί με διαφορετικά έργα. Στη συναυλία της 8ης Ιανουαρίου ερμηνεύτηκαν βυζαντινά τραγούδια και ορχηστρικά και στη συναυλία της 9ης Ιανουαρίου βυζαντινά και μεταβυζαντινά τραγούδια και ορχηστρικά. Η σκηνική επιμέλεια και ο σκηνικός διάκοσμος έφεραν την υπογραφή του Γιάννη Μετζικώφ. Η ασπρόμαυρη φωτογραφία-πορτρέτο του Χριστόδουλου Χάλαρη φιλοτεχνήθηκε από τον Κώστα Ορδόλη.

 

 

Από τους μουσικούς του συνοδοιπόρους εκείνης της εποχής μνημονεύουμε ενδεικτικά από αυτούς που συμμετείχαν στις δυο συναυλίες τους ακόλουθους: Φίλιππος Τσεμπερούλης, πνευστά, Γιάννης Ζευγώλης, βυζαντινή βιόλα, Ευανθία Ραμπούτσικα, βυζαντινή βιόλα, Δημήτρης Τερζάκης, βυζαντινή βιόλα, Σταύρος Ανανάς, κεμανέ Καππαδοκίας, Πλούταρχος Ρεμπούτσικας, κεμανέ Καππαδοκίας, Τάσος Διακογιώργης, κύμβαλο, Παναγιώτης Καλατζόπουλος, βυζαντινό λαούτο, Νίκος Γράψας, θαμπούρα. Ενώ από αυτούς που απέδωσαν τα μέλη τον Νίκο Κωνσταντινόπουλο και τον Γρηγόρη Νταραβάνογλου.

 

Ελπίζουμε ότι, εκεί που βρίσκεται τώρα με την καλή συντροφιά του Ρωμανού, των Ιωάννηδων, του Μανουήλ Δούκα και των άλλων υμνογράφων, Μαϊστόρων και θεραπόντων της βυζαντινής μουσικής, αλλά και του Νίκου, του Νίκου, του Γιάννη, του Χρύσανθου και των άλλων καλών συνεργατών και φίλων που έχουν φύγει, τούτες οι αναφορές θα του προκαλέσουν ανάλογες γλυκές αναμνήσεις με αυτές που προκάλεσαν σε εμάς.

 

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΧΑΛΑΡΗΣ: Βιογραφικό σημείωμα


 

Ο Χριστόδουλος Χάλαρης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 21 Νοεμβρίου 1946.

Το 1964, μετά την ολοκλήρωση των γυμνασιακών του σπουδών, αναζήτησε τις ευκαιρίες ανώτατης επιμόρφωσης στο Παρίσι. Σπούδασε Μαθηματικά, Κυβερνητική και Μουσικό Αυτοματισμό.

Στην École Pratique des Hautes Études της γαλλικής πρωτεύουσας, υπό την εποπτεία των Ιάνη Ξενάκη και Marc Barbut, εκπόνησε τη διατριβή "Δομική ανάλυση της Βυζαντινής Μουσικής".

Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, χωρίς να παραμελήσει την έρευνα της μουσικής, της Βυζαντινής κυρίως, άρχισε να ασχολείται με την πρακτική εφαρμογή των θεωρητικών του εφοδίων. Οι διαθέσεις του εκφράστηκαν αρχικώς με τη σύνθεση τραγουδιών και οργανικών έργων τα οποία ηχογραφήθηκαν ενώ παραλλήλως έτυχαν συναυλιακών ερμηνειών.

 

 

Οι ερευνητικές του εργασίες απεκάλυψαν ένα πρωτόφαντο πλούτο Βυζαντινής Μουσικής. Για την καλύτερη και συστηματικότερη αξιοποίηση του πλούτου αυτού οργάνωσε ένα πρωτότυπο οργανικό σύνολο το οποίο ονόμασε "Ορχήστρα Παλαιών Παραδοσιακών και Πρωτότυπων Οργάνων" (ΟΠΠ και ΠΟ).

 

 

Η καταγραφή και η ερμηνεία της παλαιάς Ελληνικής και Βυζαντινής Μουσικής αποτελούν σήμερα την πρώτιστη δημιουργική ενασχόληση του Χριστόδουλου Χάλαρη και των μουσικών του συνεργατών.

 

Είναι γνωστή η μυθολογία που αναπτύχθηκε, γύρω από τον βυζαντινό πολιτισμό ή, για την ακρίβεια, η σχετική με την ανυπαρξία του. Οι λόγοι είναι πολλοί. Ο Μύθος κατασκευάστηκε από εκκλησιαστικούς κύκλους κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο σαν ένα είδος «ρεβάνς» κατά των εθνικών που, διαιωνίζοντας την ελληνική παιδεία, δυσχέραιναν (κατά την εκτίμηση μερικών) τον εκχριστιανισμό των λαών της βυζαντινής αυτοκρατορίας.

 

 

Ό, τι λοιπόν αποτελούσε συνέχεια του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού θα ήταν καλύτερα να διαγραφεί από τη μνήμη των ανθρώπων, μια και οι φορείς του εξέλειπαν μετά την πτώση της αυτοκρατορίας.

Η Δύση επίσης αντιμετώπιζε με ενδιαφέρον αυτόν τον όψιμο αφελληνισμό, μια και το Βυζάντιο, συνυφασμένο με την ορθοδοξία, δεν «έλαμπε» μακριά από τα φώτα της αρχαίας παιδείας.

 

 

Στους μεταγενέστερους χρόνους, άνθρωποι σαν τον Τσέτση, τον Βαμβουδάκη, τον Ψάχο, τον Φαίδωνα Κουκουλέ, τον Λάμπρου και άλλους προσπάθησαν με το έργο τους να ανατρέψουν την αλγεινή εικόνα ενός άμουσου Βυζαντίου. Το έργο τους υπήρξε πολύτιμο για μένα. Οι βιβλιοθήκες βρίθουν υπέροχων έργων κοσμικής μουσικής, που μαρτυρούν το μεγαλείο του βυζαντινού πολιτισμού. Μικρό δείγμα αυτής της κληρονομιάς θα ακουστεί στις δυο συναυλίες μας.

 

 

Τις αφιερώνω στη μνήμη των γεννητόρων μου

Αναζητώντας τον ήχο του Βυζάντιου

Χριστόδουλος Χάλαρης

 

 

Γοητευτικό και απόμακρο το πεδίο της Βυζαντινής Μουσικής κρατά καλά και ερμητικά κλεισμένα τα μυστικά του σε ανήλιαγα κελιά, σε αραχνιασμένες βιβλιοθήκες, σε εφτασφράγιστα σεντούκια. Πρόκληση ολόχρονη για τολμηρούς αλλά και βέβηλους γηρευτές. Το φως που θα φωτίσει τους ήχους του Βυζαντίου, θα τους αδράξει από τη λήθη και θα τους απελευθερώσει, γερά χέρια και θαλερή καρδιά πρέπει να το βαστάνε. Βαρύ το φορτίο και η ευθύνη μεγάλη.

 

 

Διαλεγμένα τα λόγια, διαλεγμένη η μουσική, ορίζουν το παρελθόν και προδιαγράφουν το μέλλον. Οι μουσικοί μύθοι της αρχαίας Ελλάδας, συναντώνται με μέλη διάστικτα νοτισμένα από τη μελαγχολία της Ανατολής και η θαυμαστή σύζευξή τους οργανώνει τους ήχους του Βυζαντίου. Μετά το 10ο αιώνα το βυζαντινό μέλος αρχίζει να αποδέχεται σταδιακά και τις επιδράσεις της ανατολίτικης μουσικής. Την περιποιείται, την προσεγγίζει, την αφομοιώνει χωρίς όμως να αλλοιωθεί ο χαρακτήρας του. Ο μελωδικός θησαυρός που γεννιέται από τούτη τη σύζευξη, ασύγκριτος σε εκφραστική δύναμη και ρυθμική ποικιλία θα αποτελέσει μαζί με το δημοτικό τραγούδι τις δυο πολύτιμες πήγες της νεοελληνικής μουσικής.

 

 

Η Βυζαντινή φωνητική μουσική, αποκλειστικώς σχεδόν, συμφώνως με τη μέχρι πρότινος επικρατούσα άποψη, εκκλησιαστική και αυστηρώς μονόφωνη, γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή της από τον 6ο έως το 10 αιώνα. Τα πρώτα σημάδια της παρακμής της εμφανίστηκαν τον 11ο αιώνα. Οι υμνογράφοι, οι μελουργοί, οι καλλωπισταί οι οποίοι την υπηρέτησαν βοήθησαν πάντως, με την πίστη και την αφοσίωση που επέδειξαν, ώστε το δημιουργικό της πνεύμα να διατηρηθεί αλώβητο και πέραν της εποχής των εκφυλιστικών τάσεων. Το έργο σπουδαίων υμνωδών όπως είναι ο Ρωμανός ο Μελωδός (6ος αιώνας) και ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός (8ος) εξέλιξαν, αναπτύσσοντας ταυτοχρόνως την Βυζαντινή Παρασημαντική, σπουδαίοι Μαΐστορες όπως ο Ιωάννης Κουκουζέλης (12ος) και ο Μανουήλ Δούκας Χρυσάφης (15ος), ο οποίος υπήρξε και αυτόπτης μάρτυς της άλωσης της Πόλης.

 

 

Αξιομνημόνευτες είναι και οι μουσικές γραφές του Ιωάννου του Γλυκαίως (έτσι αναγράφεται στα χειρόγραφα το όνομά του, π.11ος αιώνας), ο οποίος εμφαντικώς αναζήτησε διέξοδο και σε οργανικές συνθέσεις αλλά και σε μη θρησκευτικές αφορμές έμπνευσης. Το Βυζάντιο έζησε μιάν αντίστροφη και σχεδόν παράλληλη χρονικά πνευματική πορεία από εκείνη της Δύσης. Πρώτα η - πρώιμη - Αναγέννηση και μετά η αναπόφευκτη παρακμή και ο Μεσαίωνας. Η εκκλησία - έτσι ήταν πιστευτό - ήλεγχε τα πάντα. Ήθελε να ελέγχει τα πάντα. Δεν ήταν βεβαίως αυτό δυνατό σε μια θαλερή κοινωνία με έντονο και τον κοσμικό χαρακτήρα. Καλά φυλαγμένα τα μυστικά της κοσμικής δράσης των Βυζαντινών αργήσαν πολύ να μαρτυρήσουν τις αλήθειες και τα πάθη που διαφοροποίησαν αλλά και εξομοίωσαν τη ζωή τους με εκείνη κάθε ευημερούσας κοινωνίας.

 

Η πλάνη για την ανυπαρξία της κοσμικής Βυζαντινής μουσικής αλλά και για την εξέλιξη - τη φυσιολογική και άμεση - της μουσικής του Βυζαντίου γενικότερα κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο, υπήρξε πολύχρονη και μεγάλη. Όπως και η πλάνη για την ύπαρξη, την διάδοση και την εμβέλεια της οργανικής βυζαντινής μουσικής. Οι νεότερες έρευνες, στις οποίες πρωτοστάτησε ο Χριστόδουλος Χάλαρης, αποκατέστησαν την αλήθεια, εμβρυουλκώντας όχι μόνο τη μουσική αλλά και το τραγούδι που αυτή κρύβει στην ψυχή της. Τώρα το πεδίο έρευνας ξανοίγεται περισσότερο γοητευτικό και προκλητικό παρά ποτέ. Οι αποκαλύψεις διαδέχονται η μια την άλλη. Αναζητούνται και άλλα «βέβηλα» χέρια που θα φέρουν στο φως αυτόν τον ανεκτίμητο και εν πολλοίς ανεκμετάλλευτο μουσικό θησαυρό.